– Για θάνατο Παλαιού ασφαλισμένου που επήλθε από 1/1/2007 και έπειτα, δηλαδή από την ενοποίηση των παραπάνω καταργηθέντων ταμείων, ισχύουν όσα ορίζει το Π.Δ.258/05 Ο.Α.Ε.Ε. και συμπεριλαμβάνονται ως δικαιούχοι:
1. Ο επιζών των συζύγων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 62 του Ν.2676/99 (1 Α’) όπως αντικαταστάθηκαν από τις διατάξεις του άρθρου 4 του Ν.3385/05.
2. Τα άγαμα νόμιμα, νομιμοποιημένα, αναγνωρισμένα και υιοθετημένα τέκνα, εφόσον η υιοθεσία έλαβε χώρα ένα έτος τουλάχιστο προ του θανάτου ή της χορήγησης της συντάξεως στο θετό γονέα και μέχρι της συμπλήρωσης του 18ου έτους της ηλικίας τους.
3. Τα παιδιά ορφανά και από τους δύο γονείς σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 5 του άρθρου 5 του Ν.3232/04 (48 Α΄) όπως ισχύουν.
4. Οι κατά τον χρόνο του θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου άγαμοι, ορφανοί αμφοτέρων των γονέων, εγγονοί και προγονοί, εφόσον αυτοί συντηρούντο κυρίως από τον θανόντα ή την θανούσα και δεν λαμβάνουν άλλη σύνταξη από φορέα κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο και μέχρι τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους. Τα πρόσωπα των ανωτέρω περιπτώσεων 2 και 3 δικαιούνται σύνταξη μέχρι του 19ου έτους της ηλικίας, εφόσον δεν έχουν ολοκληρώσει τις σπουδές τους στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ή και του 26ου έτους της ηλικίας, εφόσον σπουδάζουν σε αναγνωρισμένες από το κράτος σχολές επιστημονικής ή τεχνικής εκπαίδευσης της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, καθώς και στα Ι.Ε.Κ. της ημεδαπής. Προκειμένου περί αγάμων τέκνων, εγγονών και προγονών, ανίκανων για κάθε βιοποριστική εργασία με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 67%, η σύνταξη καταβάλλεται και μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας εφόσον η ανικανότητα επήλθε προ της συμπλήρωσης του 18ου έτους της ηλικίας ή του 24ου έτους προκειμένου περί σπουδαζόντων. Σχετική η εγκύκλιος 48/09. Τα πρόσωπα των ανωτέρω περιπτώσεων 2 & 3 δικαιούνται σύνταξη, εφόσον δεν ασκούν επάγγελμα ή δεν λαμβάνουν σύνταξη από δική τους εργασία. (παράγραφος1,άρθρ.20, Ν.2556/97)
5. Οι άγαμες ή διαζευγμένες θυγατέρες σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρ.40, Ν.1902/90 (ΦΕΚ138/90) και άρθρ.9, παραγρ. 9, Ν.1976/91, όπως ισχύουν.
6. Οι γονείς, εάν είναι οικονομικώς αδύναμοι, συντηρούντο κυρίως από τον θανόντα, δεν λαμβάνουν σύνταξη και κανένας από αυτούς και δεν καλύπτεται ασφαλιστικά από άλλο φορέα από τον οποίο να δικαιούνται σύνταξη ή άλλη παροχή.
7. Οι θετοί γονείς δικαιούνται σύνταξη με τις ίδιες προϋποθέσεις εφόσον η υιοθεσία έλαβε χώρα τρία (3) τουλάχιστο συμπληρωμένα έτη προ του θανάτου του υιοθετηθέντος τέκνου.
8. Οι διαζευγμένοι/νες από 12/2/04, με τις προϋποθέσεις όπως ισχύουν από τις διατάξεις του άρθρου 4, Ν.3232/04 (48 Α΄).
– Δεν δικαιούται σύνταξη ο επιζών σύζυγος εάν:
Ο θάνατος του ασφαλισμένου συζύγου ή της συζύγου επήλθε προ της παρόδου των έξι μηνών από την τέλεση του γάμου.
Ο θανών ή η θανούσα κατά την τέλεση του γάμου ελάμβανε σύνταξη λόγω γήρατος ή αναπηρίας και ο θάνατος επήλθε πριν την παρέλευση 24 μηνών από την τέλεση του γάμου.
Οι ανωτέρω περιορισμοί δεν απαιτούνται αν: α)ο θάνατος οφείλεται σε βίαιο συμβάν, β)υφισταμένου του γάμου γεννήθηκε ή δια γάμου νομιμοποιήθηκε τέκνο, γ) η χήρα κατά το χρόνο του θανάτου τελεί σε κατάσταση εγκυμοσύνης.
– Σε περίπτωση θανάτου Νέου ασφαλισμένου συμπεριλαμβάνονται ως δικαιούχοι :
1. Ο επιζών των συζύγων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 27 του Ν.2084/92.
2. Τα άγαμα νόμιμα, νομιμοποιημένα, αναγνωρισμένα και υιοθετημένα τέκνα μέχρι του 18ου έτους της ηλικίας ή του 24ου έτους της ηλικίας, εφόσον σπουδάζουν σε αναγνωρισμένες από το κράτος σχολές επιστημονικής ή τεχνικής εκπαίδευσης της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, καθώς και στα Ι.Ε.Κ. της ημεδαπής, και τα ανίκανα τέκνα, εφόσον η ανικανότητα επήλθε προ της συμπλήρωσης του 18ου έτους της ηλικίας ή του 24ου έτους προκειμένου περί σπουδαζόντων.
– Για τους νέους ασφαλισμένους από 1-1-1993 δεν δικαιούται σύνταξη ο επιζών των συζύγων εάν:
Ο θάνατος του ασφαλισμένου συζύγου ή της συζύγου επήλθε προ της παρόδου ενός έτους από την τέλεση του γάμου.
Ο θανών ή θανούσα κατά την τέλεση γάμου ελάμβανε σύνταξη λόγω γήρατος ή αναπηρίας και ο θάνατος επήλθε προ της παρέλευσης δύο ετών από την τέλεση του γάμου.
Οι ανωτέρω περιορισμοί δεν απαιτούνται αν: α)ο θάνατος οφείλεται σε βίαιο συμβάν, β)υφισταμένου του γάμου γεννήθηκε ή δια γάμου νομιμοποιήθηκε τέκνο, γ) η χήρα κατά το χρόνο του θανάτου τελεί σε κατάσταση εγκυμοσύνης.
– Όλα τα δικαιώματα τα οποία αναφέρονται ανωτέρω που έχουν ως προϋπόθεση το θάνατο, γεννώνται και για την αφάνεια που έχει κηρυχθεί νόμιμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα.
– Ο επιζών σύζυγος (άνδρας- γυναίκα), λαμβάνει για μια τριετία το 70% της σύνταξης του θανόντος. Εφόσον παρέλθει η τριετία, πρέπει να υποβάλλει Υπευθ. Δήλωση ότι δεν εργάζεται, δεν συνταξιοδοτείται και δεν κατέχει Δ/Χ αυτοκίνητο (για τις περιπτώσεις του πρώην ΤΣΑ). Μετά την τριετία, εάν ο επιζών σύζυγος εργάζεται ή συνταξιοδοτείται από άλλον ασφαλιστικό Οργανισμό ή από το Δημόσιο ή κατέχει ΔΧ και είναι κάτω των 65 ετών, η σύνταξη περιορίζεται στο 50% της καταβαλλόμενης ενώ αν ο επιζών σύζυγος έχει συμπληρώσει το 65ο έτος ηλικίας η σύνταξη θα μειωθεί στο 70% του ποσού της καταβαλλόμενης συντάξεως.