«Το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης δεν είναι μόνο κιβωτός γνώσης, μνήμης, διανοητικός και αισθητικός τόπος ερμηνείας, αισθητικής εμπειρίας και τέρψης, αλλά και εργαστήριο που γεννά ιδέες, ένα φόρουμ που ενθαρρύνει την κριτική σκέψη, τον ακτιβισμό, τη συμμετοχή των πολιτών στα κοινά, τη συνεργασία, την αλληλεγγύη, την ισότητα, την έξοδο από περιχαρακωμένες εθνικές ταυτότητες, το άνοιγμα στον κόσμο.
«Αναζητώ διαφορετικές φωνές, έργα που θέτουν ερωτήματα, ασκούν κριτική, που έχουν ένα ποιητικό βάθος», τονίζει η Αννα Καφέτση. «Οι δραστηριότητές του αναπτύσσουν μια διαπολιτισμική διαμεσολάβηση, υποστηρίζουν την κοινωνική συνοχή. Πρέπει να ανοίγεται διαρκώς σε νέες κοινότητες, με νέες γλώσσες και με νέα μέσα.
Εδώ βρίσκεται η πηγή του άλλου παραδείγματος. Το πρόγραμμά μας “ΕΜΣΤ Χωρίς Σύνορα”, που απευθύνεται σε κρατουμένους, ομάδες απεξάρτησης, άλλες θεραπευτικές κοινότητες και διαπολιτισμικά σχολεία ή περιλαμβάνει δράσεις μέσα στην πόλη και σε υποβαθμισμένες περιοχές, θα μπορέσει να αναπτυχθεί σε όλο του το εύρος στο νέο κτήριο».
Μιλάμε με την Αννα Καφέτση, διευθύντρια του ΕΜΣΤ, διδάκτορα Αισθητικής-Ιστορίας Τέχνης.
* Δεκατέσσερα χρόνια στο τιμόνι του ΕΜΣΤ σημαίνει;
– Ενας μεγάλος, επίμονος αγώνας, βήμα βήμα. Με σχέδιο και θέληση. Παρά τις αγωνίες, τις δυσκολίες, τον πόλεμο των λίγων, συνεχίζω με προσήλωση και πίστη στο στόχο. Γιατί κάθε κοινωνικός στόχος έχει μια ιερότητα. Και γιατί είναι πολλές οι πνευματικές χαρές και εμπνεύσεις αυτού του ταξιδιού.
* Η τέχνη πληρώνει το μάρμαρο της κρίσης;
– Και η τέχνη. Κυρίως οι άνθρωποι, αλλά και οι πολιτιστικοί θεσμοί έχουν πληγεί από τις οριζόντιες επιπτώσεις. Μόνο που το ΕΜΣΤ απέναντι στη σημερινή κρίση ήταν ήδη αρκετά προπονημένο, από το ξεκίνημά του. Το γεγονός όμως ότι έφτασε σήμερα έως εδώ, δείχνει ότι είναι και ένα εναλλακτικό παράδειγμα διαχείρισης της κρίσης πριν από αυτήν. Δημιουργήθηκε και λειτούργησε σε συνθήκες ρευστότητας, ανέχειας, αστάθειας και διαρκούς μετακίνησης. Αλλά κατάφερε να υπερβεί τις ελλείψεις και τα εμπόδια με σχέδιο και ρεαλισμό, διατηρώντας ζωντανή τη δημιουργική φλόγα.
* Η οικονομική δυσπραγία απομακρύνει το κοινό από την τέχνη;
– Προσπαθούμε για το αντίθετο. Σε δύσκολες, οριακές θα έλεγα, στιγμές χρειαζόμαστε αυθεντικά κρατήματα, ακόμη κι όταν δεν ξέρει κανείς πώς και πού να τα αναζητήσει. Η τέχνη μπορεί να είναι ένα από αυτά. Είναι το ταξίδι στον εαυτό μας και τους άλλους. Κι εδώ ως πολιτιστικά ιδρύματα έχουμε να κάνουμε πολλή δουλειά, ανεξάρτητα από την οικονομική κρίση. Το ίδιο και η εκπαίδευση, η τηλεόραση, τα νέα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Και όλοι μαζί.
* Πότε αναμένονται τα εγκαίνια του νέου ΕΜΣΤ;
– Πρώτο βήμα είναι να τελειώσει το κτήριο. Μετά τη σχεδόν τρίμηνη παράταση που δόθηκε από το Μουσείο, οι εργασίες αναμένεται να ολοκληρωθούν τέλη Φεβρουαρίου του 2014. Ωστόσο δεν έχει λυθεί το ζήτημα της στελέχωσης των υπηρεσιών του Μουσείου και της εξασφάλισης των αναγκαίων οικονομικών πόρων για να μπορέσει να λειτουργήσει. Ο στόχος να εγκαινιαστεί προς το τέλος της άνοιξης είναι δύσκολος, αλλά δεν είναι ακόμη ανέφικτος. Αρκεί να εξασφαλιστούν οι δύο όροι και να ανοίξει άμεσα ο δρόμος για τις νέες προσλήψεις που θα χρειαστούν. Θέλει χρόνο η γνωριμία και η εξοικείωση του προσωπικού με τις νέες εγκαταστάσεις. Από τη μεριά μας υπάρχει πλάνο και πρόγραμμα, ο σχεδιασμός της έκθεσης της μόνιμης Συλλογής έχει ολοκληρωθεί, εργαζόμαστε πυρετωδώς.
* Εχουν θέση οι μάνατζερ σε αυτό;
– Τα μουσεία χρειάζονται διευθυντές επιστήμονες, που να είναι και καλοί διαχειριστές. Δεν αρκεί μόνο το ένα όταν λείπει το άλλο. Ο διευθυντής ενός μουσείου χρειάζεται να έχει σφαιρική ματιά και συνολικό σχέδιο. Οι επιμέρους πολιτικές πρέπει να συγκλίνουν σε μια κεντρική μουσειακή πολιτική που την υπαγορεύουν η ίδια η θεσμική φύση του μουσείου και η κοινωνική αποστολή του: η συγκρότηση και επιστημονική διαχείριση πολιτιστικής κληρονομιάς, το εκπαιδευτικό και αισθητικό άνοιγμα στο κοινό. Και επειδή χρειαζόμαστε και έσοδα, θέλει γνώση και πολλή μαεστρία για το πώς και από πού θα τα αντλήσει κανείς, με ποιες προτεραιότητες και ποιες θυσίες, χωρίς να αλλοιώσει τον πρωταρχικό, διπλό αυτό στόχο.
* Επαρκούν τα κρατικά μουσεία στη χώρα μας;
– Θα έλεγα ότι έχουμε πολύ παραπάνω από όσα μπορεί η χώρα να συντηρήσει. Απλώς υπάρχει μια τεράστια δυσαναλογία μεταξύ των αρχαιολογικών μουσείων και των σύγχρονων. Αλλά μια χώρα που δεν γνωρίζει και δεν στηρίζει την καλλιτεχνική δημιουργία του παρόντος δεν μπορεί να έχει μια σύγχρονη και αληθινή σχέση με το παρελθόν. Χρειάζεται ριζική αναθεώρηση της κρατικής μουσειακής πολιτικής με όρους ισοτιμίας μεταξύ των μουσείων, πρέπει να τεθούν νέες προτεραιότητες, να αναδειχτούν συγγένειες και διαφορές, να γεφυρωθούν χάσματα, να χτιστούν σχέσεις συνεργασίας. Στον 21ο αιώνα τα μουσεία σύγχρονης τέχνης δεν μπορούν να είναι στο περιθώριο ως «άλλοι». Πρέπει να δυναμώσουν και να βγουν στο προσκήνιο.
* Πώς επιλέγετε τους καλλιτέχνες που θα εκθέσουν στο ΕΜΣΤ;
– Η κάθε έκθεση επιβάλλει τα δικά της κριτήρια και κεντρίσματα. Σήμερα δεν αρκεί να αναδεικνύουμε την πληρότητα ή τον πρωτοποριακό χαρακτήρα ενός έργου στην ιστορικότητά του. Χρειαζόμαστε συνεχώς νέες αναγνώσεις, νέες σχέσεις ανάμεσα σε έργα και καλλιτέχνες. Αναζητώ διαφορετικές φωνές, έργα που θέτουν ερωτήματα, ασκούν κριτική, που έχουν ένα ποιητικό βάθος.
* «Αγγελικό και μαύρο, φως», αυτό της εποχής μας;
– Ο σεφερικός στίχος αγγίζει κάτι βαθύτερο, τον πυρήνα της ύπαρξης, ορίζει την ανθρώπινη συνθήκη. Υπερβαίνει μονοδιάστατες ερμηνείες και των δύο όψεων, γιατί το μαύρο μπορεί να είναι ταυτόχρονα και ο καθρέφτης της αγγελικής λευκότητας, και το αντίστροφο. Αν ως μεταφορά ακουμπάει στη σημερινή κατάσταση; Τότε θα μπορούσε κανείς να προσδοκά ακόμη. Γιατί η μια όψη φέρει μέσα της και την άλλη. Και οι δύο είναι το φως.
* Εκτιμάτε ότι αλλάζει κάτι στη χώρα μας;
– Ισως αλλάζουμε εμείς οι ίδιοι. Τουλάχιστον θέλω να ελπίζω. Επειτα από τόσες κοσμογονικές αλλαγές, είναι ώρα να χτίσουμε μια νέα πραγματικότητα γι’ αυτή τη χώρα. Με ωριμότητα, τόλμη και δικαιοσύνη. Διαπλοκή, απληστία, αυταρχικές συμπεριφορές και αλαζονεία είναι, δυστυχώς, ακόμη γύρω μας. Αλλά δεν υπάρχει πλέον ανοχή, κι αυτό είναι ήδη ένα μεγάλο βήμα για μια ουσιαστική αλλαγή. Αρκεί ως πολίτες και ως πρόσωπα να θελήσουμε να υπερβούμε το στάδιο του θυμού.
* Πώς θα επανεφεύρουμε τη ζωή μας;
– Αν κοιτάξει κανείς μέσα του και δίπλα του, μπορεί να βρει απαντήσεις. Ανάλογα με τη «φτιαξιά» μας, τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας, πολλά μπορούν να επαναπροσδιοριστούν. Να ανοίξουμε άλλες πόρτες, άγνωστες. Να μη νεκρωθούν το συναίσθημα, η συγκίνηση, η αλληλεγγύη. Θέλει δουλειά και χρόνο όλο αυτό.
* Δύο χρόνια χωρίς τον Ανδρέα Μπελεζίνη, που μιλούσε μιαν άλλη γλώσσα…
– Μιλούσε την κρυστάλλινη γλώσσα της καθαρότητας. Στις 19 Ιανουαρίου κλείνουν τρία χρόνια χωρίς τον Ανδρέα. Ο διάλογός μας είναι πάντα ζωντανός. Στη δική μας γλώσσα.
* Ενα στιγμιότυπο ξεχωριστής ομορφιάς που συναντήσατε και σας συγκίνησε;
– Το θαύμα δεν θέλει πολύ για να φανερωθεί ή για να το φτιάξουμε. Μπορεί να είναι το λευκό ιστιοφόρο που περνάει αργά αργά μπροστά από τα παράθυρα του σπιτιού. Και η φωνή: «Αννα, Αννα, τρέξε». Και έτρεχα.
* Τι σας κάνει να αισιοδοξείτε;
– Οσα με κάνουν να λέω ακόμη «γι’ αυτό αξίζει…». Μικρά και μεγάλα. Η θέληση έχει βαθιές πηγές.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στον ΓΙΩΡΓΟ ΚΙΟΥΣΗ
Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 29 Δεκεμβρίου 2013