Οι λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος αποτελούν τα πιο συνηθισμένα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα άτομα με κάκωση νωτιαίου μυελού (ΚΝΜ) καθ’όλη τη διάρκεια της ζωής τους, και θεωρείται η βασικότερη αιτία νοσηλείας μετά την κάκωση. Γι’ αυτό η πρόληψη των λοιμώξεων παραμένει ο βασικός στόχος της διαχείρισης της νευρογενούς κύστης έπειτα από την ΚΝΜ.
Σε μια εποχή που η παραμονή των ατόμων στα κέντρα αποκατάστασης συνεχώς μειώνεται, είναι πολύ πιθανό το άτομο με ΚΝΜ να επιστρέψει σπίτι του προτού η κύστη συνέλθει από το «νωτιαίο σοκ» (δηλαδή, πριν ανακτήσει οποιαδήποτε αντανακλαστική λειτουργία), και πριν καθοριστεί η κατάλληλη μέθοδος διαχείρισης της κύστης. Ως εκ τούτου, κάποιοι ασθενείς απευθύνονται σε προμηθευτές που δεν έχουν τις απαιτούμενες γνώσεις για την εφαρμογή των μεθόδων αυτών ή για την πρόληψη των λοιμώξεων του ουροποιητικού. Γι’ αυτό κρίνεται απαραίτητη η σωστή εκπαίδευση των ασθενών σχετικά με τη διαχείριση της κύστης τους, καθώς και των συμπτωμάτων των λοιμώξεων.
Με μια μελέτη που χρηματοδοτήθηκε από το NIDRR (National Institute on Disability and Rehabilitation Research), η Diana D Cardenas, MD, MHA, διευθύντρια του Northwest Regional SCI System, κι οι συνεργάτες της Jeanne M. Hoffman, PhD, Eve Kelly RN, and Michael E. Mayo, MD, διερεύνησαν εάν το πρόγραμμα επιμόρφωσης των ασθενών για την πρόληψη των λοιμώξεων του ουροποιητικού μπορούσε να μειώσει τη συχνότητα και σοβαρότητα των λοιμώξεων. Επίσης, θέλησαν να ελέγξουν και την επίδραση του προγράμματος σε ψυχολογικούς παράγοντες, όπως σε θέματα που αφορούν στις πεποιθήσεις τους για την υγεία τους, το πόσο μπορούν να ελέγχουν την κατάστασή τους και το πόσο εμπιστεύονται τον εαυτό τους στην πρόληψη ασθενειών.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε έχοντας ως υλικό 56 άτομα με ΚΝΜ με ιστορικό λοιμώξεων ουροποιητικού, που χωρίστηκαν τυχαία σε δύο ομάδες. Οι 29 πρώτοι ακολούθησαν ένα πρόγραμμα προληπτικής εκπαίδευσης που περιλάμβανε γραπτές οδηγίες, τεστ, μια επίσκεψη επίδειξης από νοσοκόμα ή γιατρό και συχνή επικοινωνία μέσω τηλεφώνου. Οι υπόλοιποι 27 ακολούθησαν τον συνήθη τρόπο διαχείρισης της κύστης τους χωρίς επίβλεψη ή άλλες οδηγίες. Για περίπου 10 μήνες με ένα χρόνο, οι συμμετέχοντες έδιναν δείγματα ούρων για ανάλυση κάθε μήνα, καθώς και πληροφορίες για συμπτώματα ή ενδείξεις λοιμώξεων.
Η έρευνα εξέτασε τέσσερα πράγματα: τις αποικίες βακτηριών στα ούρα, τα συμπτώματα που αναφέρθηκαν από τους ασθενείς, τη συχνότητα των λοιμώξεων, και τη χρήση ή όχι αντιβιοτικών.
Στο τέλος της έρευνας, η πρώτη ομάδα που ακολούθησε την εκπαίδευση για την πρόληψη των λοιμώξεων παρουσίασε σημαντική μείωση στον πληθυσμό των βακτηριακών αποικιών στα ούρα και στη χρήση αντιβιοτικών, σε σύγκριση με τη δεύτερη ομάδα. Επίσης, η πρώτη ομάδα ανάφερε λιγότερα συμπτώματα λοιμώξεων από τη δεύτερη, αν κι η διαφορά αυτή δεν ήταν πολύ σημαντική. Παρόλο που δεν υπάρχει σημαντική μείωση στον αριθμό των λοιμώξεων του ουροποιητικού στην πρώτη ομάδα, υπήρχε σαφής τάση στα άτομα της ομάδας που εκτελούσαν διαλείποντες καθετηριασμούς να παρουσιάζουν λιγότερες λοιμώξεις.
Αν και η πεποίθηση ότι μπορεί το άτομο να ελέγξει την κατάσταση της υγεία του και
το αίσθημα σιγουριάς ότι η κατάστασή του θα βελτιωθεί φαίνεται ότι επηρεάζει άμεσα την εξέλιξη κάποιων άλλων χρόνιων παθήσεων και διαταραχών, εντούτοις στη δική μας μελέτη δεν φαίνεται να συσχετίζονται άμεσα με τη μείωση της συχνότητας εμφάνισης των λοιμώξεων και της σοβαρότητάς τους. Υπήρξε βέβαια μια σημαντική μείωση στην αντίληψη της σοβαρότητας των λοιμώξεων στα άτομα της ομάδας που έρχονταν σε συχνή επαφή με τους επαγγελματίες υγείας, πράγμα που σημαίνει ότι ένιωθαν πιο ασφαλείς απέναντι στη νόσο. Δεν υπήρξε όμως καμία αύξηση στην αντίληψη των οφελών από την προληπτική τους εκπαίδευση στις λοιμώξεις του ουροποιητικού, και μάλιστα είχαμε και μείωση της πεποίθησης ότι ο ασθενής μπορεί από μόνος του να ελέγξει την κατάσταση της υγείας, κάτι που ενδεχομένως να χρειάζεται περισσότερη διερεύνηση.
Ολοκληρώνοντας, θα λέγαμε ότι τα πιο σημαντικά συμπεράσματα από την εκπαίδευση των ασθενών στην πρόληψη των λοιμώξεων είναι η μείωση των βακτηριακών αποικιών στα ούρα κι η μείωση στη χρήση των αντιβιοτικών, καθώς κι η τάση για λιγότερες λοιμώξεις όσων πραγματοποιούν διαλείποντες καθετηριασμούς.
Απόδοση στα ελληνικά: Πάνος Ζουρνατζίδης, Εργοθεραπευτής, allejestem@hotmail.com