ΝΟΜΟΣ 3377/2005 – ΦΕΚ 202/Α’/19.8.2005
Αρχές και Κανόνες για την εξυγίανση της λειτουργίας και την ανάπτυξη βασικών τομέων του εμπορίου και της αγοράς – Θέματα Υπουργείου Ανάπτυξης.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Αρθρο 1
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
Το άρθρο 1 του ν. 2323/1995 (ΦΕΚ145 Α’), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
“Αρθρο 1
1. Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου, υπαίθριο εμπόριο, πλανόδιο ή στάσιμο, νοείται η άσκηση εμπορικής δραστηριότητας σε χώρο ακάλυπτο, που δεν χαρακτηρίζεται ως επαγγελματική στέγη σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 34/1995 (ΦΕΚ 30 Α). Ακάλυπτοι χώροι νοούνται και οι εγκαταστάσεις που φέρουν μόνο στέγαστρο ή και περίφραγμα, τα οποία δεν αποτελούν μόνιμη κατασκευή.
2. Υπαίθριο πλανόδιο εμπόριο νοείται το υπαίθριο εμπόριο που ασκείται με τη χρήση οποιουδήποτε οχήματος, αυτοκινούμενου ή μη ή οποιουδήποτε κινητού μέσου. Αν ο φορέας που σκοπεύει να ασκήσει ή που ασκεί εμπορική δραστηριότητα χρησιμοποιεί κινητή υποδομή σε συγκεκριμένο σημείο, για χρόνο περισσότερο από τριάντα (30) συνεχόμενες ημέρες, η δραστηριότητα του διέπεται από τις διατάξεις για το υπαίθριο στάσιμο εμπόριο. Ως υπαίθριο πλανόδιο εμπόριο νοείται και το εμπόριο που ασκείται με τη μέθοδο των επισκέψεων από πόρτα σε πόρτα ή με οποιονδήποτε άλλον ανάλογο τρόπο, από πρόσωπα τα οποία δεν έχουν οποιαδήποτε σχέση με νόμιμα οργανωμένη επιχείρηση.
3. Για την άσκηση υπαίθριου πλανόδιου εμπορίου απαιτείται η κατοχή άδειας. Η άδεια χορηγείται με απόφαση του νομαρχιακού συμβουλίου της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης (Ν.Α.), στην περιφέρεια της οποίας κατοικεί ή διαμένει συνεχώς, κατά τα δύο τελευταία χρόνια, ο ενδιαφερόμενος. Οι άδειες άσκησης υπαίθριου πλανόδιου εμπορίου διακρίνονται: α) σε άδεια τύπου Α’, η οποία ισχύει για την πώληση πρωτογενών προϊόντων γης (στα οποία περιλαμβάνονται και τα άνθη), αλιείας και ιχθυοκαλλιέργειας, σε όλη τη χώρα και β) σε άδεια τύπου Β’, η οποία ισχύει για την πώληση των λοιπών προϊόντων στην περιφέρεια μόνο της οικείας Ν.Α. που τη χορηγεί. Στις ενιαίες Ν.Α. αρμόδιο για τη χορήγηση της άδειας που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο είναι το νομαρχιακό συμβούλιο του οικείου νομαρχιακού διαμερίσματος. Η άσκηση υπαίθριου πλανόδιου εμπορίου δεν επιτρέπεται σε πόλεις με πληθυσμό πάνω από είκοσι χιλιάδες (20.000) κατοίκους.
4. Σε κάθε Ν.Α. συγκροτείται, με απόφαση του οικείου νομάρχη, επιτροπή, η οποία αποτελείται από τον προϊστάμενο της υπηρεσίας Εμπορίου της οικείας Ν.Α., ως πρόεδρο και από έναν εκπρόσωπο των παρακάτω φορέων, που ορίζονται από αυτούς: α) του επιμελητηρίου του νομού, β) του εμπορικού συλλόγου της πρωτεύουσας του νομού, γ) της ομοσπονδίας επαγγελματιών και βιοτεχνών του νομού, δ) του αντιπροσωπευτικότερου σωματείου μικροπωλητών του νομού, που καθορίζεται με απόφαση του νομάρχη, ε) της τοπικής ένωσης δήμων και κοινοτήτων του νομού και στ) της υπηρεσίας Τροχαίας του νομού.
Η επιτροπή γνωμοδοτεί μέχρι την 30ή Νοεμβρίου κάθε έτους για το επόμενο έτος ως προς τον αριθμό των αδειών που χορηγούνται σύμφωνα με την παράγραφο 3, κατά κατηγορία επαγγελμάτων. Η γνώμη της επιτροπής υποβάλλεται στην οικεία Ν.Α..
Ο νομάρχης, αφού λάβει υπόψη τη γνώμη της επιτροπής, καθορίζει, με απόφαση του που εκδίδεται μέχρι την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους, τον ανώτατο αριθμό των αδειών που πρόκειται να χορηγηθούν το επόμενο έτος.
Η απόφαση του νομάρχη τοιχοκολλάται σε εμφανές σημείο του κεντρικού καταστήματος της οικείας Ν.Α..
Όσοι ενδιαφέρονται να αποκτήσουν άδεια άσκησης πλανόδιου υπαίθριου εμπορίου· υποβάλλουν, μέχρι την 31η Ιανουαρίου κάθε έτους, αιτήσεις στην αρμόδια Ν.Α.. Η απόφαση επί των αιτήσεων εκδίδεται μέσα σε ένα (1) μήνα από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων.
Οι άδειες άσκησης υπαίθριου πλανόδιου εμπορίου ισχύουν για μία τριετία, είναι προσωποπαγείς και δεν επιτρέπεται να μεταβιβασθούν, να εισφερθούν, να εκμισθωθούν ή να παραχωρηθούν κατά χρήση. Κατ’ εξαίρεση, οι κάτοχοι των αδειών μπορούν να αναπληρώνονται στην άσκηση της δραστηριότητας τους από συγγενικά πρόσωπα, εξ αίματος μέχρι τρίτου βαθμού και εξ αγχιστείας μέχρι δεύτερου.
5. Υπαίθριο στάσιμο εμπόριο νοείται κάθε μορφή άσκησης υπαίθριου εμπορίου που δεν αποτελεί πλανόδιο εμπόριο κατά την έννοια της παραγράφου 2. Για την άσκηση υπαίθριου στάσιμου εμπορίου απαιτείται η κατοχή άδειας. Η άδεια χορηγείται από το αρμόδιο, κατά τόπο, δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο, κατά περίπτωση. Οι άδειες άσκησης υπαίθριου στάσιμου εμπορίου ισχύουν για μια τριετία, είναι προσωποπαγείς και δεν επιτρέπεται να μεταβιβασθούν, να εισφερθούν, να εκμισθωθούν ή να παραχωρηθούν κατά χρήση.
Η άσκηση του υπαίθριου στάσιμου εμπορίου επιτρέπεται μόνο:
α. σε θέσεις που καθορίζονται και οριοθετούνται από τους δήμους και τις κοινότητες, στο χώρο της δικαιοδοσίας τους,
β. σε ιδιωτικούς χώρους.
6. Με αποφάσεις του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, κατά περίπτωση, που λαμβάνονται μέχρι την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους και ισχύουν για το επόμενο έτος, καθορίζεται ο ανώτατος αριθμός των αδειών, κατά κατηγορία επαγγελμάτων, που πρόκειται να χορηγηθούν το επόμενο έτος και προσδιορίζονται ισάριθμες, συγκεκριμένες θέσεις για την άσκηση των υπαίθριων στάσιμων εμπορικών δραστηριοτήτων. Η απόσταση μεταξύ των θέσεων του προηγούμενου εδαφίου δεν επιτρέπεται να είναι μικρότερη των εκατό (100) μέτρων, σε πόλεις με πληθυσμό πάνω από εκατό χιλιάδες (100.000) κατοίκους και των πενήντα (50) μέτρων, σε πόλεις με μικρότερο πληθυσμό, σε κωμοπόλεις και χωριά.
Οι θέσεις άσκησης υπαίθριου εμπορίου πρέπει να βρίσκονται εκτός:
α) των δημοτικών και λαϊκών αγορών και
β) περιοχών που γειτνιάζουν ή ευρίσκονται σε μικρή απόσταση από οργανωμένες ξενοδοχειακές μονάδες, μπροστά από την είσοδο εμπορικών καταστημάτων και εισόδους αρχαιολογικών χώρων, μουσείων, μνημείων και εκκλησιών.
Η απόσταση των θέσεων άσκησης υπαίθριου στάσιμου εμπορίου από τα άκρα των δημοτικών και λαϊκών αγορών δεν επιτρέπεται να είναι μικρότερη των τριακοσίων (300) μέτρων, στους δήμους του λεκανοπεδίου Αττικής και σε δήμους με πληθυσμό πάνω από εκατό χιλιάδες (100.000) κατοίκους.
Σε κάθε άλλη περίπτωση, η ανωτέρω απόσταση δεν επιτρέπεται να είναι μικρότερη των εκατόν πενήντα (150) μέτρων.
Οι όροι της παραγράφου αυτής ισχύουν και για τη χορήγηση άδειας άσκησης υπαίθριου στάσιμου εμπορίου σε ιδιωτικούς χώρους.
7. Οι αποφάσεις του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου κατά τις παραγράφους 5 και 6, εκδίδονται ύστερα από γνώμη: α) του οικείου επιμελητηρίου, β) του εμπορικού συλλόγου, γ) της ομοσπονδίας επαγγελματιών – βιοτεχνών της περιοχής, δ) του αντιπροσωπευτικότερου σωματείου μικροπωλητών της περιοχής, που καθορίζεται με απόφαση του αρμόδιου κατά περίπτωση δημάρχου ή προέδρου κοινότητας, ε) της εθνικής συνομοσπονδίας ατόμων με ειδικές ανάγκες, στ) των αρμόδιων εφοριών αρχαιοτήτων του Υπουργείου Πολιτισμού, όταν πρόκειται για παρακείμενους αρχαιολογικούς χώρους και ζ) της οικείας υπηρεσίας Τροχαίας.
8. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται κατά την παράγραφο 6, όταν πρόκειται για δήμους με πληθυσμό πάνω από δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) κατοίκους ή για πρωτεύουσες νομών, εκδίδονται ύστερα από γνώμη επιτροπής, που συγκροτείται με απόφαση του οικείου δημάρχου και αποτελείται από έναν εκπρόσωπο του δήμου, ως πρόεδρο, και από έναν εκπρόσωπο των παρακάτω φορέων, που ορίζεται από αυτούς: α) του οικείου επιμελητηρίου, β) του εμπορικού συλλόγου, γ) της ομοσπονδίας επαγγελματιών – βιοτεχνών της περιοχής, δ) του αντιπροσωπευτικότερου σωματείου μικροπωλητών, που καθορίζεται με απόφαση του αρμόδιου δημοτικού συμβουλίου, το οποίο ορίζει, ως εκπρόσωπο του, πρόσωπο το οποίο δραστηριοποιείται στη συγκεκριμένη περιοχή, ε) της εθνικής συνομοσπονδίας ατόμων με ειδικές ανάγκες, στ) των αρμόδιων εφοριών αρχαιοτήτων του Υπουργείου Πολιτισμού, όταν πρόκειται για παρακείμενους αρχαιολογικούς χώρους και ζ) της οικείας υπηρεσίας Τροχαίας.
Η γνώμη της επιτροπής του προηγούμενου εδαφίου παρέχεται μέχρι την 30ή Νοεμβρίου κάθε έτους και ισχύει για το επόμενο έτος.
Όσοι ενδιαφέρονται να αποκτήσουν άδεια άσκησης υπαίθριου στάσιμου εμπορίου υποβάλλουν τις αιτήσεις τους στον αρμόδιο δήμο ή κοινότητα μέχρι την 31η Ιανουαρίου κάθε έτους. Οι αποφάσεις επί των αιτήσεων εκδίδονται μέσα σε ένα (1) μήνα από την ημερομηνία του προηγούμενου εδαφίου.
9. Οι αποφάσεις των νομαρχιακών συμβουλίων, που λαμβάνονται κατά τις παραγράφους 3 και 4, και των δημοτικών ή κοινοτικών συμβουλίων, που λαμβάνονται κατά τις παραγράφους 5 και 6, κοινοποιούνται: α) στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης, όταν πρόκειται για αποφάσεις οργάνων της Ν.Α. Αθηνών – Πειραιώς και δήμων και κοινοτήτων που εμπίπτουν στην περιφέρεια αυτής, β) στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου και στις οικείες περιφέρειες, όταν πρόκειται για αποφάσεις οργάνων των υπόλοιπων Ν.Α. και των δήμων και κοινοτήτων της χώρας.
Δικαιούχοι άδειας από το συνολικό αριθμό των αδειών που χορηγούνται κατά τις παραγράφους 3 και 5 είναι, κατά σειρά προτεραιότητας, τα πρόσωπα των κατωτέρω κατηγοριών, εφόσον πληρούν τις νόμιμες προϋποθέσεις, είναι άνεργα και έχουν υποβάλει αίτηση με τα απαραίτητα δικαιολογητικά:
(α) μέχρι ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%), άτομα με αναπηρία τουλάχιστον εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και τυφλοί,
(β) μέχρι ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%), πολύτεκνοι και τα τέκνα αυτών, καθώς και γονείς με τρία τέκνα,
(γ) μέχρι ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%), ανάπηροι και θύματα ειρηνικής περιόδου του ν. 1370/1944 (ΦΕΚ 82
Α’),
(δ) μέχρι ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%), άτομα με αναπηρία πάνω από πενήντα τοις εκατό (50%), εφόσον δεν οφείλεται σε πολεμικά γεγονότα,
(ε) μέχρι ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%), γονείς ανήλικων τέκνων με ειδικές ανάγκες και γονείς που προστατεύουν άτομα με νοητική υστέρηση, αυτισμό, βαριές αναπηρίες και πολλαπλές ανάγκες εξάρτησης,
(στ) μέχρι ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%), ομογενείς Βορειοηπειρώτες και ομογενείς παλιννοστούντες, που προέρχονται από την πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. και τον Πόντο.
Οι υπόλοιπες άδειες που απομένουν αδιάθετες χορηγούνται με κλήρωση, η οποία διενεργείται μεταξύ των ενδιαφερομένων από το νομαρχιακό, το δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο, κατά περίπτωση.
Κλήρωση διενεργείται και όταν ο αριθμός των προσώπων που υπέβαλαν αίτηση και έχουν προτεραιότητα, υπερβαίνει τον αριθμό των αδειών που αναλογούν στη συγκεκριμένη κατηγορία προσώπων.
Επίσης, κλήρωση διενεργείται και για τον καθορισμό κάθε συγκεκριμένης θέσης όπου πρόκειται να εγκατασταθεί ο κάθε κάτοχος της άδειας άσκησης υπαίθριου στάσιμου εμπορίου.
Όλες οι κληρώσεις διενεργούνται δημοσίως, την ίδια ημέρα. Στις κληρώσεις που διενεργούνται από τις Ν.Α. Αθηνών – Πειραιώς και Θεσσαλονίκης παρίσταται υπάλληλος της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης με Βαθμό Α’ ή ομοιόβαθμος υπάλληλος της οικείας Περιφέρειας, στις κληρώσεις που διενεργούνται από τις υπόλοιπες Ν.Α. της χώρας παρίσταται υπάλληλος της οικείας Περιφέρειας με βρθμό Α και στις κληρώσεις που διενεργούνται από τους δήμους και τις κοινότητες παρίσταται υπάλληλος της οικείας Ν.Α. με βαθμό Α’. Αν δεν εξαντλείται ο αριθμός των προς διάθεση αδειών, οι άδειες που μένουν αδιάθετες χορηγούνται μόνο με την τήρηση της διαδικασίας της παραγράφου αυτής, κατά το επόμενο έτος.
Αν ο αριθμός των αιτήσεων που συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις του νόμου είναι μικρότερος από τον αριθμό των προς διάθεση αδειών, γίνονται δεκτές όλες οι αιτήσεις και διενεργείται κλήρωση μόνο για τη συγκεκριμένη θέση που αντιστοιχεί σε κάθε άδεια.
10. Με απόφαση των δημοτικών και κοινοτικών συμβουλίων, ύστερα από γνώμη των φορέων που αναφέρονται στην παράγραφο 7 ή της επιτροπής που προβλέπεται στην παράγραφο 8, κατά περίπτωση, καθορίζονται τα προϊόντα που πωλούνται, ως παραδοσιακά, στις περιφέρειες των οικείων δήμων και κοινοτήτων.
11. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης, καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις χορήγησης, ανανέωσης, ανάκλησης και τροποποίησης των αδειών άσκησης υπαίθριου εμπορίου, πλανόδιου και στάσιμου, οι προϋποθέσεις αναπλήρωσης των κατόχων των αδειών αυτών από συγγενικά πρόσωπα, άσκησης, από τα πρόσωπα αυτά, εμπορικής δραστηριότητας, η διαδικασία διαπίστωσης της συνδρομής των κριτηρίων στα πρόσωπα των κατηγοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 9 και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.
12. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Πολιτισμού και Τουριστικής Ανάπτυξης, καθορίζονται οι ειδικοί όροι και οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση, ανανέωση και ανάκληση των αδειών άσκησης δραστηριότητας υπαίθριου εμπορίου με ψυχαγωγικό, καλλιτεχνικό ή εκπαιδευτικό αντικείμενο, οι δικαιούχοι των αδειών αυτών, ο χρόνος ισχύος τους, η αναπλήρωση των κατόχων τους από συγγενικά πρόσωπα και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.
Για τη χωροθέτηση των ανωτέρω δραστηριοτήτων, από τα χαρακτηριστικά και το μέγεθος των οποίων επηρεάζεται η λειτουργία, η φυσιογνωμία και η ταυτότητα της πόλης, απαιτείται σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Εργων.»
Αρθρο 2
Το άρθρο 2 του ν. 2323/1995, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 2
1. Για τη συμμετοχή στις εμποροπανηγύρεις και στις υπαίθριες χριστουγεννιάτικες αγορές, απαιτείται άδεια. Η ισχύς της άδειας αυτής δεν μπορεί να υπερβαίνει τις πέντε (5) συναπτές ημέρες, όταν αφορά σε συμμετοχή σε εμποροπανηγύρεις και τις δέκα (10) συναπτές ημέρες, όταν αφορά σε συμμετοχή σε υπαίθριες χριστουγεννιάτικες αγορές. Η ισχύς των αδειών για συμμετοχή σε παραδοσιακές εμποροπανηγύρεις και ζωοπανηγύρεις που τελούνται μία φορά το χρόνο, δεν μπορεί να υπερβαίνει τις επτά (7) συναπτές ημέρες. Οι άδειες χορηγούνται σε εμπόρους και σε όσους κατέχουν άδεια άσκησης υπαίθριου εμπορίου και εκδίδονται με απόφαση του αρμόδιου, κατά τόπο, δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, με την ευκαιρία θρησκευτικών ή επετειακών εορτών και ισχύουν για συγκεκριμένο χώρο και θέση, που προσδιορίζονται με την ίδια απόφαση. Κατ’ εξαίρεση, για τη συμμετοχή σε εμποροπανηγύρεις και υπαίθριες χριστουγεννιάτικες αγορές που τελούνται στα νησιά της χώρας, εκτός από την Κρήτη και την Εύβοια, οι σχετικές άδειες εκδίδονται με απόφαση του κατά τόπο αρμόδιου νομαρχιακού συμβουλίου, εφόσον τα γεωγραφικά όρια κάθε νησιού συμπίπτουν με τα διοικητικά όρια αρμοδιότητας της οικείας νομαρχιακής αυτοδιοίκησης ή οι άδειες αφορούν το νησί, όπου εδρεύει η οικεία Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση. Οι άδειες είναι προσωποπαγείς και δεν επιτρέπονται η μεταβίβαση, η εισφορά, η εκμίσθωση και η παραχώρηση, κατά χρήση, των αδειών της παραγράφου αυτής, καθώς και η άσκηση των δικαιωμάτων που απορρέουν από αυτές, από οποιονδήποτε τρίτο, εκτός από τη σύζυγο και τα τέκνα των κατόχων των αδειών. Το Δημόσιο, Δήμοι ή Κοινότητες και Εκκλησιαστικές Αρχές δεν επιτρέπεται να εκμισθώνουν ή να παραχωρούν κατά χρήση χώρους που προορίζονται για τη λειτουργία εμποροπανηγύρεων ή χριστουγεννιάτικων αγορών σε πρόσωπα που δεν κατέχουν άδεια κατά την παρούσα παράγραφο. Με απόφαση του κατά περίπτωση αρμόδιου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου καθορίζονται τα είδη που επιτρέπεται να πωλούνται στις εμποροπανηγύρεις και στις υπαίθριες χριστουγεννιάτικες αγορές.
2. Το αρμόδιο κατά τόπο νομαρχιακό συμβούλιο, με απόφαση του που εκδίδεται ύστερα από γνώμη: α) των οικείων επιμελητηρίων, β) του εμπορικού συλλόγου και γ) της ομοσπονδίας βιοτεχνών και επαγγελματιών του νομού, καθορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις και κάθε άλλη απαραίτητη λεπτομέρεια για τη λειτουργία αγοράς κατά τις Κυριακές (Κυριακάτικη Αγορά), σε προκαθορισμένους χώρους της περιφέρειας του οικείου νομού. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται και τα είδη που επιτρέπεται να πωλούνται στην ανωτέρω αγορά.
Για τη συμμετοχή στην Κυριακάτικη Αγορά απαιτείται η κατοχή άδειας που χορηγείται με απόφαση του οικείου νομαρχιακού συμβουλίου, σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου. Οι άδειες είναι προσωποπαγείς και δεν επιτρέπονται η μεταβίβαση, η εισφορά, η εκμίσθωση και η παραχώρηση, κατά χρήση, των αδειών της παραγράφου αυτής, καθώς και η άσκηση των δικαιωμάτων που απορρέουν από αυτές, από οποιονδήποτε τρίτο. Το Δημόσιο, Δήμοι ή Κοινότητες και Εκκλησιαστικές Αρχές δεν επιτρέπεται να εκμισθώνουν ή να παραχωρούν κατά χρήση χώρους που προορίζονται για τη λειτουργία εμποροπανηγύρεων ή χριστουγεννιάτικων αγορών σε πρόσωπα που δεν κατέχουν άδεια κατά την παρούσα παράγραφο.
3. Η λειτουργία Κυριακάτικων Αγορών επιτρέπεται με απόφαση του κατά τόπο αρμόδιου νομαρχιακού συμβουλίου, ύστερα από εισήγηση του οικείου δημοτικού συμβουλίου, στις πόλεις της Ν.Α. Αθηνών – Πειραιώς, με πληθυσμό πάνω από εκατό χιλιάδες (100.000) κατοίκους και στις πόλεις των άλλων Ν.Α., με πληθυσμό πάνω από είκοσι χιλιάδες (20.000) κατοίκους, σύμφωνα με τα στοιχεία της τελευταίας απογραφής.
4. Τα έσοδα που προέρχονται από την έκδοση αδειών για συμμετοχή σε Κυριακάτικη Αγορά περιέρχονται στον οικείο Δήμο, στην περιφέρεια του οποίου λειτουργεί η Αγορά.»
Αρθρο 3
Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 5 του ν. 2323/1995, όπως ισχύει, αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Ανεξάρτητα από τις ποινικές κυρώσεις που προβλέπονται στον Αγορανομικό Κώδικα (ν.δ. 136/1946, ΦΕΚ 298 Α’) για τις παρακάτω παραβάσεις, επιβάλλεται μόνο η διοικητική κύρωση του προστίμου, ως εξής:
α) για έλλειψη άδειας, πρόστιμο χιλίων (1.000) ευρώ,
β) για αυθαίρετη αλλαγή χώρου, μη τήρηση ωραρίου, μη αυτοπρόσωπη προσέλευση, μη τοποθέτηση ζυγού σε εμφανές σημείο, μη τοποθέτηση πινακίδων σε κάθε προϊόν με τις ενδείξεις της τιμής πώλησης ή της ποιότητας ή της προέλευσης του προϊόντος, καθώς και μη αναγραφή της αληθούς προέλευσης αυτού και μη τοποθέτηση ειδικής πινακίδας με τον αριθμό της άδειας και το όνομα του κατόχου της, πρόστιμο τριακοσίων (300) ευρώ, για καθεμία από τις ανωτέρω παραβάσεις και
γ) για διάθεση προϊόντων τα οποία δεν συνοδεύονται από τα παραστατικά που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις, πρόστιμο πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ.
2. Για τις παραβάσεις που δεν αναφέρονται στην παράγραφο 1, με απόφαση της αρχής που χορηγεί τη συγκεκριμένη άδεια, επιβάλλεται πρόστιμο από τριακόσια (300) έως πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητα της παράβασης. Η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου εκδίδεται το αργότερο μέσα σε ένα μήνα από την ημερομηνία βεβαίωσης της παράβασης από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα. Σε περίπτωση που διαπραχθούν περισσότερες από τρεις παραβάσεις, το πρόστιμο διπλασιάζεται και η αρμόδια αρχή μπορεί να ανακαλεί, προσωρινά ή οριστικά, την άδεια.
Τα πρόστιμα επιβάλλονται αμέσως, μετά τη βεβαίωση της παράβασης από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα που προβλέπονται στην παράγραφο 7 του άρθρου αυτού.»
Αρθρο 4
Το άρθρο 7 του ν. 2323/1995 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 7
1. Ο Γενικός Γραμματέας Περιφέρειας μπορεί με απόφαση του να εγκρίνει την ίδρυση, τη μετακίνηση ή την κατάργηση λαϊκών αγορών στην περιφέρεια των Ν.Α. Αθηνών – Πειραιώς και Θεσσαλονίκης, ύστερα από πρόταση του Δ.Σ. του οικείου Οργανισμού Λαϊκών Αγορών και γνώμη του οικείου δημοτικού συμβουλίου και της υπηρεσίας Τροχαίας.
2. Με απόφαση των, κατά τόπους, αρμόδιων νομαρχιακών συμβουλίων επιτρέπεται να ιδρύονται, να μετακινούνται και να καταργούνται λαϊκές αγορές στις περιφέρειες των οικείων νομών, ύστερα από γνώμη της επιτροπής που συγκροτείται με απόφαση του αρμόδιου νομαρχιακού συμβουλίου και αποτελείται: 1) από τον προϊστάμενο της υπηρεσίας Εμπορίου της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, ως πρόεδρο και 2) από έναν εκπρόσωπο: α) του οικείου Δήμου, β) του οικείου Επιμελητηρίου, γ)του οικείου Εμπορικού Συλλόγου, δ) της υπηρεσίας Τροχαίας, ε) της αρμόδιας Εφορίας Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Πολιτισμού, στ) της υπηρεσίας Πολεοδομίας, ζ) της Ομοσπονδίας ή του Συλλόγου Επαγγελματιών πωλητών λαϊκών αγορών της οικείας Ν.Α. και η) της Ομοσπονδίας ή του Συλλόγου παραγωγών πωλητών λαϊκών αγορών της οικείας Ν.Α..
3. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Αθήνας -Πειραιά ή Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα, καθορίζονται ο αριθμός των προς διάθεση αδειών και το είδος αυτών, για τις λαϊκές αγορές της Περιφέρειας των Ν.Α. Αθηνών -Πειραιώς και Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα, ανάλογα με τον αριθμό των αδειών που έχουν προηγουμένως διαγραφεί και τις πραγματικές ανάγκες των λαϊκών αγορών.
Ο αρμόδιος, κατά περίπτωση, Οργανισμός Λαϊκών Αγορών, εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Ανάπτυξης, προκηρύσσει τις προς διάθεση άδειες. Η προκήρυξη του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών δημοσιεύεται σε δύο τουλάχιστον ημερήσιες εφημερίδες πανελλήνιας κυκλοφορίας και τοιχοκολλάται στα καταστήματα του Υπουργείου Ανάπτυξης (Γενικής Γραμματείας Εμπορίου), των Οργανισμών Λαϊκών Αγορών Αθήνας – Πειραιά ή Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα, και των Ν.Α. Αθηνών – Πειραιώς ή Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα, και αναρτάται στην επίσημη ιστοσελίδα της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου.
4. Όσοι ενδιαφέρονται να αποκτήσουν άδεια επαγγελματία πωλητή λαϊκών αγορών, υποβάλλουν τις αιτήσεις τους με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, μέσα στην προθεσμία που καθορίζεται στην προκήρυξη, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών.
Οι αιτήσεις υποβάλλονται σε τριμελή επιτροπή, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και αποτελείται από έναν εκπρόσωπο του Υπουργού, που ορίζεται ως πρόεδρος, έναν υπάλληλο της Διεύθυνσης του Υπουργείου Ανάπτυξης που εποπτεύει τον Οργανισμό Λαϊκών Αγορών Αθήνας – Πειραιά ή της Διεύθυνσης Εμπορίου της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα, και έναν εκπρόσωπο που ορίζεται από το Δ.Σ. του οικείου Οργανισμού Λαϊκών Αγορών. Με την απόφαση συγκρότησης της επιτροπής ορίζονται ο γραμματέας της και το προσωπικό που επικουρούν το έργο της, από υπαλλήλους του Υπουργείου Ανάπτυξης ή της Ν.Α. Θεσσαλονίκης. Τα μέλη της επιτροπής, ο γραμματέας και το βοηθητικό προσωπικό αμείβονται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, σε βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού των Οργανισμών Λαϊκών Αγορών. Εντός τριάντα (30) ημερών από την εκπνοή της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων, η Επιτροπή συντάσσει πίνακα στον οποίο αναγράφονται, σύμφωνα με το είδος και την κατηγορία των προϊόντων, οι ενδιαφερόμενοι των οποίων οι αιτήσεις τους συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις χορήγησης της αντίστοιχης, κατά την προκήρυξη, άδειας επαγγελματία πωλητή λαϊκών αγορών. Ο πίνακας τοιχοκολλάται στο κατάστημα του, κατά περίπτωση, αρμόδιου Οργανισμού Λαϊκών Αγορών. Κάθε ενδιαφερόμενος που δεν αναγράφεται στον πίνακα μπορεί να ασκήσει ένσταση ενώπιον της Επιτροπής εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών, από την ημερομηνία τοιχοκόλλησης του πίνακα. Η επιτροπή αποφαίνεται επί των ενστάσεων εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών, από την ημερομηνία της υποβολής τους. Αν η ένσταση γίνει δεκτή, ο ενδιαφερόμενος αναγράφεται στον πίνακα.
5. Με απόφαση του οικείου νομαρχιακού συμβουλίου κάθε Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης εκτός των Ν.Α. Αθηνών – Πειραιώς και Θεσσαλονίκης, που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του οικείου νομαρχιακού συμβουλίου και γνώμη της οικείας επιτροπής που συγκροτείται κατά την παρούσα παράγραφο, καθορίζεται ο αριθμός των προς διάθεση αδειών, ανάλογα με τον αριθμό των αδειών που έχουν προηγουμένως διαγραφεί και τις πραγματικές ανάγκες των λαϊκών αγορών κάθε Ν.Α..
Εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την έκδοση της απόφασης του προηγούμενου εδαφίου, ο οικείος νομάρχης προκηρύσσει τις υφιστάμενες κενές ή τις συνιστώμενες νέες θέσεις, κατ’ αντιστοιχία με το είδος των επαγγελματικών αδειών. Η προκήρυξη δημοσιεύεται σε δύο τουλάχιστον τοπικές ημερήσιες εφημερίδες και τοιχοκολλάται στο κεντρικό κατάστημα της οικείας Ν.Α..
Όσοι ενδιαφέρονται να αποκτήσουν άδεια επαγγελματία πωλητή λαϊκών αγορών, υποβάλλουν τις αιτήσεις τους με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, μέσα στην προθεσμία που καθορίζεται στην προκήρυξη, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών.
Οι αιτήσεις υποβάλλονται σε τριμελή επιτροπή η οποία συγκροτείται με απόφαση του αρμόδιου Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας και αποτελείται από δύο υπαλλήλους της οικείας περιφέρειας, εκ των οποίων ο ένας ορίζεται ως πρόεδρος, και έναν υπάλληλο της αρμόδιας Ν.Α..
Με την απόφαση συγκρότησης της επιτροπής ορίζονται ο γραμματέας της και το προσωπικό που επικουρούν το έργο αυτής, από υπαλλήλους της οικείας περιφέρειας ή Ν.Α.. Εντός τριάντα (30) ημερών από την εκπνοή της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων, η Επιτροπή συντάσσει πίνακα στον οποίο αναγράφονται, σύμφωνα με το είδος και την κατηγορία των προϊόντων, οι ενδιαφερόμενοι των οποίων οι αιτήσεις τους συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις χορήγησης της αντίστοιχης, κατά την προκήρυξη, άδειας επαγγελματία πωλητή λαϊκών αγορών. Ο πίνακας τοιχοκολλάται στο κεντρικό κατάστημα της οικείας Ν.Α.. Κάθε ενδιαφερόμενος που δεν αναγράφεται στον πίνακα μπορεί να ασκήσει ένσταση ενώπιον της Επιτροπής, εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία τοιχοκόλλησης του πίνακα. Η
Επιτροπή αποφαίνεται επί των ενστάσεων εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία υποβολής τους. Αν η ένσταση γίνει δεκτή, ο ενδιαφερόμενος αναγράφεται στον πίνακα.
6. Δικαιούχοι άδειας επαγγελματία πωλητή λαϊκών αγορών, από το συνολικό αριθμό των προς διάθεση αδειών, είναι κατά σειρά προτεραιότητας τα πρόσωπα των παρακάτω κατηγοριών, εφόσον είναι άνεργα:
α) μέχρι ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%), γονείς παιδιών με ειδικές ανάγκες και γονείς που προστατεύουν άτομα με νοητική υστέρηση, αυτισμό, βαριές αναπηρίες και πολλαπλές ανάγκες εξάρτησης,
β) μέχρι ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%), πολύτεκνοι και τα τέκνα αυτών, καθώς και γονείς με τρία τέκνα,
γ) μέχρι ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%), ανάπηροι που μπορούν να ασκήσουν επάγγελμα, εφόσον δεν λαμβάνουν σύνταξη από οποιονδήποτε ασφαλιστικό φορέα,
δ) μέχρι ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%), άτομα απεξαρτημένα από τα ναρκωτικά και το αλκοόλ,
ε) μέχρι ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%), ομογενείς Βορειοηπειρώτες και ομογενείς παλιννοστούντες που προέρχονται από την πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. και τον Πόντο,
στ) μέχρι ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%), πρόσωπα τα οποία, κατά τα τρία τελευταία χρόνια εργάστηκαν, αποδεδειγμένα, ως υπάλληλοι πωλητών λαϊκών αγορών ή είναι κάτοχοι άδειας άσκησης υπαίθριου εμπορίου,
ζ) μέχρι ποσοστό τρία τοις εκατό (3%), πρόσωπα τα οποία ασκούσαν εμπορία κατά το κύριο επάγγελμα και αδυνατούν να συνεχίσουν την άσκηση της, για λόγους νομικούς και οικονομικούς, εφόσον έχουν συμπληρώσει το εξηκοστό έτος της ηλικίας.
Οι υπόλοιπες άδειες χορηγούνται με κλήρωση στην οποία μετέχουν όσοι έχουν υποβάλει αίτηση και είναι άνεργοι.
Κλήρωση διενεργείται όταν ο αριθμός των προσώπων τα οποία έχουν προτεραιότητα, κατά κατηγορία, υπερβαίνει τον αριθμό των αδειών που αναλογεί σε κάθε κατηγορία προσώπων.
Αν ο αριθμός των αιτήσεων είναι μικρότερος από τον αριθμό των προς χορήγηση αδειών, οι επιπλέον άδειες χορηγούνται μόνο ύστερα από νέα προκήρυξη και τήρηση της προβλεπόμενης διαδικασίας.
Όλες οι κληρώσεις διενεργούνται δημοσίως, την ίδια ημέρα, από τις επιτροπές που προβλέπονται στις παραγράφους 4 και 5 του παρόντος άρθρου.
7. Όσοι παράγουν πρωτογενή προϊόντα γης (στα οποία περιλαμβάνονται και τα άνθη), αλιείας και ιχθυοκαλλιέργειας, μπορούν να διαθέτουν αυτά στις λαϊκές αγορές, εφόσον κατέχουν άδεια παραγωγού. Η άδεια παραγωγού ισχύει για τις λαϊκές αγορές όλης της χώρας και χορηγείται: (α) με απόφαση του Δ.Σ. του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Αθήνας – Πειραιά ή Θεσσαλονίκης, κατά περίπτωση, όταν ο παραγωγός κατοικεί ή διαμένει μονίμως στα διοικητικά όρια των Ν.Α. Αθηνών – Πειραιώς ή Θεσσαλονίκης αντίστοιχα και (β) με απόφαση του οικείου νομαρχιακού συμβουλίου, όταν ο παραγωγός κατοικεί ή διαμένει μονίμως στα διοικητικά όρια των υπόλοιπων Ν.Α..
Αδεια παραγωγού χορηγείται και σε πρόσωπα τα οποία συμβάλλουν, από κοινού, στην παραγωγή προϊόντων με τον κάτοχο γεωργικής εκμετάλλευσης και έχουν με αυτόν σχέση συγγένειας, εξ αίματος, μέχρι τρίτου βαθμού ή εξ αγχιστείας μέχρι δεύτερου. Η άδεια παραγωγού ισχύει για έξι (6) μήνες και για όλα τα προϊόντα που πωλούνται στις λαϊκές αγορές και μπορεί να ανανεώνεται, μία ή περισσότερες φορές, για ίσο χρόνο, κάθε φορά.
Όσοι κατέχουν άδεια παραγωγού δεν μπορούν να διαθέτουν στις λαϊκές αγορές προϊόντα τα οποία δεν προέρχονται από την παραγωγή τους, καθώς και προϊόντα που είναι τοποθετημένα σε αποθήκες και ψυγεία.
8. Οι θέσεις που καταλαμβάνουν οι πωλητές προϊόντων στους χώρους των λαϊκών αγορών, καθορίζονται σύμφωνα με τον συνολικό αριθμό των υφιστάμενων θέσεων κατά κατηγορία προϊόντων, τον αριθμό των πωλητών συγκεκριμένου είδους προϊόντων, τα είδη των πωλούμενων προϊόντων και την ποσότητα αυτών. Οι επαγγελματίες πωλητές, που δεν διαθέτουν πρωτογενή προϊόντα γης (στα οποία περιλαμβάνονται και τα άνθη), αλιείας και ιχθυοκαλλιέργειας και δεν είναι κάτοχοι άδειας παραγωγού, τοποθετούνται στην αρχή ή στο τέλος των λαϊκών αγορών, με τρόπο που τους καθιστά απολύτως διακριτούς από τους άλλους πωλητές των παραπάνω κατηγοριών. Η τοποθέτηση των πωλητών γίνεται με αποφάσεις του αρμόδιου, κατά περίπτωση, Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Αθήνας – Πειραιά ή Θεσσαλονίκης, στις λαϊκές αγορές που ανήκουν στην αρμοδιότητα τους και με αποφάσεις των νομαρχιακών συμβουλίων των οικείων Ν.Α. στις υπόλοιπες λαϊκές αγορές.
9. Με την επιφύλαξη της επόμενης παραγράφου και ανεξάρτητα από τις ποινικές κυρώσεις που επιβάλλονται με τις διατάξεις του Αγορανομικού Κώδικα, σε όσους παραβαίνουν τους όρους και τις προϋποθέσεις λειτουργίας των λαϊκών αγορών επιβάλλονται, με απόφαση της αρχής που εκδίδει τη συγκεκριμένη άδεια, οι ακόλουθες διοικητικές κυρώσεις: α) πρόστιμο τριακοσίων (300) μέχρι είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητα της παράβασης, β) προσωρινή ή οριστική ανάκληση της άδειας. Αν διαπραχθούν περισσότερες από τρεις (3) παραβάσεις, το πρόστιμο διπλασιάζεται και η αρμόδια αρχή μπορεί να ανακαλεί, προσωρινά ή οριστικά, την άδεια. Η απόφαση με την οποία επιβάλλεται πρόστιμο ή ανακαλείται η άδεια εκδίδεται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία βεβαίωσης της σχετικής παράβασης.
10. Ανεξάρτητα από τις ποινικές κυρώσεις που επιβάλλονται με τις διατάξεις του Αγορανομικού Κώδικα για τις παρακάτω παραβάσεις επιβάλλονται μόνο η διοικητική κύρωση του προστίμου, ως εξής:
α) για έλλειψη άδειας, πρόστιμο χιλίων (1.000) ευρώ,
β) για έλλειψη του τριπλότυπου δελτίου αποστολής, κατά το άρθρο 7α, καθώς και τιμολογίων, εν γένει, και λοιπών παραστατικών, πρόστιμο πεντακοσίων (500) ευρώ,
γ) για μη τήρηση όρων καθαριότητας, μη τήρηση ωραρίου, αυθαίρετη κατάληψη θέσης ή αλλαγή αγοράς, μη αυτοπρόσωπη προσέλευση, μη τοποθέτηση ζυγού σε εμφανές σημείο, μη τοποθέτηση πινακίδων για κάθε πωλούμενο προϊόν με τις ενδείξεις της τιμής πώλησης ή της ποιότητας ή της προέλευσης αυτού, καθώς και η αναγραφή αναληθούς προέλευσης του προϊόντος, μη τοποθέτηση ειδικής πινακίδας με τον αριθμό άδειας και το όνομα του κατόχου αυτής και χρήση βοηθητικού προσώπου, χωρίς την τήρηση των διατάξεων του παρόντος, πρόστιμο τριακοσίων (300) ευρώ, για καθεμία από τις παραβάσεις αυτές.
Τα πρόστιμα επιβάλλονται αμέσως μετά τη βεβαίωση της παράβασης από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα, που προβλέπονται στην παράγραφο 7 του άρθρου 5, εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε., ν.δ. 356/1974, ΦΕΚ 90 Α’) και διατίθενται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7β.
Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 5 εφαρμόζονται ανάλογα και στα πρόστιμα του παρόντος άρθρου. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης ρυθμίζεται η διαδικασία επιβολής των προστίμων, καθώς και η αναπροσαρμογή τους, ανάλογα με τις επικρατούσες, κάθε φορά, οικονομικές συνθήκες.
11. Την ευθύνη της τήρησης των διατάξεων του νόμου αυτού έχουν: α) στους χώρους των λαϊκών αγορών που λειτουργούν στην περιφέρεια αρμοδιότητας των Οργανισμών Λαϊκών Αγορών Αθήνας – Πειραιά και Θεσσαλονίκης, οι οργανισμοί αυτοί, τα Κλιμάκια Ελέγχου που προβλέπονται από το άρθρο 7α και οι αρμόδιες υπηρεσίες των Ν.Α. Αθηνών – Πειραιά και Θεσσαλονίκης κατά περίπτωση και β) στους χώρους των λαϊκών αγορών που λειτουργούν στις περιφέρειες των υπόλοιπων Ν.Α., τα Κλιμάκια Ελέγχου που προβλέπονται από το άρθρο 7α, οι αρμόδιες υπηρεσίες των οικείων Ν.Α., η Δημοτική Αστυνομία και η Ελληνική Αστυνομία (ΕΛ.ΑΣ.), σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 159 έως 161 του π.δ.141/1991 (ΦΕΚ 58 Α’), όταν δεν υπάρχει ή δεν επαρκεί η Δημοτική Αστυνομία και κριθεί απαραίτητο από τον αρμόδιο νομάρχη.
12. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης, ρυθμίζονται τα θέματα λειτουργίας των λαϊκών αγορών σε όλη τη χώρα και καθορίζονται τα προϊόντα που διατίθενται σε αυτές, τα είδη των επαγγελματικών αδειών, οι όροι, οι προϋποθέσεις και τα κριτήρια χορήγησης αυτών, η διαδικασία διαπίστωσης της συνδρομής των κριτηρίων στα πρόσωπα των κατηγοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 7, η ανανέωση, η προσωρινή και οριστική ανάκληση, η μεταβίβαση και η αναθεώρηση των επαγγελματικών αδειών, η συγκρότηση, γενικώς, επιτροπών και επιτροπών Ελέγχου της λειτουργίας των λαϊκών αγορών και των παραγωγών αγροτικών προϊόντων στους τόπους παραγωγής, οι διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλονται με αποφάσεις των Δ.Σ. των Οργανισμών Λαϊκών Αγορών Αθήνας – Πειραιά και Θεσσαλονίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 24 του ν. 1470/1938, η διαδικασία επιβολής διοικητικών κυρώσεων και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.»
Αρθρο 5
Το άρθρο 17 του ν. 1023/1980 (ΦΕΚ 47 Α’), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 17
1. Οι επαγγελματίες πωλητές και παραγωγοί που προσέρχονται στους χώρους των λαϊκών αγορών υποχρεούνται να καταβάλουν ημερήσιο δικαίωμα. Το ύψος του δικαιώματος αυτού, η διαδικασία και ο τρόπος καταβολής και είσπραξης του, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια ρυθμίζονται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης.
2. Οι επαγγελματίες πωλητές των λαϊκών αγορών υποχρεούνται στην καταβολή του ημερήσιου δικαιώματος που ορίζεται στην προηγούμενη παράγραφο, το οποίο αντιστοιχεί σε είκοσι πέντε (25) ημέρες κάθε ημερολογιακού μήνα, ανεξάρτητα – από την προσέλευση τους στις λαϊκές αγορές. Από την υποχρέωση που καθορίζεται στο προηγούμενο εδάφιο απαλλάσσονται οι επαγγελματίες πωλητές, οι οποίοι δεν προσέρχονται στις λαϊκές αγορές λόγω ανικανότητας τους προς εργασία, η οποία διαρκεί περισσότερο από ένα (1) μήνα και βεβαιώνεται από τον αρμόδιο ασφαλιστικό φορέα.
3. Οι παραγωγοί που κατέχουν άδεια προσέλευσης στις λαϊκές αγορές, υποχρεούνται στην καταβολή του ημερήσιου δικαιώματος, μόνον για όσες ημέρες προσέρχονται σε αυτές.
4. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται τα ποσοστά του ημερήσιου δικαιώματος που προβλέπεται στην παράγραφο 1, τα οποία περιέρχονται στους Οργανισμούς Λαϊκών Αγορών Αθήνας – Πειραιά και Θεσσαλονίκης, στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις και στους Δήμους, όπου λειτουργούν λαϊκές αγορές. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται και ποσοστό επί του συνόλου του ημερήσιου δικαιώματος, το οποίο αποδίδεται στην Πανελλαδική Ομοσπονδία Συλλόγων Παραγωγών Αγροτικών Προϊόντων Πωλητών Λαϊκών Αγορών, στην Πανελλήνια Ομοσπονδία Σωματείων Πωλητών Λαϊκών Αγορών και σε οποιονδήποτε φορέα με όμοιο σκοπό. Το ποσό που αποδίδεται στις ανωτέρω Ομοσπονδίες μπορεί να διατίθεται για τον εκσυγχρονισμό, τη βελτίωση της λειτουργίας και την προβολή των λαϊκών αγορών, καθώς και για την κάλυψη μέρους των λειτουργικών αναγκών των Ομοσπονδιών αυτών. Η διάθεση του ποσού αυτού από τις Ομοσπονδίες για τους ανωτέρω σκοπούς επιτρέπεται ύστερα από έγκριση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης. Το χρηματικό ποσό που αποδίδεται στις Ομοσπονδίες κατατίθεται σε ειδικό λογαριασμό, που τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος με τίτλο «Ειδικός Λογαριασμός Ταμείου Λαϊκών Αγορών για την ενίσχυση των Ομοσπονδιών που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 17 του ν. 1023/1980». Οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία διάθεσης του ποσού που αποδίδεται στις Ομοσπονδίες, καθώς και η αναπροσαρμογή του ποσού αυτού και κάθε σχετική λεπτομέρεια, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης.»
Αρθρο 6
Μετά το άρθρο 7ε του ν. 2323/1995 προστίθεται άρθρο 7στ ως εξής:
«Αρθρο 7στ
Οργανισμός Λαϊκών Αγορών Αθήνας – Πειραιά
1. Ο Οργανισμός Λαϊκών Αγορών Αθήνας – Πειραιά διοικείται από δεκαπενταμελές Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) το οποίο αποτελείται από:
α) τον διευθυντή της Διεύθυνσης Τροφίμων και Ποτών του Υπουργείου Ανάπτυξης,
β) έναν εκπρόσωπο του Συλλόγου Εργαζομένων στον Οργανισμό Λαϊκών Αγορών Αθήνας – Πειραιά,
γ) έναν εκπρόσωπο της Τοπικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων της Ν.Α. Αθηνών – Πειραιώς,
δ) έναν εκπρόσωπο του Ενιαίου Φορέα Ελέγχου Τροφίμων (Ε.Φ.Ε.Τ.),
ε) έναν εκπρόσωπο του Εθνικού Συμβουλίου Καταναλωτών Ελλάδος,
στ) δύο εκπροσώπους της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Σωματείων Επαγγελματιών Πωλητών Λαϊκών Αγορών,
ζ) δύο εκπροσώπους της Πανελλαδικής Ομοσπονδίας Συλλόγων Παραγωγών Αγροτικών Προϊόντων Πωλητών Λαϊκών Αγορών,
η) έναν εκπρόσωπο της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ.),
θ) έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων,
ι) τρία πρόσωπα που ορίζονται από τον Υπουργό Ανάπτυξης,
ια) έναν εκπρόσωπο της Ν.Α. Αθηνών – Πειραιώς.
Τα μέλη του Δ.Σ. με τους αναπληρωτές τους ορίζονται από τους οικείους φορείς.
2. Η θητεία των μελών του Δ.Σ. είναι διετής. Τα μέλη του Δ.Σ. διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης. Με την ίδια απόφαση ορίζονται, ως πρόεδρος του Δ.Σ., ένα από τα πρόσωπα της περίπτωσης ι’ της προηγούμενης παραγράφου και ως αντιπρόεδρος, ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Τιμών, Τροφίμων και Ποτών του Υπουργείου Ανάπτυξης. Στο Δ.Σ. συμμετέχει ως εισηγητής χωρίς δικαίωμα ψήφου ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Αθήνας – Πειραιά.
Χρέη γραμματέα εκτελεί υπάλληλος του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Αθήνας – Πειραιά που ορίζεται, μαζί με τον αναπληρωτή του, από τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται οι αρμοδιότητες του Προέδρου και του Αντιπροέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου και ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν τη σύγκληση, την απαρτία, την ψηφοφορία, την αναπλήρωση των μελών και γενικά τη λειτουργία αυτού.
3. Το Δ.Σ. του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Αθήνας -Πειραιά έχει τις εξής αρμοδιότητες:
α) δίδει τις γενικές κατευθύνσεις και ασκεί έλεγχο επί των εργασιών του Οργανισμού,
β) εισηγείται στον Υπουργό Ανάπτυξης κάθε πρόσφορο μέτρο για την αποτελεσματική οργάνωση και λειτουργία των αγορών,
γ) αποφασίζει για θέματα εσωτερικής οργάνωσης και λειτουργίας του Οργανισμού,
δ) επιβάλλει διοικητικές κυρώσεις στους πωλητές λαϊκών αγορών, σε περιπτώσεις παραβάσεων των κείμενων διατάξεων,
ε) αποφασίζει για θέματα εύρυθμης λειτουργίας και ελέγχου των λαϊκών αγορών,
στ) αναθέτει στις υπηρεσίες του Οργανισμού την άσκηση των αρμοδιοτήτων του, όπου κρίνει τούτο σκόπιμο,
ζ) αποφασίζει για την πραγματοποίηση ερευνών, σεμιναρίων, διαφημιστικών και επικοινωνιακών ενεργειών και γενικότερα προβαίνει σε κάθε δραστηριότητα για την επίτευξη των στόχων του,
η) γνωμοδοτεί για τον αριθμό και το είδος των χορηγούμενων αδειών επαγγελματιών πωλητών λαϊκών αγορών,
θ) συντάσσει, τροποποιεί και υποβάλλει, για έγκριση, στον Υπουργό Ανάπτυξης τον ετήσιο προϋπολογισμό και τον οικονομικό απολογισμό,
ι) διαπραγματεύεται με τους, κατά περίπτωση, αρμόδιους Δήμους, τα ετήσια τέλη καθαριότητας και αποκομιδής απορριμμάτων από τους χώρους όπου λειτουργούν λαϊκές αγορές.
4. Με απόφαση του Δ.Σ. του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Αθήνας – Πειραιά, ύστερα από πρόταση του προέδρου αυτού, μπορεί να προσλαμβάνονται μέχρι δύο (2) επιστημονικοί συνεργάτες του προέδρου, για χρόνο ίσο με το χρόνο της θητείας του. Οι αποδοχές των επιστημονικών συνεργατών καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, ύστερα από πρόταση του Δ.Σ. του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Αθήνας – Πειραιά, η οποία υπόκειται στην έγκριση του Υπουργού Ανάπτυξης.
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, που εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α’), καθορίζεται η αμοιβή του προέδρου, των μελών, του εισηγητή και του γραμματέα του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Αθήνας – Πειραιά.
6. Οι πόροι του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Αθήνας -Πειραιά αποτελούνται από επιχορηγήσεις του Κρατικού Προϋπολογισμού και του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων, δάνεια που συνάπτει και δωρεές, χορηγίες, κληρονομιές και κληροδοσίες που αποδέχεται ο Οργανισμός, τόκους από καταθέσεις, τυχόν επιχορηγήσεις από ειδικούς λογαριασμούς του Υπουργείου Ανάπτυξης, έσοδα από εκμετάλλευση περιουσιακών στοιχείων και έσοδα από συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ενωσης ή άλλων Ελληνικών ή Διεθνών Οργανισμών, πρόστιμα που επιβάλλονται με αποφάσεις του Δ.Σ. του οργανισμού Λαϊκών Αγορών Αθήνας – Πειραιά και το ημερήσιο δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 17 του ν. 1023/1980 (ΦΕΚ 47 Α’).»
Αρθρο 7
Η περίπτωση α’ του άρθρου 7β του ν. 2323/1995, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«α. Τα πρόστιμα που επιβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 5, πλην της παρ. 6 αυτού και το άρθρο 7, καθώς και τα πρόστιμα που επιβάλλονται από τη Δημοτική Αστυνομία, αποτελούν έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού. Τα έσοδα αυτά διατίθενται: α) για την αμοιβή των μελών των Κλιμακίων Ελέγχου Λαϊκών Αγορών και Υπαίθριου Εμπορίου που λειτουργούν στη Ν. Α. Αθηνών – Πειραιώς, μέσω ειδικού κωδικού που εγγράφεται στον προϋπολογισμό της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης, όταν προέρχονται από πρόστιμα που επιβάλλονται για παραβάσεις οι οποίες τελούνται στην περιφέρεια της Ν.Α. Αθηνών – Πειραιώς και β) για την αμοιβή των μελών των Κλιμακίων Ελέγχου Λαϊκών Αγορών και Υπαίθριου Εμπορίου, που λειτουργούν στις υπόλοιπες Ν.Α., μέσω ειδικού κωδικού, που εγγράφεται στον προϋπολογισμό της οικείας Ν.Α., όταν προέρχονται από πρόστιμα που επιβάλλονται για παραβάσεις οι οποίες τελούνται εκτός της περιφέρειας της Ν.Α. Αθηνών – Πειραιώς. Το ύψος της αμοιβής των μελών των παραπάνω κλιμακίων, ο τρόπος καταβολής αυτής και κάθε άλλη λεπτομέρεια καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης.»
Αρθρο 8
Η παρ. 1 του άρθρου 7γ του ν. 2323/1995, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Από τη Διεύθυνση Εμπορίου κάθε Ν.Α. τηρείται Μητρώο, στο οποίο εγγράφονται υποχρεωτικά τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που είναι εγκατεστημένα στον
οικείο νομό και πωλούν χονδρικώς πρωτογενή προϊόντα γης (στα οποία περιλαμβάνονται και τα άνθη), αλιείας και ιχθυοκαλλιέργειας. Το Μητρώο Χονδρεμπόρων τηρείται και σε ηλεκτρονική μορφή. Πρόσβαση σε όλα τα στοιχεία του Μητρώου έχει η οικεία Περιφέρεια και η Γενική Γραμματεία Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης.
Από τη Γενική Γραμματεία Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης τηρείται Γενικό Μητρώο στο οποίο εγγράφονται, υποχρεωτικά, τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που είναι εγγεγραμμένα στα Μητρώα Χονδρεμπόρων όλων των Ν.Α. της Χώρας. Οι εγγραφές στο Γενικό Μητρώο γίνονται με βάση τα στοιχεία των Μητρώων των Ν.Α. και τα στοιχεία που διαθέτει η Γενική Γραμματεία Εμπορίου. Η εγγραφή στα ανωτέρω Μητρώα περιλαμβάνει το όνομα και την επωνυμία, την κατοικία και την έδρα των φυσικών και νομικών προσώπων, αντίστοιχα, τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.), το συνολικό κύκλο εργασιών και τον κύκλο εργασιών από την πώληση συγκεκριμένου προϊόντος, την εταιρική μορφή, τους διαχειριστές και τα μέλη του Δ.Σ. των νομικών προσώπων. Στα Μητρώα αναγράφονται και όσες επιχειρήσεις είναι συνδεδεμένες με τις χονδρεμπορικές, κατά την έννοια του άρθρου 4οτ του ν. 703/1977 (ΦΕΚ 278 Α’) και δραστηριοποιούνται στην παραγωγή, στην εισαγωγή και στο χονδρικό ή λιανικό εμπόριο πρωτογενών προϊόντων γης (στα οποία περιλαμβάνονται και τα άνθη), αλιείας και ιχθυοκαλλιέργειας.
Ο Υπουργός Ανάπτυξης μπορεί, όταν επιβάλλεται από τις ανάγκες ευρυθμίας και ελέγχου της αγοράς, να αναζητεί από αρμόδιες αρχές και δημόσιες υπηρεσίες, στοιχεία που αφορούν την επιχειρηματική δραστηριότητα χονδρεμπόρων και χονδρεμπορικών επιχειρήσεων, τα οποία διαβιβάζει και στην Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης ρυθμίζονται τα θέματα της τήρησης των Μητρώων, η επιβολή προστίμων για τη μη παροχή ή τη μη προσήκουσα παροχή στοιχείων από τους εγγραφόμενους στα Μητρώα και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.»
Αρθρο 9
Η παράγραφος 2 του άρθρου 8α του ν. 2323/1995, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«2.α) Ο Οργανισμός Λαϊκών Αγορών Θεσσαλονίκης διοικείται από δεκαπενταμελές Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο αποτελείται από:
(1) έναν υπάλληλο με βαθμό Α’ κατηγορίας ΠΕ, της Διεύθυνσης Εμπορίου της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Θεσσαλονίκης, που ορίζεται από τον Νομάρχη,
(2) έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων στον Οργανισμό Λαϊκών Αγορών Θεσσαλονίκης, που προτείνεται από αυτόν,
(3) έναν εκπρόσωπο της Τοπικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Νομαρχίας Θεσσαλονίκης, που ορίζεται από τον Πρόεδρο της,
(4) έναν εκπρόσωπο των Παραγωγών Αγροτικών Προϊόντων Πωλητών Λαϊκών Αγορών, που προτείνεται από την ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ.,
(5) δύο εκπροσώπους της Ομοσπονδίας Συλλόγων Παραγωγών Λαϊκών Αγορών Κεντρικής Μακεδονίας, που ασκούν την επαγγελματική τους δραστηριότητα στην πόλη της Θεσσαλονίκης,
(6) δύο εκπροσώπους της Ομοσπονδίας Σωματείων Επαγγελματιών Παραγωγών Λαϊκών Αγορών Θεσσαλίας, Μακεδονίας και Θράκης, που ασκούν την επαγγελματική τους δραστηριότητα στην πάλη της Θεσσαλονίκης,
(7) έναν εκπρόσωπο των καταναλωτών που προτείνεται από το Εθνικό Συμβούλιο Καταναλωτών Ελλάδος,
(8) έναν υπάλληλο της Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Θεσσαλονίκης, που ορίζεται από τον Νομάρχη,
(9) τρία πρόσωπα που ορίζονται από τον Υπουργό Ανάπτυξης,
(10) έναν εκπρόσωπο της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Θεσσαλονίκης, που ορίζεται από τον Νομάρχη,
(11) έναν εκπρόσωπο του Ενιαίου Φορέα Ελέγχου Τροφίμων (Ε.Φ.Ε.Τ.), που ορίζεται από αυτόν.
β) Το Δ.Σ. του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Θεσσαλονίκης ασκεί τις αρμοδιότητες που ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 7στ’.
Με απόφαση του Δ.Σ. του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Θεσσαλονίκης, ύστερα από πρόταση του προέδρου αυτού, μπορεί να προσλαμβάνονται μέχρι δύο (2) επιστημονικοί συνεργάτες του προέδρου, για χρόνο ίσο με το χρόνο της θητείας του. Οι αποδοχές των επιστημονικών συνεργατών καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης ύστερα από πρόταση του Δ.Σ. του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Θεσσαλονίκης, η οποία υπόκειται στην έγκριση του Υπουργού Ανάπτυξης.
γ) Η θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου είναι διετής. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Θεσσαλονίκης διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ως πρόεδρος του Δ.Σ. ένα από τα πρόσωπα που ορίζει ο Υπουργός Ανάπτυξης. Στο Διοικητικό Συμβούλιο εκτελεί χρέη εισηγητή, χωρίς δικαίωμα ψήφου, ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Θεσσαλονίκης. Χρέη γραμματέα εκτελεί υπάλληλος του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Θεσσαλονίκης, που ορίζεται μαζί με τον αναπληρωτή του από τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται οι αρμοδιότητες του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου και ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν στη σύγκληση, την απαρτία, την ψηφοφορία, την αναπλήρωση των μελών και γενικά τη λειτουργία αυτού.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, που εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 3205/2003, καθορίζεται η αμοιβή του Προέδρου, των μελών, του εισηγητή και του γραμματέα του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Θεσσαλονίκης.
δ) Οι πόροι του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών θεσσαλονίκης αποτελούνται από επιχορηγήσεις του Κρατικού Προϋπολογισμού και του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων, δάνεια που συνάπτει και δωρεές, χορηγίες, κληρονομιές και κληροδοσίες που αποδέχεται ο Οργανισμός, τόκους από καταθέσεις, τυχόν επιχορηγήσεις από ειδικούς λογαριασμούς του Υπουργείου Ανάπτυξης, έσοδα από εκμετάλλευση περιουσιακών στοιχείων και έσοδα από συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλων Ελληνικών ή Διεθνών Οργανισμών, πρόστιμα που επιβάλλονται με αποφάσεις του Δ.Σ του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Θεσσαλονίκης και το ημερήσιο δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 17 του ν.1023/1980.
Αρθρο 10
Το άρθρο 10 του ν. 2323/1995 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 10
1. Για την ίδρυση καταστημάτων λιανικού εμπορίου απαιτείται άδεια, που χορηγείται με απόφαση του νομαρχιακού συμβουλίου της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, ύστερα από γνώμη της αντίστοιχης οικονομικής και κοινωνικής επιτροπής, του οικείου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης και του οικείου επιμελητηρίου, όταν η συνολική επιφάνεια του εμπορικού καταστήματος είναι:
α) πάνω από 1.500 τ.μ. στα νησιά Ρόδος και Κέρκυρα, ανεξάρτητα από την απόσταση του καταστήματος από δήμο ή κοινότητα και στην Κρήτη, εφόσον το κατάστημα βρίσκεται σε απόσταση μέχρι είκοσι (20) χιλιόμετρα από το πολεοδομικό κέντρο της πρωτεύουσας κάθε νομού,
β) πάνω από 500 τ.μ. στα νησιά Χίος, Κως, Λέσβος, Λήμνος, Σάμος, Σύρος, Ζάκυνθος, Κεφαλλονιά και Λευκάδα,
γ) πάνω από 200 τ.μ. στα υπόλοιπα νησιά της χώρας,
δ) πάνω από 2.500 τ.μ. σε δήμους με πληθυσμό πάνω από εκατό χιλιάδες (100.000) κατοίκους, εφόσον το κατάστημα βρίσκεται σε απόσταση μέχρι είκοσι (20) χιλιόμετρα από το κέντρο των δήμων,
ε) πάνω από 1.500 τ.μ., σε δήμους με πληθυσμό από είκοσι χιλιάδες (20.000) μέχρι εκατό χιλιάδες (100.000) κατοίκους, εφόσον το κατάστημα βρίσκεται μέχρι είκοσι (20) χιλιόμετρα από το κέντρο των δήμων.
Το πληθυσμιακό όριο υπολογίζεται σύμφωνα με την τελευταία, κάθε φορά, απογραφή.
Δεν απαιτείται άδεια της παρούσας παραγράφου για την ίδρυση καταστημάτων, οποιασδήποτε επιφάνειας, στην περιφέρεια της Ν.Α. Αθηνών – Πειραιώς, με εξαίρεση τα νησιά της, της Νομαρχίας Ανατολικής Αττικής, της Νομαρχίας Δυτικής Αττικής και στα όρια του Δήμου Θεσσαλονίκης και Εχεδώρου.
2. Στην επιφάνεια του καταστήματος δεν υπολογίζονται οι χώροι στάθμευσης των οχημάτων των πελατών και οι υπαίθριοι χώροι, εφόσον δεν χρησιμοποιούνται ως χώροι υποβοηθητικοί της εμπορικής δραστηριότητας. Η μίσθωση ή οποιασδήποτε μορφής παραχώρηση χρήσης χώρου εντός καταστήματος σε άλλη επιχείρηση, δεν επηρεάζει τον υπολογισμό της συνολικής επιφάνειας αυτού.
3. Η άδεια που προβλέπεται στην παράγραφο 1 απαιτείται και για την ίδρυση δεύτερου ή περισσότερων καταστημάτων λιανικού εμπορίου, μέσα στα όρια του αυτού δήμου, από την ίδια επιχείρηση ή από επιχειρήσεις που ελέγχονται από αυτήν, εφόσον τα καταστήματα απέχουν μεταξύ τους λιγότερο από εκατό (100) μέτρα και το άθροισμα της επιφάνειας τους υπερβαίνει τα όρια που, κατά περίπτωση, ορίζονται στην παράγραφο 1.
4. Όποιος ενδιαφέρεται να αποκτήσει την άδεια που προβλέπεται στην παράγραφο 1, υποβάλλει αίτηση στην αρμόδια αρχή. Η αίτηση συνοδεύεται από: (α) τοπογραφικό διάγραμμα, που απεικονίζει την ωφέλιμη επιφάνεια και τους αποθηκευτικούς και λοιπούς βοηθητικούς χώρους του υπό ίδρυση καταστήματος, (β) σχέδιο κάτοψης των κτισμάτων και του περιβάλλοντος χώρου, καθώς και αρχιτεκτονικά σχέδια της οικοδομής και (γ) πλήρη οικονομοτεχνική μελέτη, το περιεχόμενο της οποίας πρέπει να καλύπτει τις απαιτήσεις των κριτηρίων της επόμενης παραγράφου.
5. Για την έκδοση της άδειας που προβλέπεται στην παράγραφο 1, λαμβάνονται υπόψη, ιδίως:
α) Οι επιπτώσεις στον ανταγωνισμό μεταξύ ομοειδών επιχειρήσεων, στην οικονομία της περιοχής, στην απασχόληση και στην επίδραση επί της λειτουργίας των μικρομεσαίων και μικρών επιχειρήσεων.
β) Η ανάγκη διατήρησης της πληθυσμιακής βάσης της περιοχής, η διασφάλιση του κανονικού εφοδιασμού των καταναλωτών, η προστασία του εισοδήματος τους και η καλύτερη εξυπηρέτηση των αναγκών τους.
γ) Ο χωροταξικός και πολεοδομικός σχεδιασμός και οι επιπτώσεις στο περιβάλλον και, ιδίως, η εναρμόνιση του όγκου και του τύπου της μονάδας προς το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον της περιοχής, η ύπαρξη οδικού δικτύου και λοιπών έργων υποδομής και η επιβάρυνση του περιβάλλοντος από τις μετακινήσεις.
Η συνδρομή των προϋποθέσεων που θέτουν τα ανωτέρω κριτήρια αξιολογείται με βάση τα στοιχεία που διαθέτει ή μπορεί να συγκεντρώσει η αρμόδια Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση και τα στοιχεία που προσκομίζει ο ενδιαφερόμενος για τη χορήγηση της άδειας.
Στοιχεία πέραν των ανωτέρω και των όσων οφείλει να διαθέτει η αρμόδια Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση, μπορεί να ζητηθούν από τον ενδιαφερόμενο, εγγράφως, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δέκα (10) ημερών, από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης του.
Για την έκδοση της άδειας που προβλέπεται στην παράγραφο 1 λαμβάνονται υποχρεωτικά υπόψη, κατά τα λοιπά, τα εγκεκριμένα ρυμοτομικά και πολεοδομικά σχέδια της περιοχής και τυχόν εγκεκριμένες μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων και τηρούνται οι διατάξεις της κείμενης πολεοδομικής νομοθεσίας.
Τα καταστήματα του άρθρου αυτού που ιδρύονται, μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, πρέπει να διαθέτουν τους αναγκαίους χώρους για τη στάθμευση των οχημάτων των πελατών και την εκφόρτωση των εμπορευμάτων, κατά τα οριζόμενα στις οικείες διατάξεις.
6. Η απόφαση του νομαρχιακού συμβουλίου, κατά την παράγραφο 1, πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογημένη και εκδίδεται υποχρεωτικά, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία πενήντα (50) ημερών από την υποβολή της αίτησης, η οποία, μετά την άπρακτη πάροδο της παραπάνω προθεσμίας λογίζεται ότι γίνεται δεκτή. Η απόφαση του νομαρχιακού συμβουλίου υπόκειται σε ειδική διοικητική προσφυγή που ασκείται από όποιον έχει έννομο συμφέρον, ενώπιον του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών, από την κοινοποίηση της απόφασης στον αιτούντα ή από τότε που αυτός έλαβε πλήρη γνώση της προσβαλλόμενης απόφασης. Η απόφαση του Γενικού Γραμματέα εκδίδεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την άσκηση της προσφυγής. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου, η προσφυγή λογίζεται ότι γίνεται δεκτή και ακυρώνεται ή επικυρώνεται αναλόγως η απόφαση του νομαρχιακού συμβουλίου. Αν την προσφυγή ασκεί ο αιτούμενος την έκδοση της άδειας, ο αρμόδιος Γενικός Γραμματέας εκδίδει διαπιστωτική πράξη για τη χορήγηση της άδειας, εντός αποκλειστικής προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Η απόφαση του Γενικού Γραμματέα υπόκειται σε αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Εφετείου.
7. Η παραβίαση των όρων της άδειας που χορηγείται κατά την παράγραφο 1 συνεπάγεται τις εξής διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλονται από την αρχή που εκδίδει την άδεια:
(α) πρόστιμο από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ μέχρι πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ,
(β) προσωρινή ή οριστική ανάκληση της άδειας λειτουργίας, ανάλογα με τη βαρύτητα και συχνότητα της παράβασης.
Τα πρόστιμα επιβάλλονται με απόφαση του οικείου Νομάρχη και αποτελούν πόρο της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης.»
Αρθρο 11
1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα (ν. 2960/2001, ΦΕΚ 265 Α’), κάθε είδους εμπορεύματα που διακινούνται στην αγορά με οποιονδήποτε τρόπο, χωρίς αυτός που τα διαθέτει να κατέχει την απαιτούμενη άδεια πωλητή, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2323/1995 (ΦΕΚ 145 Α’) ή συνιστούν παράνομη απομίμηση προϊόντων τα οποία κυκλοφορούν νόμιμα στην αγορά ή κυκλοφορούν κατά παράβαση των διατάξεων του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (π.δ. 186/1992, ΦΕΚ 84 Α’), κατάσχονται και καταστρέφονται ή διατίθενται σε νομικά πρόσωπα που εκπληρώνουν κοινωφελείς σκοπούς και σε ευαγή ιδρύματα.
2. Η κατάσχεση των προϊόντων επιβάλλεται από τα Κλιμάκια Ελέγχου του άρθρου 7α του ν. 2323/1995 ή από τα όργανα της Δημοτικής Αστυνομίας ή από τα όργανα της Υπηρεσίας Ειδικού Ελέγχου.
3. Τα ανωτέρω όργανα συντάσσουν πρωτόκολλο κατάσχεσης το οποίο διαβιβάζεται στην προϊσταμένη τους αρχή και στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης. Το πρωτόκολλο κατάσχεσης τοιχοκολλάται στο κεντρικό κατάστημα του Δήμου στην περιφέρεια του οποίου επιβάλλεται η κατάσχεση και στο κατάστημα της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης.
4. Με απόφαση του αρμόδιου δημάρχου συγκροτείται επιτροπή που αποτελείται από έναν (1) εκπρόσωπο της Διεύθυνσης Εμπορίου της οικείας Νομαρχίας, έναν (1) εκπρόσωπο του Δήμου και έναν (1) εκπρόσωπο της οικείας Δ.Ο.Υ.. Η επιτροπή αυτή είναι αρμόδια για την εκτίμηση της αξίας των κατασχόμενων προϊόντων.
5. Με απόφαση του αρμόδιου δημάρχου επιβάλλεται πολλαπλούν τέλος, ίσο με το δεκαπλάσιο της αξίας των κατασχόμενων προϊόντων, όπως αυτή εκτιμάται από την επιτροπή που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο. Η απόφαση αυτή επιδίδεται στα πρόσωπα που ορίζονται στην παράγραφο 1 και στη διεύθυνση που δηλώνουν αυτά κατά την κατάσχεση των προϊόντων μέσα σε τρεις (3) ημέρες από την έκδοση της απόφασης του δημάρχου. Το πολλαπλούν τέλος αποτελεί πόρο του οικείου Δήμου.
6. Αν το πρόσωπο σε βάρος του οποίου επιβλήθηκε το παλλαπλούν τέλος δεν εξοφλήσει την οφειλή του μέσα σε πέντε (5) ημέρες από την επίδοση της απόφασης που προβλέπεται στην προηγουμένη παράγραφο, διατάσσεται με απόφαση του αρμόδιου δημάρχου η καταστροφή των κατασχόμενων προϊόντων ή η διάθεση αυτών στα νομικά πρόσωπα που ορίζονται στην παράγραφο 1.
7. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης ρυθμίζονται τα θέματα της διαδικασίας κατάσχεσης των εμπορευμάτων, της καταστροφής ή της διάθεσης αυτών, η αμοιβή των μελών της επιτροπής που ορίζεται στην παράγραφο 4 και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.
Αρθρο 12
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Το άρθρο 23 του ν. 2224/1994 (ΦΕΚ 112 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 23
1. Καθιερώνεται, σε εθνική κλίμακα, ενιαίο πλαίσιο ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων κάθε είδους, με εξαίρεση αυτά που αναφέρονται στο άρθρο 42 του ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α’) και στο άρθρο 14 του ν. 2194/ 1994 (ΦΕΚ 34 Α’). Το ανωτέρω πλαίσιο ωραρίου καθορίζεται για τις καθημερινές ημέρες μέχρι την 21.00 ώρα και το Σάββατο μέχρι την 20.00 ώρα.
2. Το πλαίσιο ωραρίου της προηγούμενης παραγράφου μπορεί, ανάλογα με τις συνθήκες και τις ανάγκες της περιοχής, να παρατείνεται κατά· χρόνο σε όλο το νομό ή σε ορισμένη περιοχή αυτού, με αποφάσεις των οικείων νομαρχιακών συμβουλίων, που δημοσιεύονται στον ημερήσιο και τοπικό τύπο. Οι αποφάσεις του προηγούμενου εδαφίου λαμβάνονται ύστερα από γνώμη όλων των κατά περίπτωση ενδιαφερόμενων οργανώσεων των εργοδοτών και των εργαζομένων, κατά τα προβλεπόμενα στη σχετική νομοθεσία, που παρέχεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία είκοσι (20) ημερών από τη σχετική πρόσκληση. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, οι αποφάσεις των νομαρχιακών συμβουλίων εκδίδονται χωρίς την ανωτέρω γνώμη.
3. Σε όσους παραβιάζουν τις διατάξεις της παραγράφου 1 και τις αποφάσεις που εκδίδονται κατά την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού επιβάλλονται κυρώσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 42 του ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α’), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 7 του άρθρου 23 του ν. 1957/1991 (ΦΕΚ114Α’).»
Αρθρο 13
Η έναρξη της λειτουργίας των εμπορικών καταστημάτων και των καταστημάτων τροφίμων, κατά το άρθρο 12 του παρόντος νόμου, δεν επιτρέπεται πριν από την 05.00′ ώρα, μετά την οποία είναι ελεύθερη.
Αρθρο 14
Το άρθρο 15 του ν. 802/1978 (ΦΕΚ 121 Α’), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 15
1. Επιτρέπεται η πώληση εμπορευμάτων με μειωμένες τιμές δύο φορές το χρόνο (τακτικές εκπτώσεις), στις εξής μόνο περιπτώσεις:
α) για διάστημα πέντε (5) εβδομάδων από την 20η Ιανουαρίου κάθε έτους, εφόσον συμπίπτει με ημέρα Δευτέρα, άλλως από την αρχή της πρώτης εβδομάδας, μετά την παραπάνω ημερομηνία,
β) για διάστημα έξι (6) εβδομάδων από την 15η Ιουλίου κάθε έτους, εφόσον συμπίπτει με ημέρα Δευτέρα, άλλως από την αρχή της πρώτης εβδομάδας, μετά την ανωτέρω ημερομηνία.
Τριάντα (30) ημέρες πριν από την έναρξη των εκπτώσεων σύμφωνα με τις περιπτώσεις α’ και β’, απαγορεύεται στους υπεύθυνους των εμπορικών καταστημάτων να ανακοινώνουν, προς το κοινό, εκπτώσεις ή προσφορές με οποιονδήποτε τρόπο, ιδίως με διαφήμιση, επιστολές ή ανάρτηση διαφημιστικών πινακίδων. Η αναγραφή της παλαιάς και της νέας τιμής των προϊόντων που πωλούνται με έκπτωση είναι υποχρεωτική σε εμφανή σημεία του καταστήματος και οπωσδήποτε στα σημεία όπου αυτά εκτίθενται. Όσοι παραβαίνουν τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου υπόκεινται στις ποινικές κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 31 του Αγορανομικού Κώδικα και, επιπλέον, τους επιβάλλεται πρόστιμο μέχρι ποσού ίσου με το 0,5% του ετησίου κύκλου εργασιών που πραγματοποιούν. Ο όρος επιχείρηση εκλαμβάνεται με την έννοια του άρθρου 4στ’ του ν. 703/1977. Το πρόστιμο, σε περίπτωση υποτροπής, μπορεί να αυξάνεται μέχρι το 3% του ετησίου κύκλου εργασιών της συγκεκριμένης επιχείρησης. Το πρόστιμο επιβάλλεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας όπου τελείται η παράβαση, ύστερα από γνώμη Επιτροπής η οποία συγκροτείται με απόφαση του και αποτελείται, από έναν υπάλληλο της Περιφέρειας και δύο υπαλλήλους της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης. Ειδικά, για τις παραβάσεις που τελούνται στα όρια της Περιφέρειας Αττικής, τα πρόστιμα επιβάλλονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Ανάπτυξης.
2. Αν οι εκπτώσεις είναι ανακριβείς ή παραπλανητικές ως προς το ποσοστό τους ή ως προς την ποσότητα των προσφερόμενων με έκπτωση προϊόντων ή ενέχουν οποιασδήποτε μορφής απόκρυψη ή παραπλάνηση, επιβάλλεται σε βάρος των υπευθύνων, με απόφαση του Νομάρχη της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης όπου τελείται η παράβαση, πρόστιμο χιλίων (1.000) μέχρι εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητα της παράβασης.
3. Επιτρέπονται οι προσφορές συγκεκριμένων προϊόντων ή προϊόντων ορισμένης κατηγορίας, για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβεί τις δέκα (10) συνεχόμενες ημέρες, εφόσον αναγράφονται ευκρινώς η παλαιά και νέα τιμή των προϊόντων, σε εμφανή σημεία του καταστήματος και οπωσδήποτε στα σημεία όπου εκτίθενται τα προσφερόμενα προϊόντα.
Σε κάθε περίπτωση, απαγορεύεται η προσφορά ειδών, των οποίων η ποσότητα υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατό (50%) του συνόλου των ειδών που διαθέτει το κατάστημα. Νέα προσφορά του ίδιου προϊόντος δεν επιτρέπεται πριν παρέλθουν εξήντα (60) ημέρες από την προηγούμενη. Ο υπεύθυνος κάθε εμπορικού καταστήματος οφείλει να ανακοινώνει στη διεύθυνση εμπορίου της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης και στον οικείο Εμπορικό Σύλλογο, τις προσφορές που προτίθεται να κάνει, τουλάχιστον μια (1) ημέρα πριν από την έναρξη τους. Στην ανακοίνωση αναφέρονται τα προσφερόμενα προϊόντα και η χρονική διάρκεια της προσφοράς.
4. Αν οι προσφορές είναι ανακριβείς ή παραπλανητικές ως προς το ποσοστό μείωσης των τιμών των προσφερόμενων προϊόντων ή ως προς την ποσότητα αυτών ή ενέχουν οποιασδήποτε μορφής απόκρυψη ή παραπλάνηση ή αν παραβιάζονται οι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου, επιβάλλεται, σε βάρος των υπευθύνων, με απόφαση του Νομάρχη της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης όπου τελείται η παράβαση, πρόστιμο πεντακοσίων (500) μέχρι πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητα της παράβασης. Το πρόστιμο του προηγούμενου εδαφίου επιβάλλεται πέραν των ποινικών κυρώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 31 του Αγορανομικού Κώδικα.
Τα πρόστιμα, που επιβάλλονται με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε., αποτελούν πόρο του Κρατικού Προϋπολογισμού και ανακοινώνονται στη Γενική Γραμματεία του Υπουργείου Ανάπτυξης, μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την επιβολή τους.
5. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν εφαρμόζονται σε προσφορές προϊόντων παντοπωλείου.
6. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζεται η χρονική περίοδος κατά την οποία τα χριστουγεννιάτικα είδη μπορούν να προσφέρονται σε μειωμένη τιμή. Με όμοια απόφαση καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις χαρακτηρισμού των καταστημάτων πώλησης αποθεμάτων (stock) και των εκπτωτικών καταστημάτων (outlet), καθώς και της πώλησης εμπορευμάτων από τα καταστήματα αυτά.
Αρθρο 15
1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 24 του ν. 2941/2001 (ΦΕΚ201 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Απαγορεύεται η πώληση εμπορευμάτων σε τιμές κάτω του κόστους αγοράς, όταν αυτή θέτει υπό διακινδύνευση ορισμένη αγορά ή θίγει κατά τρόπο ουσιώδη τις αρχές του ανταγωνισμού και τα συμφέροντα των καταναλωτών.»
2. Η περίπτωση α’ της παρ.1 του άρθρου 24 του ν. 2941 / 2001 (ΦΕΚ 201 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:
«α. Ως κόστος αγοράς θεωρείται η τιμή μονάδας του προϊόντος, που αναγράφεται στο τιμολόγιο του προμηθευτή, αφαιρουμένων των εκπτώσεων που αναφέρονται στο τιμολόγιο ή αποδεικνύονται με πιστωτικά σημειώματα, ανεξάρτητα αν οι εκπτώσεις είναι βασικές ή εξαρτώνται από τον κύκλο εργασιών ή αναφέρονται σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, συνυπολογιζομένων στο κόστος του Φ.Π.Α. και των λοιπών δασμών και φόρων, που τυχόν επιβάλλονται, καθώς και των μεταφορικών, εφόσον δεν εμπεριέχονται στην τιμολογιακή τιμή.»
Αρθρο 16
Τιμές προϊόντων σε περιοχές ελεγχόμενης πρόσβασης
1. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται τα βασικά είδη βιοτικής ανάγκης, τα οποία προσφέρονται υποχρεωτικά στα κυλικεία που λειτουργούν σε χώρους, των οποίων την κυριότητα ή εκμετάλλευση έχουν το Δημόσιο, τα Ν.Π.Δ.Δ., οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού και οι δημόσιες και δημοτικές επιχειρήσεις, καθώς και το ανώτατο όριο των τιμών λιανικής πώλησης των προϊόντων αυτών και το ποσοστιαίο κέρδος που υπολογίζεται επί των τιμών αυτών. Με απόφαση του ίδιου Υπουργού, μπορεί να ορίζεται ποσοστιαία, κατ’ έτος, αύξηση στις τιμές ορισμένων από τα προϊόντα του προηγούμενου εδαφίου.
Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν συντρέχουν ειδικοί λόγοι, μπορεί, με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, ύστερα από αίτηση του αρμόδιου, κατά περίπτωση, δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, να εξαιρούνται από την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου χώροι που ανήκουν στην κυριότητα ή εκμετάλλευση των αντίστοιχων δήμων και κοινοτήτων.
2. Αν διενεργείται δημόσιος πλειοδοτικός διαγωνισμός, με αντικείμενο τη μίσθωση χώρου, που ανήκει στην κυριότητα ή εκμετάλλευση των φορέων της προηγούμενης παραγράφου, για τη λειτουργία εντός του χώρου αυτού, κυλικείου ή την εκμετάλλευση υπάρχοντος κυλικείου, το ανώτατο όριο της τιμής λιανικής πώλησης των προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, καθώς και το ανώτατο όριο της τιμής λιανικής πώλησης άλλων προϊόντων που προσδιορίζει, κατά την κρίση του, ο φορέας που διεξάγει το διαγωνισμό, αποτελούν υποχρεωτικό και ουσιώδη όρο της σχετικής προκήρυξης.
3. Ειδικά, αν διενεργείται δημόσιος πλειοδοτικός διαγωνισμός, με αντικείμενο τη μίσθωση του χώρου που ανήκει στην κυριότητα ή εκμετάλλευση οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού ή νομικών προσώπων και επιχειρήσεων αυτών, για τη λειτουργία κυλικείου ή την εκμετάλλευση υπάρχοντος κυλικείου εντός του χώρου αυτού, η επιλογή προϊόντων πέραν των αναφερομένων στην παράγραφο 1, ο καθορισμός της τιμής λιανικής πώλησης αυτών και η κατ’ έτος αναπροσαρμογή της τιμής, γίνονται με απόφαση του κατά περίπτωση αρμόδιου νομαρχιακού, δημοτικού και κοινοτικού συμβουλίου ή με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του νομικού προσώπου ή της επιχείρησης.
4. Οι τιμές λιανικής πώλησης των προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και οι τιμές λιανικής πώλησης και άλλων προϊόντων, πέραν αυτών που αναγράφονται σε προκηρύξεις δημόσιων πλειοδοτικών διαγωνισμών, είναι δεσμευτικές για όσους μισθώνουν ή εκμεταλλεύονται, με οποιαδήποτε έννομη σχέση, κυλικεία κατά τις προηγούμενες παραγράφους. Η παραβίαση των όρων του προηγούμενου εδαφίου δημιουργεί, υπέρ του εκμισθωτή, λόγο καταγγελίας της μίσθωσης, χωρίς δικαίωμα αποζημίωσης του μισθωτή.
5. Η άρνηση διάθεσης και η έλλειψη βασικών ειδών βιοτικής ανάγκης, η υπέρβαση της οριζόμενης για αυτά ανώτατης τιμής πώλησης, της ποσοστιαίας αύξησης αυτής και του ποσοστιαίου κέρδους επί των τιμών αυτών, καθώς και η παραπλάνηση του καταναλωτή ως προς την ποιότητα και την ποσότητα των ειδών αυτών, συνιστούν παραβάσεις για τις οποίες επιβάλλεται, ανάλογα με την βαρύτητα και τη συχνότητα τους, πρόστιμο από τριακόσια (300) ευρώ μέχρι τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ. Τα πρόστιμα αυτά επιβάλλονται πέραν των ποινικών κυρώσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 15 του άρθρου 30 του Αγορανομικού Κώδικα (ν.δ. 136/1946), από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα, αμέσως με τη βεβαίωση της σχετικής παράβασης και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων. Με την απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζεται ειδικότερα το ύψος του προστίμου που επιβάλλεται για κάθε μια από τις παραβάσεις της παρούσας παραγράφου.
Αρθρο 17
Πωλήσεις βιβλίων
1. Για τη λειτουργία εκθέσεων βιβλίου, σε συγκεκριμένους χώρους, υπαίθριους ή στεγασμένους, απαιτείται άδεια, η οποία χορηγείται με απόφαση του αρμόδιου κατά τόπο νομαρχιακού συμβουλίου.
2. Απαγορεύεται η λιανική πώληση βιβλίων κατά τη διάρκεια εκθέσεων βιβλίου, μέσα στον εκθεσιακό χώρο. Από την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου εξαιρούνται οι εκθέσεις βιβλίου, που διοργανώνονται από συνδικαλιστικούς φορείς του τομέα έκδοσης και εμπορίας βιβλίου. Η εξαίρεση ισχύει για μία μόνο έκθεση βιβλίου, ανά συνδικαλιστικό φορέα κατ’ έτος.
Όταν οι εκθέσεις βιβλίου διοργανώνονται από πανελλήνιες δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις, η εξαίρεση ισχύει για μία έκθεση, ανά νομό.
Οι εκθέσεις βιβλίου που διοργανώνονται από τους πιο πάνω φορείς στην περιφέρεια της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Αθηνών – Πειραιώς, απέχουν μεταξύ τους, υποχρεωτικά, τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες.
3. Επιτρέπεται η πώληση βιβλίων σε εκθέσεις ή εκδηλώσεις, εφόσον το αντικείμενο τους είναι συναφές με το περιεχόμενο των βιβλίων. Επίσης, επιτρέπεται η πώληση βιβλίων σε υπαίθριους χώρους, από φορείς εκδοτών ή βιβλιοπωλών, με την εποπτεία του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου (Ε.ΚΕ.ΒΙ.) εφόσον αυτά έχουν εκδοθεί πριν από δέκα (10) τουλάχιστον χρόνια και διατίθενται σε μειωμένες τιμές. Οι διοργανωτές των υπαίθριων πωλήσεων βιβλίου που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο, υποβάλλουν σχετική αίτηση στο νομαρχιακό συμβούλιο που προβλέπεται στην παράγραφο 1. Η αίτηση περιέχει το χρόνο διάρκειας της έκθεσης, που δεν υπερβαίνει τις δέκα (10) ημέρες, τους όρους συμμετοχής των εκδοτών ή βιβλιοπωλών και τα προς πώληση βιβλία, κατά τίτλο, ποσότητα και τιμή διάθεσης στην έκθεση και πριν από αυτήν.
4. Στους παραβάτες των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων επιβάλλεται, με απόφαση του κατά τόπο αρμόδιου νομαρχιακού συμβουλίου, πρόστιμο από τριακόσια (300) μέχρι πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητα της παράβασης.
5. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων δεν εφαρμόζονται στις εκθέσεις βιβλίων που διοργανώνονται από το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου ή το Υπουργείο Πολιτισμού.
Αρθρο 18
Σύσταση Εθνικού Συμβουλίου Ηλεκτρονικώς Επιχειρείν
1. Συνιστάται στο Υπουργείο Ανάπτυξης Εθνικό Συμβούλιο Ηλεκτρονικώς Επιχειρείν (Ε.Σ.Η.Ε.), το οποίο αποτελεί συμβουλευτικό όργανο του Υπουργού Ανάπτυξης για κάθε θέμα που είναι σχετικό με το ηλεκτρονικώς επιχειρείν και εποπτεύεται από αυτόν.
2. Το Ε.Σ.Η.Ε. συγκροτείται από τριάντα (30) μέλη. Τα μέλη του Ε.Σ.Η.Ε. ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, με θητεία δύο (2) ετών, η οποία μπορεί να ανανεωθεί, μια ή περισσότερες φορές, για ίσο χρόνο. Στο Ε.Σ.Η.Ε. συμμετέχουν υποχρεωτικά ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Ανάπτυξης, ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών, ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Δικαιοσύνης, ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, ένας εκπρόσωπος της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών, ένας εκπρόσωπος της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, ένας εκπρόσωπος της Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών, ένας εκπρόσωπος της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, ένας εκπρόσωπος του Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας, ένας εκπρόσωπος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (Σ.Ε.Β.), ένας εκπρόσωπος της Εθνικής Συνομοσπονδίας Εμπόρων Ελλάδος (Ε.Σ.Ε.Ε.), ένας εκπρόπωπος της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος (Γ.Σ.Ε.Ε.), ένας εκπρόσωπος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος (Γ.Σ.Ε.Β.Ε.), ένας εκπρόσωπος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος, ένας εκπρόσωπος του Συνδέσμου Εταιριών Πληροφορικής Ελλάδος (Σ.Ε.Π.Ε.), ένας εκπρόσωπος του Εθνικού Συμβουλίου Καταναλωτών και ένας εκπρόσωπος του Συνηγόρου του Καταναλωτή. Οι παραπάνω εκπρόσωποι υποδεικνύονται από τους οικείους φορείς. Τα υπόλοιπα μέλη του Ε.Σ.Η.Ε. επιλέγονται από τον ακαδημαϊκό χώρο ή το χώρο του εμπορίου και της βιομηχανίας και είναι πρόσωπα με ιδιαίτερη δραστηριότητα και διάκριση σε τομείς συναφείς με το ηλεκτρονικώς επιχειρείν.
3. Το Ε.Σ.Η.Ε. εισηγείται στον Υπουργό Ανάπτυξης τη λήψη κατάλληλων μέτρων για την ανάπτυξη του ηλεκτρονικώς επιχειρείν και γνωμοδοτεί για κάθε θέμα που τίθεται σε αυτό από τον Υπουργό Ανάπτυξης. Ειδικότερα στις αρμοδιότητες του Ε.Σ.Η.Ε. ανήκουν:
α. Η υποβολή προτάσεων (αα) για το σχεδιασμό της εθνικής στρατηγικής στον τομέα του ηλεκτρονικώς επιχειρείν, την τεχνολογική ανάπτυξη των ελληνικών επιχειρήσεων στον τομέα αυτόν και αύξηση της ανταγωνιστικότητας τους, (ββ) για την εμπέδωση πνεύματος εμπιστοσύνης του καταναλωτή κατά τις συναλλαγές του ηλεκτρονικού εμπορίου, (γγ) για τη δημιουργία και ενημέρωση ενός πλαισίου ηλεκτρονικών συναλλαγών και υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, με τα κριτήρια του οποίου καθορίζονται αυτές που αποδοκιμάζονται από το δίκαιο και την κοινωνία,
β. Η παρακολούθηση της εξέλιξης της σχετικής ευρωπαϊκής νομοθεσίας και η υποβολή προτάσεων στη Διεύθυνση Ηλεκτρονικού Εμπορίου της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου για την προώθηση από αυτήν των απαιτούμενων εκτελεστικών μέτρων εφαρμογής αυτής. Μέλη του Ε.Σ.Η.Ε. μπορούν να συμμετέχουν στην εκπροσώπηση της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή σε διεθνείς οργανισμούς, ύστερα από απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης.
4. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης ορίζεται Εκτελεστική Επιτροπή από εννέα (9) μέλη του Ε.Σ.Η.Ε., η οποία είναι αρμόδια για το συντονισμό των εργασιών αυτού. Με την ίδια απόφαση ορίζονται ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος του Ε.Σ.Η.Ε.. Το Ε.Σ.Η.Ε. συνεδριάζει σε ολομέλεια και σε τμήματα, που καθορίζονται με απόφαση της Εκτελεστικής Επιτροπής. Στο Ε.Σ.Η.Ε. και στην Εκτελεστική του Επιτροπή παρέχεται η αναγκαία διοικητική υποστήριξη από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Ανάπτυξης.
5. Οι δαπάνες λειτουργίας του Ε.Σ.Η.Ε. και της Εκτελεστικής Επιτροπής βαρύνουν τις πιστώσεις της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης. Το Ε.Σ.Η.Ε. μπορεί να επιχορηγείται από φορείς του δημόσιου ή ιδιωτικού φορέα.
6. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, που εκδίδεται μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, καταρτίζεται ο Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας του Ε.Σ.Η.Ε.: Με όμοια απόφαση καθορίζονται οι λόγοι έκπτωσης των μελών του Ε.Σ.Η.Ε., ο τόπος συνεδριάσεων αυτού και της Εκτελεστικής του Επιτροπής και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.
7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης καθορίζεται η αποζημίωση των μελών του Ε.Σ.Η.Ε. για κάθε συνεδρία στην οποία μετέχουν.
Αρθρο 19
1. Η παράγραφος 12 του άρθρου 45 του ν. 998/1979 (ΦΕΚ 289 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:
«12. Κάθε επέμβαση που προβλέπεται από τη δασική νομοθεσία στα δάση, στις δασικές και τις λοιπές εκτάσεις που τελούν υπό τη διαχείριση των δασικών υπηρεσιών είτε για τη μεταβολή του προορισμού και τη διάθεση τους για άλλες χρήσεις είτε για την εκτέλεση έργων μέσα σε αυτές και τη δημιουργία εγκαταστάσεων ή την παροχή άλλων εξυπηρετήσεων, έστω και χωρίς μεταβολή της κατά προορισμό χρήσης τους, ενεργείται πάντοτε κατόπιν καταβολής ανταλλάγματος χρήσης. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται το ύψος του ανταλλάγματος για κάθε κατηγορία επεμβάσεων, η διαδικασία επιβολής και είσπραξης του και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Το αντάλλαγμα αυτό, από την καταβολή του οποίου εξαιρούνται το Δημόσιο και οι φορείς που αναφέρονται στην παράγραφο 2Β’ του άρθρου 13 του ν. 1734/1987, κατατίθεται υπέρ του Κ.Τ.Γ.Κ. και Δασών και διατίθεται αποκλειστικά για την ανάπτυξη και προστασία των δασών. Το αντάλλαγμα χρήσης, που καταβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο αυτή, οφείλεται και από τους κυρίους σταθμών ηλεκτροπαραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, οι οποίοι κατέχουν έγκριση επέμβασης σε δάση, δασικές και λοιπές εκτάσεις που τελούν υπό τη διαχείριση των δασικών υπηρεσιών, εφόσον η εν λόγω έγκριση έχει εκδοθεί μετά την έναρξη εφαρμογής του ν. 2244/1994 (ΦΕΚ 168 Α’) και κατ’ εξαίρεση αποτελεί πόρο του Κρατικού Προϋπολογισμού. Το πιο πάνω αντάλλαγμα χρήσης καταβάλλεται σε προθεσμία ενός έτους από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Σε περίπτωση που δεν καταβληθεί στη νόμιμη προθεσμία το ανωτέρω αντάλλαγμα χρήσης από υπαιτιότητα του κυρίου του σταθμού, η οικεία δασική αρχή μπορεί να ζητήσει από το Διαχειριστή του Συστήματος ή του Δικτύου την αποσύνδεση του σταθμού. Η αποσύνδεση, σε περίπτωση που επέλθει, θα αποκαθίσταται μόνο μετά την καταβολή του οφειλόμενου ανταλλάγματος. Ο Διαχειριστής του Συστήματος ή του Δικτύου μπορεί να μην προβεί στη διακοπή λειτουργίας του σταθμού αν κατά την κρίση του δημιουργούνται προβλήματα τεχνικής φύσεως ή επάρκειας τροφοδοσίας ηλεκτρικής ενέργειας. Στην περίπτωση αυτή ο Διαχειριστής του Συστήματος ή του Δικτύου παρακρατεί το οφειλόμενο αντάλλαγμα από το ποσό που οφείλει στον κύριο του σταθμού και αποδίδει αυτό στον Κρατικό Προϋπολογισμό ενημερώνοντας σχετικά την οικεία δασική αρχή.»
2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 58 του ν. 998/1979 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Για την εκτέλεση έργων υποδομής, την εγκατάσταση δικτύων μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, την κατασκευή υποσταθμών και εν γένει κάθε τεχνικού έργου, που αφορά την υποδομή και εγκατάσταση σταθμών ηλεκτροπαραγωγής, στα οποία περιλαμβάνονται και τα έργα σύνδεσης με το Σύστημα ή το Δίκτυο όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του ν. 2773/1999 (ΦΕΚ 286 Α’) και των συνοδών έργων, καθώς και των δικτύων μεταφοράς και διανομής φυσικού αερίου και πετρελαϊκών προϊόντων μέσα σε δάση ή δασικές εκτάσεις απαιτείται έγκριση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας. Στην απόφαση έγκρισης μπορεί να τίθενται όροι ως προς τον τρόπο και τις θέσεις εκτέλεσης των έργων και εγκατάστασης των δικτύων ή ορισμένων γραμμών ή αγωγών των δικτύων αυτών εντός του εδάφους, καθώς και να επιβάλλεται υποχρέωση συνδυασμού αυτών με υφιστάμενο ή υπό κατασκευή δίκτυο δασικών οδών ή με άλλα τεχνικά έργα. Εγκρίσεις επέμβασης σε δασικές εκτάσεις ή δάση κατά το άρθρο 58 του ν. 998/1979 (ΦΕΚ 289 Α’), όπως ισχύει, ή παραχωρήσεις δημοσίων δασικών εκτάσεων κατά το άρθρο 13 του ν. 1734/1987 (ΦΕΚ 189 Α’), όπως ισχύει, που έχουν εκδοθεί από το Ελληνικό Δημόσιο υπέρ ηλεκτροπαραγωγών από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, παραμένουν έγκυρες και ισχυρές και μετά την τυχόν δικαστική ή διοικητική αναγνώριση τρίτου προσώπου ως ιδιοκτήτη των εκτάσεων αυτών. Στην περίπτωση αυτή, ο αναγνωριζόμενος ιδιοκτήτης υπεισέρχεται αυτοδικαίως στη θέση του Δημοσίου, ως προς τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα αυτού για το αντάλλαγμα χρήσης ή το τίμημα παραχώρησης.»
3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 58 του ν. 998/1979 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου στα έργα υποδομής της προηγούμενης παραγράφου περιλαμβάνονται και οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής και τα σύνοδα αυτών έργα. Η διάταξη της παραγράφου αυτής ισχύει από την έναρξη εφαρμογής του ν. 2244/1994 (ΦΕΚ 168 Α’).»
4. Με την επιφύλαξη των κείμενων διατάξεων περί ασφάλειας των πτήσεων επιτρέπεται εντός δασών, δασικών και λοιπών εκτάσεων που τελούν υπό τη διαχείριση των δασικών υπηρεσιών, η εγκατάσταση και λειτουργία εξοπλισμών για τη μέτρηση της ταχύτητας και των άλλων χαρακτηριστικών του ανέμου, όπως ιστών και παρεμφερών εγκαταστάσεων, καθώς και η εκτέλεση των τυχόν αναγκαίων έργων οδοποιίας πρόσβασης, ύστερα από έγκριση του οικείου Δασάρχη ή του Διευθυντή Δασών, όπου δεν λειτουργεί Δασαρχείο, περιλαμβανομένης και της Αττικής. Η έγκριση αυτή χορηγείται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την υποβολή του σχετικού αιτήματος. Για τις προαναφερόμενες επεμβάσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται και τα τυχόν αναγκαία έργα οδοποιίας πρόσβασης, δεν οφείλεται το αντάλλαγμα χρήσης που ορίζεται στην παρ. 12 του άρθρου 45 του ν. 998/1979 (ΦΕΚ 289 Α), όπως ισχύει.
5. Για την εγκατάσταση του μετρητικού εξοπλισμού κατά την προηγούμενη παράγραφο, δεν απαιτείται η τήρηση της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης κατά τις διατάξεις του ν. 1650/1986 (ΦΕΚ 160 Α’), όπως ισχύει. Η διαδικασία αυτή απαιτείται για τα τυχόν αναγκαία έργα οδοποιίας πρόσβασης.
6. Αν αποξηλωθούν οι εξοπλισμοί πριν την εγκατάσταση του σταθμού ηλεκτροπαραγωγής από αιολική ενέργεια, αποκαθίσταται υποχρεωτικώς ο χώρος της οικείας επέμβασης για την αποτροπή οποιασδήποτε βλάβης της δασικής βλάστησης. Ειδικά, στην περίπτωση των έργων οδοποιίας πρόσβασης πρέπει να γίνεται πλήρης αποκατάσταση του χώρου της οικείας επέμβασης, εκτός αν η δασική υπηρεσία κρίνει ότι τα έργα αυτά πρέπει να διατηρηθούν για λόγους που ανάγονται στην προστασία ή διαχείριση του δασικού περιβάλλοντος.
7. Στους παραβάτες των διατάξεων του παρόντος άρθρου επιβάλλονται οι ποινές που προβλέπονται στις διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 71 του ν. 998/1979 (ΦΕΚ 289 Α’), όπως ισχύει.
8. Η εγκατάσταση και λειτουργία του μετρητικού εξοπλισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, δεν θεμελιώνει εμπράγματο δικαίωμα ή ενοχική σχέση επί του ακινήτου, ούτε δικαίωμα προτεραιότητας στην εν γένει αδειοδοτική διαδικασία.
Αρθρο 20
Οι μόνιμοι υπάλληλοι του Υπουργείου Ανάπτυξης, που μετακινήθηκαν στην Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ανταγωνιστικότητα» (ΕΥΔ/ΕΠΑΝ) της Ειδικής Γραμματείας για την Ανταγωνιστικότητα του ίδιου Υπουργείου, δικαιούνται πέραν του ειδικού επιδόματος της παρ. 7 του άρθρου 7 του ν. 2860/ 2000 (ΦΕΚ 251 Α’) και το κίνητρο παραγωγικότητας της παρ. 5 του άρθρου 14 του ν. 2289/1995 (ΦΕΚ 27 Α’), από τη μετακίνηση τους, κατά τα ανωτέρω, μέχρι την 31.1.2004.
Αρθρο 21
Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 1514/1985 (ΦΕΚ 13 Α’), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 2919/2001 (ΦΕΚ 128 Α’), προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Στον Πρόεδρο και στους Αντιπροέδρους του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας και Τεχνολογίας (Ε.Σ.Ε.Τ.) χορηγείται μηνιαία αποζημίωση, το ύψος της οποίας καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης. Στα λοιπά μέλη του Ε.Σ.Ε.Τ. καταβάλλεται αποζημίωση ανά συνεδρίαση, το ύψος της οποίας καθορίζεται με την ίδια απόφαση.»
Αρθρο 22
Ποσά υπερβάλλουσας ρευστότητας του Οργανισμού Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας (O.B.I.) και της Επιτροπής Ανταγωνισμού, μπορεί, αρχής γενομένης από τη χρήση του έτους 2004, με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, να διατίθενται για την κάλυψη υποχρεώσεων του Υπουργείου Ανάπτυξης είτε μέσω του Κρατικού Προϋπολογισμού είτε μέσω του λογαριασμού «Εισφορά εξ εγγυήσεων φιαλών υγραερίου».
Αρθρο 23
Περιφερειακοί Πόλοι Καινοτομίας
1. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, ύστερα από πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, μπορεί να εντάσσονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ένας ή περισσότεροι Περιφερειακοί Πόλοι Καινοτομίας (Π.Π.Κ.) ανά Περιφέρεια της Χώρας. Ως Π.Π.Κ. νοείται η ένωση φορέων, του ιδιωτικού και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, που έχουν σκοπό την ενίσχυση των τεχνολογικών και καινοτομικών επιδόσεων των Περιφερειών της Χώρας και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της περιφερειακής οικονομίας.
2. Οι φορείς που συμμετέχουν στους Π.Π.Κ. μπορεί να είναι ερευνητικού και τεχνολογικού χαρακτήρα, Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (A.E.I.) και Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Τ.Ε.Ι.), επιμελητήρια, επιχειρήσεις δημόσιου ή ιδιωτικού χαρακτήρα και κάθε φορέας που αναπτύσσει δραστηριότητα συναφή με τον ανωτέρω σκοπό στην Περιφέρεια. Η σύνθεση των Π.Π.Κ. μπορεί να μεταβάλλεται με τη συμμετοχή σε αυτούς νέων φορέων κατά τη διάρκεια της λειτουργίας τους.
3. Οι Π.Π.Κ. μπορούν να χρηματοδοτούνται από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων του Υπουργείου Ανάπτυξης για τις δαπάνες ίδρυσης τους και τις δραστηριότητες που αναπτύσσουν για την επίτευξη των σκοπών της παραγράφου 1, στο πλαίσιο του εκάστοτε ισχύοντος περιφερειακού χάρτη ενισχύσεων και των ειδικών κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, για την έρευνα και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
4. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις χρηματοδότησης των Π.Π.Κ. κατά την παράγραφο 3, οι όροι και η διαδικασία αξιολόγησης των προτάσεων και ελέγχου των πραγματοποιούμενων επενδύσεων και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.
Αρθρο 24
1. Η ισχύς της Προσωρινής Αδειας Λειτουργίας που χορηγήθηκε σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 8 του ν.2941/2001 (ΦΕΚ 201 Α’)στις μονάδες της Δ.Ε.Η. Α.Ε., οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 42 του ν. 2773/1999 (ΦΕΚ 286 Α’), παρατείνεται μέχρι την 31.12.2008.
2. Στις μονάδες της Δ.Ε.Η. Α.Ε., στις οποίες έχουν χορηγηθεί Αδειες Παραγωγής από τις 24.1.2002 μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, χορηγείται μέχρι την 31.12.2008 Προσωρινή Αδεια Λειτουργίας, κατά την έννοια της παρ. 5 του άρθρου 8 του ν. 2941/2001 (ΦΕΚ 201 Α’).
3. Στις μονάδες που αναφέρονται στις προηγούμενες παραγράφους 1 και 2, περιλαμβάνονται και οι μονάδες της Δ.Ε.Η. Α.Ε. οι οποίες αναφέρονται στο Παράρτημα (Πίνακες Α και Β) της απόφασης του Υπουργού Ανάπτυξης Δ5/ΗΛ/Α/23332/27.12.2004 (ΦΕΚ 1940 Β’).
4. Περαιτέρω παράταση της διάρκειας των αδειών των προηγούμενων παραγράφων, μπορεί να δοθεί, για λόγους δημόσιου συμφέροντος, με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης.
Αρθρο 25
Στο άρθρο 26 του ν. 1514/1985 (ΦΕΚ 13 Α’) προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:
«6. Υπάλληλοι μόνιμοι ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, που ανήκουν στην κατηγορία του τεχνικού επιστημονικού προσωπικού, κατά την έννοια του άρθρου 20, οι οποίοι υπηρετούσαν στα ερευνητικά κέντρα και ανεξάρτητα ερευνητικά ινστιστούτα μέχρι την 31.12.2004 και είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος, κρίνονται μια μόνο φορά, ύστερα από αίτηση τους, από τις ειδικές επιτροπές κρίσεων των οικείων ερευνητικών κέντρων και ανεξάρτητων ερευνητικών ινστιτούτων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του παρόντος νόμου, για ένταξη τους σε μια από τις βαθμίδες Α’, Β’, Γ’ ή Δ’ των ερευνητών, σε προσωποπαγή θέση. Οι αιτήσεις που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο υποβάλλονται μέχρι την 31.12.2005. Σε ερευνητικά κέντρα των οποίων θέση Διευθυντή ινστιτούτου είναι κενή, εισηγητής της αρμόδιας ειδικής επιτροπής κρίσεων ορίζεται ο Διευθυντής του οικείου ερευνητικού κέντρου. Η δαπάνη που απαιτείται από την εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου καλύπτεται από τον τακτικό προϋπολογισμό των οικείων ερευνητικών κέντρων και των ανεξάρτητων ερευνητικών ινστιτούτων.»
Αρθρο 26
Στο άρθρο 15 του ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α’) προστίθεται πέμπτη παράγραφος ως εξής:
«5. Ο συνολικός χρόνος προϋπηρεσίας των υπαλλήλων και του ερευνητικού προσωπικού, που υπηρέτησαν με σχέση ιδιωτικού δικαίου, ορισμένου ή αορίστου χρόνου, στο Ινστιτούτο Θαλάσσιας Βιολογίας Κρήτης (Ι.ΘΑ.ΒΙ.Κ.) λογίζεται ως δημόσια υπηρεσία και λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό και τη λήψη του χρονοεπιδόματος, καθώς και για την κατάταξη και εξέλιξη των ανωτέρω υπαλλήλων και του ερευνητικού προσωπικού στα μισθολογικά κλιμάκια του άρθρου 3. Κατά τα λοιπά ισχύουν τα προβλεπόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 34 του π.δ. 164/2003 (ΦΕΚ 131 Α’). Η δαπάνη που απαιτείται για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου καλύπτεται από τον εγκεκριμένο τακτικό προϋπολογισμό του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.).»
Αρθρο 27
Οι παράγραφοι 3, 4, 11 και 12 του άρθρου 4 του ν. 2773/1999 (ΦΕΚ 286 Α’) αντικαθίστανται ως ακολούθως:
«3. Η Ρ.Α.Ε. συγκροτείται από επτά (7) μέλη τα οποία διακρίνονται για την επιστημονική τους κατάρτιση και την επαγγελματική τους ικανότητα και διαθέτουν εξειδικευμένη εμπειρία σε θέματα αρμοδιότητας τους.
4. Τα μέλη της Ρ.Α.Ε. επιλέγονται ύστερα από προκήρυξη που δημοσιεύεται σε τέσσερις, τουλάχιστον, ημερήσιες εφημερίδες πανελλήνιας κυκλοφορίας. Ύστερα από πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης και γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, τρία (3) από τα ανωτέρω μέλη της Ρ.Α.Ε. επιλέγονται από το Υπουργικό Συμβούλιο και διορίζονται με πράξη του στις θέσεις του Προέδρου και των Α’ και Β’ Αντιπροέδρων της Αρχής αυτής. Τα λοιπά μέλη της Ρ.Α.Ε. διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης.
11. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης καθορίζονται οι αποδοχές του Προέδρου, των Αντιπροέδρων και των μελών της Ρ.Α.Ε. κατά παρέκκλιση από κάθε γενική και ειδική διάταξη. Η δαπάνη που προκαλείται από την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου βαρύνει τον προϋπολογισμό της Ρ.Α.Ε..
12. Η Ρ.Α.Ε. στις σχέσεις της με τις άλλες Αρχές και τους τρίτους, καθώς και ενώπιον των δικαστηρίων, εκπροσωπείται από τον Πρόεδρο της. Σε περίπτωση κωλύματος ή απουσίας του Προέδρου, από τον Α’ Αντιπρόεδρο και, σε περίπτωση κωλύματος ή απουσίας αυτού, από τον Β’ Αντιπρόεδρο. Ο Πρόεδρος της Ρ.Α.Ε. μπορεί με αποφάσεις του να εξουσιοδοτεί μέλη αυτής ή μέλη της Γραμματείας να ενεργούν για λογαριασμό του και να τον εκπροσωπούν για συγκεκριμένη πράξη ή ενέργεια ή κατηγορία πράξεων ή ενεργειών.»
Αρθρο 28
Το στοιχείο γ’ της παρ. 2 του άρθρου 11 του ν. 3279/ 2004 (ΦΕΚ 205 Α’) αντικαθίσταται, από τότε που ίσχυσε, ως εξής:
«γ) Το ύψος της τυχόν αύξησης των διδάκτρων που καταβάλλονται στα νηπιαγωγεία, δημοτικά σχολεία, γυμνάσια και λύκεια της ιδιωτικής εκπαίδευσης κατά τα, πέραν του πρώτου, διδακτικά έτη δεν υπερβαίνει το ποσοστό που προκύπτει σύμφωνα με τον τύπο: 0.35Χ+ 0,65Ψ=Ζ.
Ως Χ ορίζεται η ετήσια μεταβολή του γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους, σε μέσα επίπεδα, όπως αυτή ανακοινώνεται από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία (Ε.Σ.Υ.Ε.), ως Ψ ορίζεται η μέση αύξηση των αμοιβών εκπαιδευτικών ιδιωτικών σχολείων κατά το ημερολογιακό έτος μέσα στο οποίο αρχίζει το αντίστοιχο διδακτικό έτος και ως Ζ ορίζεται το ανώτατο ποσοστό αύξησης. Η μέση αύξηση Ψ ορίζεται ως ο αριθμητικός μέσος όρος των ποσοστών αύξησης των αμοιβών που αντιστοιχούν σε κάθε μισθολογικό κλιμάκιο εκπαιδευτικού με τέσσερα (4) έτη σπουδών.
Για το διδακτικό έτος 2004-2005 ισχύει ότι Χ=3,5% και Ψ=9,77%, ενώ βάσει του παραπάνω τύπου προκύπτει ότι Ζ=7,58%.
Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, η οποία εκδίδεται το αργότερο μέχρι τον Μάιο κάθε έτους, προσδιορίζεται η μέση αύξηση των αμοιβών των εκπαιδευτικών ιδιωτικών σχολείων για το ημερολογιακό έτος, μέσα στο οποίο αρχίζει το αντίστοιχο διδακτικό έτος και ανακοινώνεται το ανώτατο ποσοστό αύξησης Ζ των διδάκτρων.»
Αρθρο 29
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
ΤΕΛΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
1. Μέχρι την έκδοση των προεδρικών διαταγμάτων που προβλέπονται στις παραγράφους 11,12 και 13 των άρθρων 1 και 4 αντιστοίχως, του παρόντος νόμου, εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις των προεδρικών διαταγμάτων 12/2005 (ΦΕΚ 10 Α’) και 58/2005 (ΦΕΚ 87 Α’) και οι διατάξεις που εκδόθηκαν κατ’ εξουσιοδότηση του ν. 2323/1995, κατά το μέρος που δεν έρχονται σε αντίθεση με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Η ισχύς των αδειών υπαίθριου, πλανόδιου ή στάσιμου εμπορίου, που λήγουν αυτοδικαίως, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 3190/ 2003 (ΦΕΚ 249 Α’) και στο π.δ. 12/2005 (ΦΕΚ 10 Α’) που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του νόμου αυτού, παρατείνεται αυτοδικαίως μέχρι την 31.3.2006.
Σε όσους κατέχουν άδεια άσκησης υπαίθριου στάσιμου εμπορίου που έχει εκδοθεί μέχρι την 30.6.2005 και ασκούσαν αποδεδειγμένα, κατά κύριο επάγγελμα, τη σχετική δραστηριότητα στις λαϊκές αγορές, μπορεί να χορηγηθεί άδεια επαγγελματία πωλητή λαϊκών αγορών. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, η διαδικασία και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη χορήγηση των ανωτέρω αδειών.
2. Οι διατάξεις του άρθρου 9 του παρόντος νόμου δεν εφαρμόζονται:
α) σε καταστήματα λιανικού εμπορίου για τα οποία μέχρι τη δημοσίευσή του παρόντος νόμου έχει χορηγηθεί άδεια από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία στο όνομα του κυρίου ή του μισθωτή του καταστήματος, εφόσον η αίτηση με τα αναγκαία δικαιολογητικά είχε υποβληθεί στην ανωτέρω υπηρεσία, τουλάχιστον έναν (1) μήνα πριν από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου,
β) σε καταστήματα λιανικού εμπορίου για τα οποία έχουν καταρτισθεί επαγγελματικές μισθώσεις με τον όρο της ανέγερσης κτιρίου ή της διενέργειας εκτεταμένων επισκευών, εφόσον έχουν θεωρηθεί από την αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) οι οικείες συμβάσεις μισθώσεως και έχει υποβληθεί στην αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία η αίτηση με τα αναγκαία δικαιολογητικά για την έκδοση της σχετικής άδειας, τουλάχιστον ένα (1) μήνα πριν από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και
γ) σε περιπτώσεις αγοράς ακινήτων για ανέγερση ή λειτουργία καταστήματος λιανικού εμπορίου εφόσον έχουν νομίμως μεταγραφεί τα οικεία συμβόλαια μεταβίβασης και έχει υποβληθεί στην αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία η αίτηση με τα αναγκαία δικαιολογητικά για την έκδοση της σχετικής άδειας, ένα (1) τουλάχιστον μήνα πριν από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
3. Τα κάθε μορφής «παζάρια» και εμποροπανηγύρεις, που έχουν ιδρυθεί από δήμους ή κοινότητες, ή καθιερωθεί εθιμικά ή με διατάγματα, καταργούνται από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και παύουν να ισχύουν οι συμβάσεις που έχουν καταρτιστεί μεταξύ δήμων ή κοινοτήτων και φυσικών ή νομικών προσώπων, με αντικείμενο την παραχώρηση δημόσιου χώρου, για την οργάνωση και λειτουργία «παζαριού». Η λύση των συμβάσεων αυτών γίνεται αζημίως για τα συμβαλλόμενα μέρη.
4. Οι πωλητές λευκών ειδών, εφόσον για την εμπορική τους δραστηριότητα χρησιμοποιούσαν, πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, όχημα χαρακτηρισμένο από το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών ως κινητό κατάστημα, εξαιρούνται από τον περιορισμό που ορίζεται στην περίπτωση β’ της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 2323/1995, όπως αντικαθίσταται με το άρθρο 1 του παρόντος νόμου.
5. Σε όσους παραβαίνουν τις αγορανομικές διατάξεις, οι οποίες εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις 1, 2, 2α και 5 του Αγορανομικού Κώδικα, επιβάλλονται οι διοικητικές κυρώσεις της παραγράφου 5 του άρθρου 14 του παρόντος νόμου, πέραν των ποινικών κυρώσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 15 του άρθρου 30 του Αγορανομικού Κώδικα.
Αρθρο 30
Για το παραδεκτό της συζήτησης των προσφυγών που ασκούνται μετά την ισχύ του παρόντος νόμου, κατά των αποφάσεων με τις οποίες επιβάλλονται πρόστιμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου και δεύτερου μέρους του παρόντος νόμου απαιτείται η κατάθεση παραβόλου ποσού ίσου με το είκοσι τοις εκατό (20%) του επιβαλλόμενου προστίμου, το οποίο δεν μπορεί να υπερβεί το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ.
Αρθρο 31
Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης, επιτρέπεται η κωδικοποίηση, σε ενιαίο κείμενο, των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας για το υπαίθριο εμπόριο. Κατά την κωδικοποίηση επιτρέπεται η μεταβολή των άρθρων, των παραγράφων και των εδαφίων, η διαγραφή, η σύμπτηξη ή η διεύρυνση του αριθμού των άρθρων, η απόδοση του κειμένου στη δημοτική, καθώς και οποιαδήποτε αναγκαία φραστική μεταβολή, χωρίς αλλοίωση της έννοιας του ισχύοντος κειμένου.
Αρθρο 32
Καταργούμενες διατάξεις
1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται: α) οι διατάξεις των άρθρων 3, 6 και 8 του ν. 1470/1938, β) το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης β’ της παρ. 9 του άρθρου 7 του ν. 2557/1997 (ΦΕΚ 271 Α’), γ) η προτελευταία και τελευταία περίοδος της παραγράφου 4 του άρθρου 58 του ν. 998/1979 (ΦΕΚ 289 Α’), όπως η παράγραφος αυτή προστέθηκε με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 2941/2001 (ΦΕΚ 201 Α’) και δ) το άρθρο 4 του ν. 2323/1995.
2. Κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που αναφέρεται σε θέματα τα οποία ρυθμίζονται από τον παρόντα νόμο ή είναι αντίθετη προς τις διατάξεις αυτού.
Αρθρο 33
1. Τα χημικά εργαστήρια της Διεύθυνσης Τεχνικού Ελέγχου της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης, όπως ορίζονται από τις διατάξεις του π.δ. 197/1997 (ΦΕΚ 156 Α’), μπορούν να παρέχουν σε οργανισμούς, επιχειρήσεις και ιδιώτες, ύστερα από αίτηση τους, υπηρεσίες εκτέλεσης οργανοληπτικών και φυσικοχημικών αναλύσεων ελαιολάδου, πυρηνελαίου και άλλων καταναλώσιμων ελαίων, να χορηγούν πιστοποιητικά ποιότητας των προαναφερόμενων ελαίων ή να παρέχουν άλλες συναφείς εργασίες. Πα τις υπηρεσίες και εργασίες του προηγούμενου εδαφίου, εισπράττονται από τους ενδιαφερομένους συναφή τέλη σύμφωνα με τις διατάξεις της Υ.Α. 3002640/1552/6.2.2002 (ΦΕΚ 161 Β’).
2. Τα τέλη που εισπράττονται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, καθώς και το ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) από τα έσοδα που προέρχονται από πρόστιμα που επιβάλλονται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 14 του ν. 2251/1994 (ΦΕΚ 191 Α’) αποτελούν έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού, τα οποία διατίθενται μέσω ειδικού κωδικού, που εγγράφεται στον προϋπολογισμό της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης, αποκλειστικά για:
(α) την κάλυψη των λειτουργικών δαπανών της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή,
(β) τις αμοιβές των μελών επιτροπών που εξετάζουν τους φακέλους των υποθέσεων για τις οποίες επιβάλλονται διοικητικές κυρώσεις,
(γ) τις αμοιβές των μελών της οργανοληπτικής ομάδας δοκιμαστών ελαιολάδου,
(δ) τις αμοιβές των κλιμακίων που ελέγχουν στην αγορά την εφαρμογή της νομοθεσίας για την προστασία του καταναλωτή,
(ε) την αμοιβή που καταβάλλεται για υπηρεσίες που παρέχουν πραγματογνώμονες ή εργαστήρια δοκιμών που ανήκουν σε αναγνωρισμένους φορείς, που αφορούν στον έλεγχο της συμμόρφωσης των καταναλωτικών προϊόντων και υπηρεσιών με την ισχύουσα συναφή νομοθεσία.
3. Με αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια σχετική με τα ανωτέρω θέματα.
Αρθρο 34
Στην παρ. 7 του άρθρου 7 του ν. 2496/1997 (ΦΕΚ87 Α’) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
“Ως ασφαλιστική περίπτωση θεωρείται και η εξαγορά των ασφαλιστηρίων συμβολαίων ζωής, που έχουν και επενδυτικό χαρακτήρα και τα οποία σχηματίζουν αξίες εξαγοράς, κατά την έννοια των διατάξεων του παρόντος νόμου. Στην περίπτωση αυτή, ο ασφαλιστής οφείλει να καταβάλει το ποσό των αξιών εξαγοράς και το τυχόν προϊόν Υπεραπόδοσης του Μαθηματικού Αποθέματος, που προβλέπεται στις διατάξεις του ν.δ. 400/1970 (ΦΕΚ 10 Α’), εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης από τον δικαιούχο. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου, ο Υπουργός Ανάπτυξης επιβάλλει πρόστιμο στον ασφαλιστή από τρεις χιλιάδες (3.000) μέχρι εξήντα χιλιάδες (60.000) ευρώ. Το πρόστιμο που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο αποτελεί δημόσιο έσοδο και καταχωρείται στον κωδικό αριθμό εσόδου (Κ.Α.Ε.) 3739.”
Αρθρο 35
Στο άρθρο 15 του π.δ. 394/1996 (ΦΕΚ 266 Α) προστίθεται νέα παράγραφος 6 ως εξής:
“6. Για το παραδεκτό της άσκησης ένστασης σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2, προσκομίζεται παράβολο κατάθεσης υπέρ του Δημοσίου ποσού ίσου με το 0,10 επί τοις εκατό (0,10%) επί της προϋπολογισμένης αξίας του υπό προμήθεια είδους, το ύψος του οποίου δεν μπορεί να είναι μικρότερο των χιλίων (1.000) και μεγαλύτερο των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ. Το παράβολο αποτελεί δημόσιο έσοδο και καταχωρείται στον κωδικό αριθμό εσόδου (Κ.Α.Ε.) 3741 (“παράβολα από κάθε αιτία”). Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης μπορεί να αναπροσαρμόζονται το ποσοστό του παραβόλου και το ύψος των ανωτέρω ποσών.”
Αρθρο 36
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.