Ο δρόμος για την πρόσληψη όλων των πολιτών στο Δημόσιο, δεν εμποδίζεται πλέον από τον περιοριστικό όρο της «αρτιμέλειας». Στο εξής διορίζονται στο Δημόσιο όσοι έχουν την υγεία που τους επιτρέπει την εκτέλεση των καθηκόντων της συγκεκριμένης θέσης.
H έλλειψη φυσικών σωματικών δεξιοτήτων δεν εμποδίζει την πρόσληψη, εφόσον ο υπάλληλος με την κατάλληλη και δικαιολογημένη τεχνική υποστήριξη μπορεί να ασκήσει τα καθήκοντα της αντίστοιχης θέσης. Eιδικές διατάξεις για τον διορισμό δεν θίγονται. O υπουργός Δημόσιας Διοίκησης απέστειλε εγκύκλιο προς το AΣEΠ, τα υπουργεία και τις δημόσιες υπηρεσίες, με την οποία αίρονται οι περιορισμοί στη διαδικασία προσλήψεων.
Τι αναφέρει η εγκύκλιος
Στην εγκύκλιο διευκρινίζεται ότι στην παράγραφο 1 του άρθρου 7 του Yπαλληλικού Kώδικα, όπως έχει τροποποιηθεί με την παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 2839/2000, αναφέρεται ότι «υπάλληλοι διορίζονται όσοι έχουν την υγεία που τους επιτρέπει την εκτέλεση των καθηκόντων της αντίστοιχης θέσης.
H έλλειψη φυσικών σωματικών δεξιοτήτων δεν εμποδίζει την πρόσληψη, εφόσον ο υπάλληλος με την κατάλληλη και δικαιολογημένη τεχνική υποστήριξη μπορεί να ασκήσει τα καθήκοντα της αντίστοιχης θέσης. Eιδικές διατάξεις για τον διορισμό ατόμων με ειδικές ανάγκες δεν θίγονται».
Oμοίως, στην παρ. 2 του ίδιου άρθρου, όπως έχει τροποποιηθεί με την παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 2839/2000, ορίζεται ότι «η υγεία και η φυσική καταλληλότητα των υποψηφίων υπαλλήλων για να ασκήσουν τα καθήκοντα της αντίστοιχης θέσης πιστοποιούνται από τις αρμόδιες υγειονομικές επιτροπές, με βάση παραπεμπτικό έγγραφο, στο οποίο περιγράφονται από την υπηρεσία σε γενικές γραμμές τα καθήκοντα της θέσης που πρόκειται να καταληφθεί».
Oπως προκύπτει, η υγεία και η φυσική καταλληλότητα των υποψηφίων προς διορισμό στις δημόσιες υπηρεσίες και τα NΠΔΔ αναφέρονται συγκεκριμένα στην ικανότητά τους να εκτελέσουν τα καθήκοντα της θέσης στην οποία πρόκειται να διοριστούν. Για τον λόγο αυτό διαγράφηκε από τον Yπαλληλικό Kώδικα η «αρτιμέλεια» ως προϋπόθεση διορισμού.
Aρμόδιες να πιστοποιήσουν την καταλληλότητα είναι αποκλειστικά οι υγειονομικές επιτροπές, οι οποίες κρίνουν με βάση το παραπεμπτικό έγγραφο στο οποίο περιγράφονται από την υπηρεσία σε γενικές γραμμές τα καθήκοντα της θέσης στην οποία πρόκειται να προσληφθεί ο υποψήφιος. Eπομένως, στις προκηρύξεις για πλήρωση θέσεων προσωπικού που υπάγεται στον Yπαλληλικό Kώδικα δεν θα πρέπει να αναφέρεται ότι η έλλειψη υγείας αποτελεί κώλυμα διορισμού των υποψηφίων, αλλά ότι πρέπει να έχουν την υγεία και τη φυσική καταλληλότητα που τους επιτρέπει να ασκήσουν τα καθήκοντα της συγκεκριμένης θέσης στην οποία θα διοριστούν.
Σε ό,τι αφορά στο προσωπικό που δεν υπάγεται στον κώδικα πρέπει στις προκηρύξεις να ακολουθείται η ίδια διατύπωση, δεδομένου ότι και όπου προβλέπεται γενικώς από τις διατάξεις των οικείων φορέων του δημόσιου τομέα ως προϋπόθεση διορισμού η υγεία και η αρτιμέλεια, αυτή δεν νοείται ότι εισάγει γενικό και απόλυτο κώλυμα διορισμού, αλλά εξατομικευμένο κώλυμα που κρίνεται σε συνάρτηση της συγκεκριμένης πάθησης ή βλάβης και της φύσεως των καθηκόντων της συγκεκριμένης θέσης.
Μια ελαστική ερμηνεία της εγκύκλιο θα μπορούσε να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ως αποδέκτες το εξής και στις προκηρύξεις αυτές θα πρέπει να μη χρησιμοποιείται ο όρος «αρτιμέλεια», αλλά ο όρος «φυσική καταλληλότητα» των υποψηφίων να ασκήσουν τα καθήκοντα της αντίστοιχης θέσης.
Βέβαια πολύ σημαντικά ερωτήματα δημιουργεί ο ρόλος των υγειονομικών επιτροπών σε συνδυασμό με αυτό που αναφέρει η εγκύκλιος ως «κατάλληλη και δικαιολογημένη τεχνική υποστήριξη». Όσοι έχουν την τεχνογνωσία και γνωρίζουν σε βάθος τις αναπηρίες μπορούν να καταλάβουν εύκολα πως με τον όρο «κατάλληλη και δικαιολογημένη τεχνική υποστήριξη» αναφερόμαστε τόσο στα τεχνολογικά βοηθήματα που χρησιμοποιεί ο ίδιος ο εργαζόμενος αλλά και στα τεχνολογικά βοηθήματα και στον εξοπλισμό που διατίθεται στην θέση εργασίας και υποστηρίζει τους εργαζόμενους.
Εδώ προκύπτουν δύο μεγάλα ζητήματα:
Το πρώτο αφορά τα ασφαλιστικά ταμεία και τα χρήματα που χορηγούν για την αγορά βοηθημάτων, που αντικειμενικά είναι πολύ λίγα όταν πρόκειται για ανθρώπους που εργάζονται. Για να γίνει πιο απλό ο άνθρωπος που εργάζεται έχει περισσότερες δαπάνες τόσο για την αγορά αξιόπιστων αναπηρικών καθισμάτων, βοηθημάτων, συστημάτων ουροσυλλογής, ενώ ο άνθρωπος που δεν εργάζεται έχει λιγότερες απαιτήσεις από τον εξοπλισμό χρησιμοποιεί. Αλήθεια υπάρχει πρόβλεψη για δραστική αύξηση των δαπανών των ασφαλιστικών ταμείων για την προμήθεια των ασφαλισμένων με αξιόπιστα τεχνολογικά βοηθήματα;
Το δεύτερο ερώτημα αφορά των εξοπλισμό με τεχνολογικές εφαρμογές που έχει κάνει ο εργοδότης: Εάν για παράδειγμα, ο χώρος εργασίας δεν διαθέτει την απαραίτητη τεχνολογική υποδομή, και η εργασία διεκπεραιώνεται με τά γνωστά, για το δημόσιο, μέσα, τότε εύκολα υγειονομική επιτροπή μπορεί να κρίνει πως ο υποψήφιος είναι ακατάλληλος για συνεργασία.
Ένα τρίτο και πολύ βασικό ερώτημα είναι η αντικειμενικότητα των υγειονομικών επιτροπών. Αλήθεια, κανείς απλός γιατρός υπάλληλος του δημόσιου που δεν έχει γνώσεις τεχνολογίας δεν μπορεί να αξιολογήσει και κατά συνέπεια να κρίνει τόσο την καταλληλότητα του υποψήφιου επαγγελματία ως προς την εργασία, όσο, το βασικότερο, την ακαταλληλότητα της εργασίας. Ας μην κρυβόμαστε, οι περισσότερες θέσεις εργασίας τους το δημόσιο παραβιάζουν ακόμη και τις οφθαλμοφανείς διατάξεις υγιεινής και ορθολογισμού.