Δεν είναι η πρώτη φορά που το Ασυλο Ανιάτων (στην Κυψέλη) αντιμετωπίζει οξύτατα οικονομικά προβλήματα ούτε είναι η πρώτη φορά που εκπέμπει σήμα κινδύνου.
Χρόνια τώρα, κάθε τόσο, δημοσιεύματα καταφέρονται εναντίον της κρατικής αδιαφορίας, η διοίκηση εμφανίζει στοιχεία που επιβεβαιώνουν το επερχόμενο τέλος, οι ασθενείς -όσοι μπορούν να επικοινωνήσουν- δηλώνουν ότι δεν έχουν πού αλλού να πάνε.
Κράτος, ασφαλιστικά ταμεία, δωρητές, χορηγοί πληρώνουν αλλά τα λεφτά δεν πιάνουν τόπο. Το άσυλο μολονότι έχει τεράστια ακίνητη περιουσία δεν μπορεί να υποστηρίξει τους τροφίμους του.
Τα περιστατικά, οι ανθρώπινες ιστορίες που φιλοξενεί το άσυλο, μπορούν να κάνουν και τον πιο κυνικό οικονομικό διαμεσολαβητή να δακρύσει. Δεν χρειάζεται να έχει περάσει κανείς όλη του τη ζωή στην κοινωνική προσφορά ή να γνωρίζει τι σημαίνει αναπηρία ή εγκλεισμός για να ευαισθητοποιηθεί για την επόμενη μέρα των 200 ασθενών του ασύλου. Η οικονομική κρίση μετέτρεψε, επιπλέον, και τους 130 εργαζόμενους – νοσηλευτές σε εθελοντές, αφού έχουν να πληρωθούν οκτώ μήνες.
Η νέα διοίκηση (από το 2012) κάνει ό,τι περνά από το χέρι της: ενημέρωση, εξώδικα, επιστολές στον πρωθυπουργό. Αυτή τη φορά όμως με ένα πνεύμα πιο ρεαλιστικό. Αθροίζει τα χρέη στην εφορία (3 εκατ. ευρώ) και στο ΙΚΑ (2 εκατ.), μιλάει για το αδιέξοδο, ζητεί μια ειδική ρύθμιση. Πού βρίσκεται ο «ρεαλισμός»; Οτι για πρώτη φορά έγινε συστηματικός διαχειριστικός έλεγχος από μεγάλη εταιρεία ορκωτών λογιστών, ο οποίος έδειξε ότι το άσυλο μπορεί να συνεχίσει τη λειτουργία του μόνο εάν το κράτος δεχθεί να γίνει συμψηφισμός των χρεών και εξόφληση των οφειλών με εισφορά ακίνητης περιουσίας. «Ενας ασθενής κοστίζει 31.000 ευρώ τον χρόνο, ύστερα από τις περικοπές», λέει η πρόεδρος του Δ.Σ. Ιωάννα Ηλιάδη (εθελόντρια, όπως και όλο το Δ.Σ.), υπογραμμίζοντας ότι αν χρειαστεί να μεταφερθούν σε δημόσια νοσοκομεία, το κόστος θα πολλαπλασιαστεί. Αρα, πρακτικά και μόνο, δεν συμφέρει το κράτος. «Δεν ζητάμε να μας χαρίσουν τα χρέη, αλλά να γίνει ένας διακανονισμός».
Η ίδια αποφεύγει να αναφερθεί σε κακοδιαχείριση παλαιότερων διοικήσεων. Λέει απλώς ότι «ο τρόπος τους ήταν παλιομοδίτικος». Οπως και να έχει, αυτή τη στιγμή το άσυλο δεν μπορεί να πληρώσει τους προμηθευτές τροφίμων (ασθενείς με σάκχαρο κινδυνεύουν να απορρυθμιστούν) και τις φαρμακευτικές εταιρείες, οι τραπεζικοί λογαριασμοί είναι μπλοκαρισμένοι. Τα έσοδα από τη (μεγάλη) ακίνητη περιουσία έχουν συρρικνωθεί, οι φόροι έχουν διογκωθεί. Η ΜΚΟ «Μπορούμε» προσπαθεί να βοηθήσει με συνεχείς αναρτήσεις στην ιστοσελίδα της για τρόφιμα, ο Καναδός πρέσβης, από δική του πρωτοβουλία, διακριτικά, όσο μπορεί και επιτρέπεται, κινητοποιεί και κινητοποιείται. Αλλά οι προσφορές αυτές δεν είναι παρά επίδεσμοι στο τραύμα. Δεν θεραπεύουν, ενδεχομένως να ανακουφίζουν και κυρίως συνδράμουν με την έγνοια τους, με την ανθρώπινη παρουσία τους.
Η γενική συνέλευση των μελών του σωματείου του ασύλου (120 άτομα) θα πάρει τις αποφάσεις της στις 19 Μαρτίου. Η Πολιτεία, παράλληλα, θα πρέπει να απαντήσει σε ένα βασικό ερώτημα: θέλει ή δεν θέλει να δώσει λύση στα χρέη του Ασύλου Ανιάτων; Γιατί, αν δεν θέλει, δεν υπάρχει λόγος να επανερχόμαστε στον κύριο Γιάννη που είναι εκεί 45 χρόνια και δεν έχει πού να πάει ή στην κυρία Μαρία που διαμαρτύρεται ότι αν μετακινηθεί θα διαλυθεί. Οι 200 ασθενείς είναι ψίθυρος στον αχό της χρεοκοπίας. Με μια διαφορά: αυτή η χρεοκοπία δεν είναι μόνο οικονομική, είναι και ανίατη.
ΜΑΡΙΑ ΚΑΤΣΟΥΝΑΚΗ
kathimerini.gr 6-3-2014