Με ετήσιο τζίρο που ξεπερνά αυτόν των εισηγμένων εταιρειών του λιανικού και χονδρικού εμπορίου μαζί, τα περίπτερα αναδεικνύονται σε μικρά «χρυσωρυχεία» της γειτονιάς.
Υπολογίζεται ότι σήμερα στην Ελλάδα λειτουργούν πάνω από 18.000 περίπτερα, εκ των οποίων τα 5.500-6.000 βρίσκονται σε Αθήνα και Πειραιά. Αρχικά δικαίωμα απόκτησης άδειας είχαν μόνο οι ανάπηροι πολέμου αλλά στην πορεία προστέθηκαν κι άλλες κατηγορίες στη λίστα των δικαιούχων, όπως οι τραυματίες εν ώρα υπηρεσίας στα σώματα της αστυνομίας, της πυροσβεστικής, του στρατού, του ναυτικού, της αεροπορίας κ.λπ. Μάλιστα σκέψεις γίνονται για παροχή περιπτέρων από την πολιτεία και σε πολύτεκνους αλλά και σε άτομα με ειδικές ανάγκες.
Τα περίπτερα αυτά σπάνια τα λειτουργούν οι δικαιούχοι. Το πιο συνηθισμένο είναι να τα παραχωρούν σε τρίτους και να εισπράττουν απλά το ενοίκιο.
Σύμφωνα με τον Γιώργο Λάμπρη, πρόεδρο εδώ και 28 χρόνια της Ομοσπονδίας Επαγγελματιών Ενοικιαστών Καπνοπωλών Περιπτεριούχων, ο συνολικός τζίρος των 18.000 περιπτέρων που λειτουργούν αυτή τη στιγμή πανελλαδικά εκτιμάται ότι ξεπερνά τα 5 δισ. ευρώ και το μεικτό κέρδος υπολογίζεται στο 9-10%. Αυτό μεταφράζεται σε ετήσια μεικτά κέρδη που αγγίζουν συνολικά τα 500 εκατ. ευρώ, με κάθε περίπτερο να έχει κατά μέσο όρο ετήσιο τζίρο τα 280.000 ευρώ και μέσα μεικτά κέρδη στις 28.000 ευρώ περίπου.
Σε ημερήσια βάση οι πωλήσεις είναι κοντά στα 760 ευρώ και τα μεικτά κέρδη στα 76 ευρώ. Ωστόσο, σύμφωνα με στοιχεία παλαιότερης έρευνας της Exceed Consulting σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 100 περιπτέρων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, προκύπτει ότι ο μέσος ετήσιος τζίρος τους έφτανε τις 450.000 ευρώ ενώ υπήρξε και μία περίπτωση περιπτέρου που ανέφερε ετήσιο τζίρο 2.920.000 ευρώ!
Σχεδόν τα μισά τους έσοδα (50%) προέρχονται από τα τσιγάρα, τα οποία έχουν περιθώριο κέρδους 4-8%, ακολουθούν οι εφημερίδες και τα περιοδικά με μερίδιο 20% στον τζίρο και περιθώριο κέρδους στο 6%, ενώ τα ζαχαρώδη, τα σνακ και τα αναψυκτικά αντιπροσωπεύουν το 20% της αξίας των πωλήσεων και έχουν περίπου 20% περιθώριο κέρδους.
Τηλεφωνικές κάρτες
Τα υπόλοιπα έσοδα προέρχονται από τις τηλεφωνικές κάρτες με μερίδιο 10% και περιθώριο κέρδους 5-7%.
Το ενοίκιο για ένα περίπτερο κυμαίνεται σημαντικά ανάλογα με την τοποθεσία του. Ετσι μπορεί να ξεκινά από τα 300 ευρώ και να φτάνει μέχρι και 10 φορές πάνω. Επίσης συχνό φαινόμενο είναι η (ανεπίσημη) χρέωση του «αέρα» που καλείται να καταβάλει ο ενοικιαστής. Το ύψος του ποικίλλει από περιοχή σε περιοχή και μπορεί να αγγίξει μέχρι και τα 30.000 ευρώ με αφετηρία τα 10.000. Τα περίπτερα-«φιλέτα» δεν είναι μόνο αυτά που βρίσκονται σε κεντρικές πλατείες και κοντά σε σταθμούς τρένου, μετρό και λεωφορείων αλλά αρκετά «ανεβασμένα» εμφανίζονται και ορισμένα περίπτερα της περιφέρειας, ενώ κατά τους καλοκαιρινούς μήνες «χρυσές δουλειές» κάνουν αρκετά περίπτερα σε παραθαλάσσιες περιοχές.
Η δυναμική της αγοράς των περιπτέρων (που αποτελούν ελληνικό φαινόμενο) δεν έχει αφήσει καθόλου αδιάφορες κάποιες εταιρείες, οι οποίες προσπαθούν να τα αξιοποιήσουν είτε προβάλλοντας όσο το δυνατόν καλύτερα τα προϊόντα τους (κάποιες φορές ακολουθώντας και αθέμιτες πρακτικές) είτε δημιουργώντας οργανωμένα δίκτυα περιπτέρων με τη μέθοδο του franchising.
Της ΕΛΙΖΑΣ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ – 23/07/2006