Αν κάτι διακρίνει τους έλληνες από τους άλλους ευρωπαίους είναι η ποσότητα και η ποιότητα της ευγένειας και της διακριτικότητας.
Αυτή η έλλειψη γίνεται πιο εμφανής σε περιθωριακούς χώρους και όπως στο χώρο της αναπηρίας.
Η έλλειψη καλών τρόπων δικαιολογείται όταν πρόκειται για κάποιο δημόσιο ίδρυμα ή κρατικό φορέα που επιχορηγείται από το κράτος ή από την κοινότητα. Αυτοί τί να τους κάνουν τους αναπήρους; Καλύτερα χωρίς αναπήρους και ποιος ξέρει ίσως κάποτε τους στέλνουν το μισθό στο σπίτι…
Όταν όμως η αγένεια και η τραχύτητα συναντώνται και σε ιδιωτικές πρωτοβουλίες που για να υπάρξουν έχουν κάποια ανάγκη τον επισκέπτη, τον εργοδότη, τον υπάλληλο, το χρήστη ή τον καταναλωτή, τότε είναι για γέλια. Αυτοί υποτίθεται πως έχουν ανάγκη τον ανάπηρο ως υπάλληλο ή εργοδότη, ως χρήστη ή καταναλωτή και παρόλα αυτά δεν του χαλαλίζουν ένα -έστω και υποκριτικό- χαμόγελο.
Αρκετοί ιδιώτες θεραπευτές και ορισμένοι καταστηματάρχες δε μπορούν να καταλάβουν πως ο ανάπηρος ενδέχεται να μη τους προτιμήσει και να προτιμήσει κάποιον άλλο ευγενέστερο ή και ευγενικό ανταγωνιστή τους.
Είναι αστείο αλλά απορούν όταν οι ανάπηροι δεν τους προτιμούν. Η απορία τους γίνεται ακόμη πιο αστεία όταν πρόκειται για υπηρεσία ή για εμπόρευμα που χρηματοδοτείται από ασφαλιστικό ταμείο λ.χ. για κάποια θεραπεία ή για αναπηρικό κάθισμα. Υποτιμούν την αξία του χρήματος των ασφαλιστικών ταμείων, λές και είναι ΔΩΡΕΑΝ. Υποτιμούν τη νοημοσύνη του αναπήρου που έχει καταναλωτική και ασφαλιστική συνείδηση. Κάνουν σα να αγνοούν την ασφαλιστική νομοθεσία, λές και το ασφαλιστικό ταμείο έχει κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον αν το βοήθημα ή η θεραπεία που χρηματοδοτεί πληρώθηκε στην Αθήνα ή στα Χανιά ή στη Θεσσαλονίκη ή στις Βρυξέλες ή στις Φιλιππίνες ή στη Χαβάη.
Αστείες απορίες Ελλήνων που δεν μπαίνουν στον κόπο να σκεφτούν ότι ο ανάπηρος ενδέχεται να σκέφτεται και να αντιδρά αναλόγως.
Δεν πιστεύουν στα αυτιά τους όταν εμείς στο περιοδικό ΑΝΑΠΗΡΙΑ ΤΩΡΑ τους συμβουλεύουμε να γίνουν πιο ευγενικοί και να προσεγγίζουν τον ανάπηρο με ρεαλισμό ή εν πάσει περιπτώσει να μη δείχνουν αυτό που αισθάνονται. Λίγος ρεαλισμός χρειάζεται για να καταλάβει ο οποιοσδήποτε πως Ο ΑΝΑΠΗΡΟΣ ΠΗΓΑΙΝΕΙ ΕΚΕΙ ΟΠΟΥ ΤΟΥ ΤΑΙΡΙΑΖΕΙ. Αυτό το βλέπουν, το ακούν αλλά εξακολουθούν να απορούν και να διαμαρτύρονται όταν κάποιοι προτιμούν ανταγωνιστές τους. Απορούν όταν βλέπουν πως πολλοί χρησιμοποιούν βοηθήματα που αγόρασαν στο εξωτερικό ή προτιμούν κέντρα διάγνωσης, εκπαίδευσης ή αποκατάστασης στο εξωτερικό. Δεν μπαίνουν στον κόπο να σκεφτούν γιατί οι Έλληνες πληρώνουν αδιαμαρτύρητα προϊόντα και υπηρεσίες στο εξωτερικό, ενώ στην Ελλάδα είναι καθολικώς διαμαρτυρόμενοι.
Είναι απλό. Ακόμα και αν οι Κοινωνικές Ασφαλίσεις ήταν Δωρεάν -που δεν είναι δωρεάν- ο οποιοσδήποτε σκέφτεται που θα δώσει τα λεφτά του.
Είναι απλό: Ο ανάπηρος σκέφτεται που θα δώσει τα λεφτά του. Ομοίως και το κάθε στέλεχος ιδρύματος σκέφτεται σε ποια επιχείρηση θα πληρώσει χρήμα για κάποια μικρή ή μεγάλη προμήθεια. Είναι αυτονόητο πως και ο επιχειρηματίας σκέφτεται που δίνει τα λεφτά του όταν αγοράζει ή όταν διαφημίζεται.
Χρειάζεται ΔΑΠΑΝΗ ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ για να γίνει αντιληπτό πως η ΕΥΓΕΝΕΙΑ, το ΗΘΟΣ και η ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΟΤΗΤΑ είναι ΜΕΘΟΔΟΣ ΠΩΛΗΣΕΩΝ και ΜΕΘΟΔΟΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ χωρίς οικονομικό κόστος.
Όσα ιδρύματα και όσα σωματεία και κέντρα αποκατάστασης θέλουν να έχουν την προτίμηση των αναπήρων, καθώς και όσοι επαγγελματίες θέλουν να παρέχουν υπηρεσίες ή να πωλούν εμπορεύματα σε αναπήρους ή σε συγγενείς αναπήρων πρέπει να το κάνουν με ευγένεια, με ήθος και με διακριτικότητα. Πάνω από όλα όμως αυτό που κάνουν, πρέπει να το κάνουν σωστά. Πρέπει δηλαδή να παρέχουν υψηλής ποιότητας και ποσότητας υπηρεσίες.
Όλοι οι Έλληνες και οι Έλληνιδες έχουν ξυπνήσει. Το ίδιο ξύπνησαν και πολλοί Έλληνες και Ελληνίδες με αναπηρίες. Κανείς πλέον δεν μπορεί να διαφημίζει “χάντρες και καθρεφτάκια”.