Το ποσοστό υποτροπής και η προοδευτική εξέλιξη της αναπηρίας μειώθηκαν σημαντικά σε ασθενείς με πολλαπλή σκλήρυνση που έλαβαν αλεμτουζουμάμπη σε σύγκριση με τους ασθενείς που έλαβαν υποδόρια ιντερφερόνη βήτα–1α (44 mcg), σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης CARE-MS II.
Η CARE-MS II είναι τυχαιοποιημένη κλινική μελέτη Φάσης ΙΙΙ που συνέκρινε το υπό έρευνα φάρμακο αλεμτουζουμάμπη με την ιντερφερόνη βήτα-1α σε ασθενείς με υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα πολλαπλή σκλήρυνση. Για να ενταχθούν στην μελέτη, οι ασθενείς έπρεπε να είχαν βιώσει μία υποτροπή ενώ ήταν υπό αγωγή με κάποια άλλη θεραπεία.
Σε αυτήν την τυχαιοποιημένη μελέτη που συμπεριέλαβε 840 ασθενείς, παρατηρήθηκε 49% μείωση του ποσοστού υποτροπής στους ασθενείς που έλαβαν αλεμτουζουμάμπη (12 mg) συγκριτικά με εκείνους που έλαβαν ιντερφερόνη βήτα-1α στα δύο χρόνια της μελέτης. Σημαντικό εύρημα είναι επίσης η μείωση του κινδύνου της προοδευτικής εξέλιξης της αναπηρίας κατά 42%, όπως μετρήθηκε με την κλίμακα αναπηρίας EDSS. Βέβαια η ανάλυση του συνόλου των δεδομένων της CARE-MS II είναι σε εξέλιξη οπότε τα αποτελέσματά της θα παρουσιαστούν σε προσεχές επιστημονικό συνέδριο.
«Η CARE-MS II είναι το αποκορύφωμα πολλών ετών κλινικής και εργαστηριακής έρευνας που στόχευε στο να καταδείξει την δυναμική της αλεμτουζουμάμπης ως μία υψηλής αποτελεσματικότητας θεραπεία για την Πολλαπλή Σκλήρυνση και στο να κατανοήσουμε τους μηχανισμούς που εμπλέκονται στην πολύπλοκη φυσική ιστορία της νόσου», δήλωσε ο Καθηγητής Άλσταιρ Κομπστον, πρόεδρος της επιστημονικής επιτροπής που επιτηρεί την μελέτη και επικεφαλής του Τμήματος Κλινικών Νευροεπιστημών του Πανεπιστημίου Κέιμπριτζ.
«Στο σύνολό τους, τα δεδομένα των κλινικών μελετών Φάσης ΙΙ και ΙΙΙ, απεικονίζουν την πολλά υποσχόμενη θεραπευτική παρέμβαση με την αλεμτουζουμάμπη η οποία μπορεί να αλλάξει την κλινική εικόνα και την φυσική πορεία της νόσου σε ασθενείς με υποτροπιάζουσα ΠΣ», πρόσθεσε ο Δρ Κομπστον.
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να επιστήσουμε την προσοχή στο γεγονός ότι η μελέτη CARE-MS II συνέκρινε την αγωγή με αλεμτουζουμάμπη (12 mg, χορηγείται ενδοφλέβια για 5 συνεχείς ημέρες μια φορά το χρόνο), με την αγωγή με ιντερφερόνη βήτα-1α (44 mcg, χορηγείται 3 φορές την εβδομάδα υποδόρια συνεχώς) για τα 2 χρόνια της μελέτης.
«Η ανώτερη αποτελεσματικότητα της αλεμτουζουμάμπης, ειδικά η επιβράδυνση της αναπηρίας, είναι πολλά υποσχόμενη αφού πρόκειται για μία μελέτη άμεσα συγκριτική με υψηλής δόσης υποδόρια ιντερφερόνη βήτα-1α», δήλωσε ο Δρ Τζέφρι Κοεν, Καθηγητής Ιατρικής (Νευρολογίας) στο Κολέγιο Ιατρικής Lerner της Κλιβελαντ Κλινικ και Διευθυντής του Τμήματος Πειραματικών Θεραπειών στο Κέντρο Θεραπείας και Έρευνας για την Πολλαπλή Σκλήρυνση και μέλος της επιστημονικής επιτροπής που επιτηρεί την διεξαγωγή της μελέτης. «Αυτά τα αποτελέσματα υποδεικνύουν την δυναμική που έχει το alemtuzumab να αποτελέσει μία νέα και αποτελεσματική θεραπευτική επιλογή για τους ασθενείς με Πολλαπλή Σκλήρυνση», συμπλήρωσε.
Το προφίλ ασφαλείας που παρατηρήθηκε στην μελέτη ήταν σύμφωνο με προηγούμενη χρήση της αλεμτουζουμάμπης στην Πολλαπλή Σκλήρυνση και οι ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν και πάλι διαχειρίσιμες.
Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες που σχετίστηκαν με την αλεμτουζουμάμπη στην μελέτη CARE-MS II ήταν αντιδράσεις σχετιζόμενες με την έγχυση, των οποίων τα συμπτώματα συνήθως περιελάμβαναν κεφαλαλγία, εξάνθημα, κνίδωση, πυρετό, κνησμό, αϋπνία και κόπωση.
Οι λοιμώξεις ήταν συχνές και στις δύο ομάδες, με μεγαλύτερη επίπτωση στην ομάδα της αλεμτουζουμάμπης. Οι πιο συχνές λοιμώξεις στους ασθενείς που λάμβαναν αλεμτουζουμάμπη περιελάμβαναν λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού και του ουροποιητικού συστήματος, ιγμορίτιδα και λοιμώξεις απλού έρπητα. Οι λοιμώξεις ήταν κατά κύριο λόγο ήπιες έως μέτριες σε σοβαρότητα και δεν υπήρξαν σχετιζόμενες-με-την-θεραπεία λοιμώξεις που να ήταν απειλητικές για την ζωή ή θανατηφόρες.
Περίπου το 16% των ασθενών που έλαβαν αλεμτουζουμάμπη ανέπτυξαν διαταραχή θυρεοειδικής λειτουργίας (αυτοάνοσης αρχής) και περίπου το 1% ανέπτυξε αυτοάνοση θρομβοπενία στην διάρκεια των δύο ετών που διήρκησε η μελέτη. Αυτά τα περιστατικά ανιχνευθήκαν νωρίς μέσω ενός προγράμματος τακτικής παρακολούθησης και αντιμετωπίστηκαν με τις συμβατικές θεραπείες.
Ο Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) έχει επισπεύσει την διαδικασία για την έκδοση άδειας κυκλοφορίας της αλεμτουζουμάμπης. Το πρόγραμμα της επισπευσμένης διαδικασίας έκδοσης αδείας του FDA έχει σχεδιαστεί για να επισπεύδει την αξιολόγηση νέων φαρμάκων που προορίζονται για την θεραπεία σοβαρών ή απειλητικών για την ζωή καταστάσεων και που αποδεικνύουν ότι μπορούν δυνητικά να καλύψουν θεραπευτικά κενά. Υπό αυτόν τον χαρακτηρισμό, η αλεμτουζουμάμπη για την Πολλαπλή Σκλήρυνση είναι κατάλληλη για αξιολόγηση κατά προτεραιότητα.
Αφού δεν έχει ακόμα εγκριθεί για την αντιμετώπιση της Πολλαπλή Σκλήρυνση, η αλεμτουζουμάμπη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε ασθενείς εκτός του πλαισίου μίας επίσημης, ελεγχόμενης κλινικής μελέτης στην οποία υπάρχουν όλα τα απαραίτητα μέτρα τακτικής παρακολούθησης των ασθενών.
Σχετικά με την αλεμτουζουμάμπη
Η αλεμτουζουμάμπη είναι ένα εξανθρωποποιημένο μονοκλωνικό αντίσωμα που μελετάται ως δυνητική θεραπεία για την υποτροπιάζουσα Πολλαπλή Σκλήρυνση. Στοχεύει την γλυκοπρωτεΐνη επιφανείας CD52 η οποία εκφράζεται σε υψηλά επίπεδα στα Τ- και Β-λεμφοκύτταρα. Η αρχική έρευνα υποδεικνύει ότι η αλεμτουζουμάμπη αρχικά καταργεί τα Τ- και Β-κύτταρα που μπορεί να ευθύνονται για τις βλάβες που προκαλούνται στα κύτταρα στην Πολλαπλή Σκλήρυνση. Αυτή η κατάργηση των Τ- και Β-κυττάρων ακολουθείται από έναν ιδιαίτερο μοτίβο επαναποικισμού λεμφοκυττάρων. Η αλεμτουζουμάμπη φαίνεται να έχει μικρή ή καμμία επίδραση σε άλλα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος. Επιπρόσθετα στην μελέτη CARE MS II, ακόμη μία μελέτη Φάσης ΙΙΙ, η CARE MS I, αξιολόγησε την αλεμτουζουμάμπη έναντι της ιντερφερόνης βήτα-1α σε ασθενείς με υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα Πολλαπλή Σκλήρυνση που δεν είχαν λάβει προηγούμενη θεραπεία και επίσης έδειξε μία στατιστικά σημαντική μείωση στο ποσοστό υποτροπής με την αλεμτουζουμάμπη.
health.in.gr, Μάρτιος 2012