Κατά καιρούς ακούγονται διάφορες φωνές που ταράζουν την κατά τα άλλα ήρεμη καθημερινότητά μας και μας κάνουν να σκεφτόμαστε πράγματα τα οποία συνειδητά είχαμε απωθήσει στο υποσυνείδητό μας.
Είναι φωνές ανθρώπων που διαμαρτύρονται για την δική τους καθημερινότητα την οποία δεν έχουν επιλέξει οι ίδιοι αλλά τους έχει επιβληθεί από κάποιους άλλους που πεισματικά αρνούνται να ακούσουν τις δικές τους απόψεις. Πρόκειται για ανθρώπους που έτυχε για κάποιο λόγο να ζουν κάτω από συνθήκες αναπηρίας είτε γιατί γεννήθηκαν και μεγάλωσαν με την αναπηρία είτε γιατί την απέκτησαν τυχαία σε κάποια στιγμή της ζωής τους και από τότε έγινε μόνιμος σύντροφός τους.
Είναι γεγονός ότι ο τρόπος ζωής αυτών των ανθρώπων διαφέρει κατά πολύ από τον τρόπο ζωής των υπολοίπων όχι μόνο λόγω της υποτιθέμενης στις συνειδήσεις των ικανών σωματικά διαφορετικότητάς τους αλλά κυρίως λόγω των συνθηκών ζωής που έχουν διαμορφώσει γι αυτούς άνθρωποι που στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουν αλλά και δεν ενδιαφέρονται να γνωρίσουν τις πραγματικές τους ανάγκες.
Και το παράλογο είναι ότι δεν χρειάζεται πολύ σκέψη για να μπορέσει κάποιος να προσδιορίσει τις ανάγκες αυτές. Είναι οι ίδιες ακριβώς ανάγκες που έχει κάθε ενεργός πολίτης για να μπορέσει να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις της καθημερινότητας. Είναι η ανάγκη του να γνωρίζει πως όταν έχει κάποια υποχρέωση θα μπορέσει να μετακινηθεί είτε με τα μέσα μαζικής μεταφοράς είτε με ταξί κι ότι μόλις φτάσει στον προορισμό του θα μπορέσει να μπει στο αντίστοιχο κτίριο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του. Είναι η ανάγκη του να γνωρίζει ότι μπορεί να βγει με τους φίλους του όταν και όπου θέλει χωρίς κανένας και τίποτα να τον εμποδίζει κι ότι έχει την δυνατότητα να κάνει μία βόλτα στην πόλη του όποτε το επιθυμεί χωρίς κανένας και τίποτα να του το απαγορεύει.
Πρόκειται ουσιαστικά για πράγματα πολύ απλά αλλά πολύ σημαντικά που όλοι θεωρούν αδιανόητο το να μην μπορούν να τα έχουν. Με την πρώτη απεργία των μέσων μεταφοράς οι πόλεις παραλύουν και οι πολίτες αγανακτούν. Με το πρώτο εμπόδιο που συναντούν στη μετακίνησή τους διαμαρτύρονται έντονα αν και έχουν πολλές διαφορετικές επιλογές μετακίνησης.
Οι άνθρωποι με κινητικές αναπηρίες όμως συναντούν αυτά τα προβλήματα σε καθημερινή βάση. Για να μπορέσει κάποιος άνθρωπος σε αναπηρικό κάθισμα να μπει σε ένα λεωφορείο, αν είναι τυχερός και το λεωφορείο διαθέτει ράμπα θα πρέπει οι υπόλοιποι επιβάτες να χάσουν τουλάχιστον 10 λεπτά από τον χρόνο τους ώσπου να καταφέρει να επιβιβαστεί. Εάν θελήσει να επιλέξει το λευκό ταξί για να μην προκαλέσει το μένος των πολυάσχολων και πάντα βιαστικών επιβατών θα πρέπει να έχει κλείσει ραντεβού τουλάχιστον μία εβδομάδα πριν αλλά και πάλι δεν μπορεί να είναι απόλυτα σίγουρος ότι το ταξί θα φτάσει στην ώρα του.
Σε περίπτωση δε που αποφασίσει να μετακινηθεί στην πόλη με το κάθισμά του σύντομα θα διαπιστώσει ότι η επιλογή του ήταν το λιγότερο ατυχής καθώς ακόμα και τα πεζοδρόμια που έχουν ράμπες είναι στην πλειοψηφία τους απροσπέλαστα αφού έχουν μετατραπεί σε χώρους στάθμευσης ΙΧ και φιλοξενίας περιπτέρων. Αλλά και στην περίπτωση που κάποιος καταφέρει να υπερπηδήσει όλα αυτά τα εμπόδια είναι σίγουρο ότι θα συναντήσει άλλα τα οποία σε τελική ανάλυση καθιστούν άσκοπη την οποιαδήποτε μετακίνησή του. Τα περισσότερα δημόσια κτίρια είναι απροσπέλαστα, ενώ οι καταστηματάρχες και οι επιχειρηματίες των διαφόρων χώρων διασκέδασης φαίνεται να αποκλείουν από το πελατολόγιό τους ανθρώπους που δεν ανήκουν στη μάζα που εκείνοι έχουν δημιουργήσει γι αυτό και θεωρούνται ανεπιθύμητοι.
Φαίνεται τελικά ότι αν κι έχουμε όλοι την εντύπωση ότι ζούμε σε μία κοινωνία απελευθερωτική στην ουσία ζούμε σε μία κοινωνία αποκλεισμών που απαγορεύει σε συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων να ενεργούν αυτοβούλως και να ορίζουν οι ίδιοι τον τρόπο ζωής τους. Όσο κι αν οι εκάστοτε ιθύνοντες υπερηφανεύονται για τα επιτεύγματά τους και για τις αποτελεσματικές παρεμβάσεις τους στη δημιουργία πιο φιλικών και πιο ανθρώπινων πόλεων σε αντίθεση με τους εκάστοτε προκατόχους τους κι όσο κι αν οι τελευταίοι ερίζουν, υποτίθεται από ενδιαφέρον, για την άσκοπη σπατάλη των κονδυλίων η ουσία παραμένει η ίδια: Τίποτα δεν έχει αλλάξει και τίποτα δεν φαίνεται να αλλάζει εάν δεν σκύψουμε όλοι με πραγματικό ενδιαφέρον πάνω στο πρόβλημα.
Είναι γεγονός ότι οι αρμόδιοι δεν κάνουν αυτά που οφείλουν να κάνουν για την εξυπηρέτηση του συνόλου των πολιτών. Είναι γεγονός ότι οι πολίτες που έτυχε να μην βιώνουν οι ίδιοι ή οι άνθρωποι του περιβάλλοντός τους την εμπειρία της αναπηρίας αδιαφορούν και κλείνουν τα μάτια στα προβλήματα των συνανθρώπων τους. Εκείνοι που μπορούν όμως να ανατρέψουν αυτή την κατάσταση είναι οι ίδιοι οι άνθρωποι με αναπηρίες που πρέπει να κατανοήσουν ότι δεν είναι επαίτες, δεν ζητάνε κάποια εξυπηρέτηση ή κάποια διευκόλυνση, ζητάνε αυτό που δικαιωματικά τους ανήκει ως φορολογούμενοι πολίτες αυτής της χώρας. Πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι δεν πρόκειται για διαπραγμάτευση, πρόκειται για διεκδίκηση. Διεκδίκηση όλων αυτών που θα έπρεπε να έχουν και που η χώρα τους είναι υποχρεωμένη να τους εξασφαλίσει εάν επιθυμεί να συγκαταλέγεται στις πολιτισμένες χώρες αυτού του κόσμου.
Χριστίνα Μπελαντή, Πολιτικού Επιστήμονα, email: christina@disabled.gr