To 1977 ξεκίνησε στην Γερμανία μία πρωτοβουλία φοιτητών με αναπηρίες (Studenteninitiative Behinderter), η οποία πέτυχε ορισμένες θετικές αλλαγές σε σχέση με την προσπελασιμότητα τόσο στο Πανεπιστήμιο, όσο και στη πόλη του Erlangen.
Στην ομάδα αυτή συμμετείχαν και κάποιοι άνθρωποι χωρίς αναπηρίες. Γενικά η παρουσία τους θεωρούνταν μία κανονική συνθήκη, και ο ρόλος τους ήταν να αντιπροσωπεύουν τις ιδέες των ανθρώπων με αναπηρίες στο ευρύ κοινό και να συμμετέχουν στο συμβούλιο της ομάδας σε αναλογία 50%.
Μερικά χρόνια αργότερα με τη δημιουργία του πρώτου Κέντρου Ανεξάρτητης Διαβίωσης στη Βαυαρία και τον καθορισμό του τρόπου λειτουργίας του, υπήρξε μία εξέλιξη όσον αφορά τη σύσταση της ομάδας εργασίας και του συμβουλίου του Κέντρου. Αποφασίστηκε να μη δοθεί το δικαίωμα της ψήφου στους ανθρώπους χωρίς αναπηρίες, και να καθοριστεί ο ρόλος τους ως υποστηρικτικά μέλη με δικαίωμα για ερωτήσεις και προτάσεις.
Οπως είχε προκύψει από την εμπειρία αρκετών χρόνων, οι άνθρωποι χωρίς αναπηρίες αναλάμβαναν περισσότερες πρωτοβουλίες και ολοκλήρωναν περισσότερη δουλειά, αναπτύσσοντας ουσιαστικά συμπεριφορά διάκρισης. Πέρα από αυτό το γεγονός, οι άνθρωποι με αναπηρίες αποκτούσαν λιγότερες εμπειρίες, και λιγότερη εξάσκηση στην διαδικασία διεκδίκησης των δικαιωμάτων τους. Ετσι η αφαίρεση του δικαιώματος της ψήφου χρησιμοποιήθηκε ουσιαστικά για την ενδυνάμωση και εξάσκηση των ανθρώπων με αναπηρίες, ώστε να είναι ικανοί να διεκδικούν τα δικαιώματα τους, ως οι πλέον ειδικοί στην αναγνώριση των αναγκών τους .
Μόλις ιδρύθηκε στη Γερμανία η Οργάνωση για την Ανεξάρτητη Διαβίωση (Interessensvertretung Selbstbestimmt Leben in Deutschland), ορίστηκαν και οι αρχές οι οποίες απαιτούνται και έως σήμερα, για τη λειτουργία οποιασδήποτε δημόσιας ή ιδιωτικής οργάνωσης για ανθρώπους με αναπηρίες με στόχο την ανεξάρτητη διαβίωση.
1) Αλληλεγγύη
α) Ενας σύλλογος ή μία υπηρεσία θα πρέπει να ενεργοποιείται προς την κατεύθυνση της ανάπτυξης της ισότητας και πλήρους συμμετοχής όλων των ανθρώπων με αναπηρίες, ανεξάρτητα από τον τύπο ή το βαθμό της αναπηρίας, το φύλο, την ηλικία, τον τόπο κατοικίας, την εθνική προέλευση, τη σεξουαλικότητα και τη θρησκεία.
β) Θα πρέπει να εργάζεται ώστε οι άνθρωποι με αναπηρίες να έχουν ότι χρειάζονται προκειμένου να ζούν ανεξάρτητοι.
γ) Θα πρέπει να αναγνωρίζουν την ανεξάρτητη διαβίωση ως βασικό ανθρώπινο δικαίωμα.
δ) Θα πρέπει να μοιράζονται ή να ανταλλάσσουν πληροφόρηση, απόψεις, υποστήριξη και εκπαίδευση, αλλά και ότι τεχνικό υλικό έχουν ανάγκη οι άνθρωποι με αναπηρίες
π.χ. κασέτες, Βraille, Η/Υ, κ.τ.λ. Η εκπαίδευση αυτή θα πρέπει να μην έχει κόστος ή όπου πρέπει να δοθούν χρήματα, να εξασφαλίζεται το ότι υπάρχουν τα οικονομικά μέσα ώστε να αγοραστεί αυτό το υλικό.
ε) Είναι ανάγκη να συνεργάζεται και να υποστηρίζει άλλους συλλόγους, οι οποίοι ανήκουν στο Διεθνές Δίκτυο Ανεξάρτητης Διαβίωσης ή υποστηρίζουν τους στόχους του.
2) Εξατομικευμένη υποστήριξη
α) Θα πρέπει να χρησιμοποιείται η υποστήριξη ως το πρώτιστο εκπαιδευτικό εργαλείο για τη διακίνηση των πληροφοριών, και των εμπειριών ώστε να αποκτηθεί συνείδηση της ακουστικής, οπτικής, πολιτιστικής, ψυχολογικής, κοινωνικής, οικονομικής, και πολιτικής καταπίεσης και διάκρισης που υφίστανται οι άνθρωποι με αναπηρίες.
β) Είναι ανάγκη να κάνει γνωστούς στους ανθρώπους με αναπηρίες όλους τους πιθανούς τρόπους με τους οποίους μπορούν να αποκτήσουν πλήρη ισότητα και συμμετοχή.
γ) Να ενισχύονται οι άνθρωποι με αναπηρίες με εκείνες τις δεξιότητες με τις οποίες θα μπορούν να χειριστούν το κοινωνικό και φυσικό τους περιβάλλον, έτσι ώστε να πετύχουν την ισότητα και την πλήρη συμμετοχή στις οικογένειες τους και την κοινωνία.
3) Αποϊδρυματοποίηση
α) Θα πρέπει να έρχεται σε αντίθεση με όλους τους τύπους των ιδρυμάτων, εγκατεστημένων σε κάποιο χώρο ή όχι, σχεδιασμένων αποκλειστικά για ανθρώπους με αναπηρίες. Ενα Ιδρυμα είτε είναι δημόσιο είτε ιδιωτικό, δημιουργεί “ειδικές λύσεις απομόνωσης” στην εκπαίδευση, την κατοικία, τη μετακίνηση ή την ατομική βοήθεια, όπως επίσης και σε άλλα σημεία της ζωής. Η φύση αυτών των δράσεων αναγκάζει στον περιορισμό των δυνατοτήτων των ανθρώπων με αναπηρίες προκειμένου να πάρουν αποφάσεις για τη ζωή τους, και μειώνει τις ευκαιρίες για τη συμμετοχή τους στη κοινωνία με ίσους όρους.
β) Δε θα πρέπει να χρησιμοποιείται ο όρος “Ανεξάρτητη Διαβίωση” σε συγκεκριμένους χώρους, συλλόγους ή υπηρεσίες, σε περίπτωση που προωθούνται ή γίνονται ανεκτές, υπηρεσίες ατομικής βοήθειας, οι οποίες απαιτούν από το χρήστη να ζεί σε ειδικές μονάδες κατοικίας ή οι οποίες αρνούνται ή περιορίζουν τα ατομικά δικαιώματα των χρηστών σε σχέση με την επιλογή του τρόπου και τον έλεγχο της ζωής τους, μέσω του καθορισμού των αναγκών τους των προτεραιοτήτων αλλά και της καθημερινής ρουτίνας.
4) Δημοκρατία και αυτοκαθορισμός
Οι σύλλογοι θα πρέπει να χρησιμοποιούν τον όρο “Ανεξάρτητη Διαβίωση” μόνο αν ικανοποιούνται οι παρακάτω προϋποθέσεις:
α) Εάν είναι σύλλογοι με μέλη, και η οργάνωση τους βασίζεται σε δημοκρατικές αρχές όπως για παράδειγμα ψήφος σε κάθε άτομο.
β) Εάν δίνεται το δικαίωμα σε όλους τους ανθρώπους με αναπηρίες να είναι μέλη με πλήρη δικαιώματα καθώς και δικαίωμα ψήφου.
γ) Εάν ο σύλλογος έχει ανθρώπους με αναπηρίες σε όλες τις θέσεις του συμβουλίου.
δ) Εάν υπάρχει προτεραιότητα στους ανθρώπους με αναπηρίες στο να καταλάβουν θέσεις μέσα στον σύλλογο έμμισθου προσωπικού αλλά και εθελοντικές, συμπεριλαμβανομένης και της θέσης του επικεφαλής του προσωπικού.
γ) Εάν ο σύλλογος αντιπροσωπεύεται στις διαπραγματεύσεις, συναντήσεις και μέσα μαζική ενημέρωσης από ανθρώπους με αναπηρίες.
Οι σύλλογοι οι οποίοι δεν πληρούν αυτές τις προϋποθέσεις και επιθυμούν να χρησιμοποιούν τον όρο “Ανεξάρτητη διαβίωση” έχουν περιθώριο δύο χρόνια προκειμένου να ανταποκριθούν σε αυτές τις αρχές.
του Dinah Radtke, Αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της Διεθνούς των Ανθρώπων με αναπηρίες (DPI , EEC). Μετάφραση Βέρα Κιουρκξή