Μακριά από το να δημιουργεί φτώχεια, όπως ισχυρίζονται οι πολέμιοι, η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας έχει μειώσει το ποσοστό των φτωχών απόκληρων σε όλο τον πλανήτη.
Αυτό ισχυρίζεται μία αμφιλεγόμενη μελέτη που γράφτηκε από ομάδα επιφανών οικονομικών αναλυτών για λογαριασμό του Κέντρου Έρευνας Οικονομικής Πολιτικής (Center for Economic Policy Research) με έδρα το Λονδίνο. Η έρευνα χρησιμοποιεί στοιχεία του 1992, τα πιο πρόσφατα που υπάρχουν διαθέσιμα.
Σύμφωνα με την μελέτη το ελεύθερο εμπόριο, με την απαλλαγή από τους δασμούς και την άρση των περιορισμών στην διακίνηση των εμπορευμάτων και των υπηρεσιών έχει τονώσει την οικονομική ανάπτυξη και αύξησε τα εισοδήματα τόσο των πλουσίων, όσο και των φτωχών ταυτοχρόνως. Το ποσοστό του πληθυσμού της Γης που ζει κάτω από συνθήκες απόλυτης φτώχειας είναι σήμερα μικρότερο από ποτέ.
Κι ενώ αποδέχεται πως το κόστος της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας απαιτεί την εφαρμογή πολιτικής ευρωστίας, η μελέτη αρνείται τους ισχυρισμούς των πολέμιων της παγκοσμιοποίησης πως ο δυτικός καπιταλισμός έχει καταστρέψει τους φτωχούς του κόσμου στο όνομα του κέρδους των μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων και κυρίως αυτών των ΗΠΑ.
Η απάντηση σε αυτό είναι πως η ανισότητα στον πλούτο ανάμεσα στα πλουσιότερα και τα φτωχότερα κράτη, οφείλεται κατά κύριο λόγο στην στασιμότητα της οικονομίας των αφρικανικών χωρών, κάτι που δεν είναι αποτέλεσμα της παγκοσμιοποίησης.
Η διανομή του εισοδήματος ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς εντός των περισσοτέρων κρατών τείνει να γίνει πιο ισότιμη. Οι ισχυρισμοί των πολέμιων πως οι πολυεθνικές εταιρείες εκμεταλλεύονται τους εργαζόμενους στις αναπτυσσόμενες και υπανάπτυκτες χώρες, αντικρούονται με το επιχείρημα πως οι αμοιβές που δίνουν οι πολυεθνικές είναι συνήθως υψηλότερες από τον εθνικό μέσο όρο του μισθού και για αυτό οι πραγματικοί μισθοί αυξάνονται σε αυτές τις χώρες.
Η πολεμική
Η μελέτη προκάλεσε μία μάλλον χλιαρή αντίδραση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Σε μία ομιλία όπου υιοθέτησε το συμπέρασμα της μελέτης, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ρομάνο Πρόντι διαφοροποίησε την θέση της Επιτροπής σε ορισμένα σημεία της μελέτης λέγοντας πως δεν μπορεί να συμφωνήσει με όλη την ανάλυση. «Από πολλές απόψεις τα συμπεράσματα θα αποδειχθούν αμφιλεγόμενα για κάποιους, τουλάχιστον για αυτούς που δεν ανήκουν στον κύκλο των επαγγελματιών της οικονομίας και πιστεύουν βαθύτατα στις αρνητικές συνέπειες της παγκοσμιοποίησης», δήλωσε ο Ρομάνο Πρόντι.
Η μελέτη παραδέχεται πως ο αριθμός των φτωχών ανθρώπων σε όλο τον κόσμο έχει μεταβληθεί ελάχιστα τα τελευταία 50 χρόνια. Όμως στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία αυτός ο αριθμός έχει μειωθεί σε λιγότερο από το μισό ως ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού που συνεχώς αυξάνεται, από 55% το 1950 σε 24% το 1992. Παρόλο που τόσοι πολλοί άνθρωποι ζουν κάτω από συνθήκες φτώχειας, το πρόβλημα έχει αναλογικά μειωθεί στο επίπεδο της παγκοσμιοποίησης.
Στον ισχυρισμό πως το χάσμα του πλούτου ανάμεσα στις πλούσιες και φτωχές χώρες είναι τώρα μεγαλύτερο από ποτέ, η μελέτη ενώ παραδέχεται πως η διακύμανση των εισοδημάτων είναι μεγαλύτερη από ποτέ, απαντά πως αυτό οφείλεται στην στασιμότητα της οικονομίας της Αφρικής την ίδια ώρα που οι οικονομίες άλλων χωρών αναπτύχθηκαν. Άλλες φτωχές χώρες, όπως η Ινδία και η Κίνα αναπτύχθηκαν ραγδαία. Η δυστυχία όμως της Αφρικής ίσως να μην σχετίζεται με την παγκοσμιοποίηση. Είναι δύσκολο να πει κάποιος αν οφείλεται στην μη επαρκή ένταξη στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία ή στο χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης, την αδύναμη διακυβέρνηση και την κατακερματισμένη κοινωνία των πολιτών.
Του Jeremy Gaunt. Απόδοση στα Ελληνικά: Μαίρη Παπαδοπούλου, Πολιτική Επιστήμων, email maryp@disabled.gr