Ο φορέας διαχείρισης της Κάρτας, το Ινστιτούτο Κοινωνικής Προστασίας και Αλληλεγγύης (Ι.Κ.Π.Α) μέσα στα πλαίσια της προεργασίας για την εφαρμογή του νέου συστήματος δηλ. της προετοιμασίας του τελικού σχεδίου εφαρμογής , του θεσμικού πλαισίου για καθολική εφαρμογή, της ανάπτυξης των δομών και της εκπαίδευσης των εκτιμητών του νέου συστήματος διοργανώνει από κοινού με την Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ στο Ζάππειο 27 Νοεμβρίου για την «Κάρτα Λειτουργικότητας».
Στόχος της Εθνικής Συνδιάσκεψης είναι να επιτευχθεί η μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση των εμπλεκομένων φορέων στη διαμόρφωση και εφαρμογή του νέου συστήματος. Με τη δημοσίευση βασικών σημείων του διαλόγου της Εθνικής Συνδιάσκεψης θα αποσαφηνιστούν αρκετά ερωτήματα των αναγνωστών του Αναπηρία Τώρα.
Ευστάθιος Τριανταφύλλου
Ψυχολόγος
Πρόεδρος Δ.Σ ΙΚΠΑ
Υπεύθυνος έργου της Κάρτας Λειτουργικότητας
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ ICF
Η ελληνική έκδοση της Διεθνούς Ταξινόμησης της Λειτουργικότητας, της Αναπηρίας και της Υγείας ICF, είναι προϊόν μιας μακράς διαδικασίας διάρκειας εννέα ετών. Οι διαδικασίες για την αναθεώρηση της αρχικής μορφής της ταξινόμησης άρχισαν από τον ΠΟΥ το 1994, με συμμετοχή εκατοντάδων ειδικών από όλο τον κόσμο. Η ελληνική συμμετοχή στην δημιουργία της αρχικής της μορφής άρχισε με συμμετοχή του γράφοντα το 1996. Η αρχική μορφή της ταξινόμησης (μορφή βήτα) κυκλοφόρησε το 1998. Η μορφή άλφα (προ-τελική) κυκλοφόρησε το 2000, ενώ η τελική της μορφή, εγκρίθηκε το Μάιο 2001 από τη Γενική Συνέλευση του ΠΟΥ. Η σημερινή έκδοση της ταξινόμησης ICF στα ελληνικά, ακολούθησε όλους τους κανόνες που έχει υιοθετήσει ο ΠΟΥ για τη μετάφραση των ταξινομήσεών του στις διάφορες γλώσσες, δηλαδή τη μετάφραση, την αναμετάφραση επιλεγμένων όρων και τη γλωσσική αξιολόγηση της μετάφρασης. Επιπλέον, η επιστημονική ομάδα της ελληνικής έκδοσης, αποφάσισε την δοκιμαστική εφαρμογή της ταξινόμησης σε αριθμό ασθενών των υπηρεσιών υγείας και πρόνοιας, προκειμένου να ελεγχθεί η χρηστικότητά της ως εργαλείου αξιολόγησης της λειτουργικότητας και αναπηρίας. Η δοκιμασία αυτή της ταξινόμησης, έληξε πρόσφατα και ήταν απόλυτα επιτυχής. Έτσι σήμερα, μπορούμε να πούμε πως η ελληνική έκδοση της ταξινόμησης ICF είναι ελεγμένη τόσο γλωσσικά, όσο και αναφορικά με την εφαρμογή της.
Η απόφαση της Ελληνικής πολιτείας να υιοθετήσει το διεθνές αυτό εργαλείο ως βάση για την περιγραφή των διαταραχών της λειτουργικότητας και της αναπηρίας που προκύπτουν από προβλήματα υγείας, αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για τον Ελληνικό χώρο για τους παρακάτω λόγους:
- Αναπροσανατολίζει το σύστημα υγείας της χώρας από το παραδοσιακό ιατροκεντρικό μοντέλο «νόσος – θεραπεία – ίασις» προς το κοινωνικό μοντέλο που περιλαμβάνει όχι μόνο τις νόσους ως προβλήματα του ανθρώπινου οργανισμού για τα οποία αρμόζει μια ιατρικού τύπου παρέμβαση, αλλά ως γεγονότα με σημαντικά επακόλουθα για το άτομο και τη συμμετοχή του στην κοινωνία, την εκπλήρωση των κοινωνικών του ρόλων (στην οικογένεια, στην εργασία και στη συμμετοχή του στις κοινωνικές δραστηριότητες). Η σχέση λοιπόν του ατόμου με το περιβάλλον του και τα εμπόδια που αυτό βιώνει ή οι διευκολύνσεις που αυτό λαμβάνει για να εκπληρώσει αυτούς τους ρόλους, έχουν ως αποτέλεσμα την μεγαλύτερη ή μικρότερη συμμετοχή του. Αυτό αποτελεί το τελικό αποτέλεσμα που αποκαλείται με το γενικό όρο «αναπηρία» ή «μειωμένη λειτουργικότητα» του ατόμου.
- Αλλάζει το πρόσωπο της λεγόμενης «κοινωνικής πρόνοιας» ή «κοινωνικής αλληλεγγύης» προς τα άτομα με αναπηρίες. Η ενδελεχής εκτίμηση των προβλημάτων λειτουργικότητας με επιστημονικό κοινά αποδεκτό τρόπο αναμένεται να έχει τις ακόλουθες συνέπειες:
– Να δημιουργήσει κριτήρια αξιολόγησης μέσω των οποίων μπορεί να εκτιμηθεί η αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών και παρεμβάσεων για τα άτομα με αναπηρίες.
– Να συμβάλλει στην εκτίμηση των αναγκών των ατόμων με αναπηρίες, πράγμα που αποτελεί τη βάση για το σχεδιασμό υπηρεσιών προσανατολισμένων στην αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων και στην κάλυψη των αναγκών αυτών.
– Να συμβάλλει στην καλύτερη κατανομή των πόρων (οικονομικών και άλλων) για την κάλυψη των αναγκών των ατόμων με αναπηρίες.
– Να ενισχύσει την ενεργό συμμετοχή των αναπήρων ατόμων στην αναζήτηση των κατάλληλων παρεμβάσεων για τα προβλήματά τους, είτε ατομικά, είτε μέσα από τη συμμετοχή τους στα κινήματα των αναπήρων ατόμων.
– Να αποτελέσει τη βάση για την αναμόρφωση του νομικού πλαισίου για την αναπηρία στη χώρα μας.
– Να αλλάξει το εκπαιδευτικό περιεχόμενο και τον προσανατολισμό των σπουδών των επαγγελμάτων της υγείας και πρόνοιας (ιατρικών και άλλων), με τροπή προς τις κοινωνικές επιπτώσεις των προβλημάτων υγείας και την αντιμετώπισή τους. - Τροποποιεί άρδην την πολιτική απέναντι στην αναπηρία στον ελληνικό χώρο. Μέχρι σήμερα, η πολιτική αυτή είχε κυρίως επιδοματικό χαρακτήρα, ενώ οι υπόλοιπες ανάγκες των αναπήρων ατόμων λίγο – πολύ είχαν δευτερεύουσα σημασία. Επιπλέον, η εκτίμηση της αναπηρίας για τη χορήγηση επιδομάτων και συντάξεων ή άλλων βοηθημάτων για τα ανάπηρα άτομα, γίνεται αφ’ ενός μεν με διαφορετικό τρόπο στους διάφορους φορείς, αφ’ ετέρου δε βασίζεται κυρίως στη διάγνωση της νόσου (με τα γνωστά προβλήματα τεκμηρίωσής της στον ελληνικό χώρο), αγνοώντας σε σημαντικό βαθμό τα επακόλουθα της νόσου, που ποικίλουν από άτομο σε άτομο.
Η υιοθέτηση της ICF και στην Ελλάδα, δημιουργεί την βάση για ένα κοινό σύστημα εκτίμησης της αναπηρίας και λειτουργικότητας για πολλαπλές χρήσεις, τόσο για επιδοματικούς – συνταξιοδοτικούς λόγους, όσο και τη γενικότερη φροντίδα που οφείλει η πολιτεία και η κοινωνία απέναντι στα ανάπηρα άτομα.
Βενετσάνος Μαυρέας
Καθηγητής Ψυχιατρικής
Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Υπεύθυνος της επιστημονικής ομάδας της ελληνικής έκδοσης ICF