Σε κάποια περίοδο της ζωής τους όλοι οι άνθρωποι έρχονται αντιμέτωποι με το ερώτημα αν έχουν ή όχι τη δυνατότητα να διαμορφώσουν και να προγραμματίσουν οι ίδιοι το μέλλον τους. Η στιγμή για μια τέτοια απόφαση είναι αναμφίβολα για όλους κρίσιμη.
Ακριβώς επειδή οι θέσεις που αναφέρθηκαν παραπάνω ισχύουν για το σύνολο των ανθρώπων, οι υγιείς δεν μπορούν πολλές φορές να καταλάβουν πόσο μεγαλύτερης σημασίας και κρισιμότητας μπορεί να είναι μια τέτοια στιγμή όταν αυτός που καλείται να αποφασίσει είναι ‘άτομο με ειδικές ανάγκες’. Τούτες οι πολύ ιδιαίτερες ανάγκες κάνουν την ελευθερία των επιλογών μια υπόθεση πολύ περισσότερο δύσκολη για τ’ άτομα αυτά απ’ ότι για τους άλλους ανθρώπους. Βέβαια, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι πολλές φορές οι δυσκολίες επιλογής ισχύουν και για τα υγιή άτομα. Όμως, εκτός από τις πτυχές του ζητήματος που είναι κοινές, υπάρχουν και εκείνες τις οποίες ένας υγιής άνθρωπος είναι φυσικό να μην μπορεί εύκολα να κατανοήσει. Όπως είναι για παράδειγμα η αίσθηση ότι, ενώ οι επιλογές των ανθρώπων που είναι υγιείς επηρεάζονται από την εξάρτηση των άλλων από αυτούς, οι επιλογές του ατόμου με ειδικές ανάγκες είναι συνάρτηση του βαθμού της δικής του εξάρτησης από τους άλλους. Γι’ αυτό, ενώ ένας ανάπηρος μπορεί να υιοθετούσε κάποια από τις επιλογές που έτσι κι αλλιώς θα έκανε αν ήταν υγιής, τώρα, επειδή βρίσκεται σε μια τέτοια θέση, η ίδια επιλογή πιθανόν να μην τον ικανοποιεί γιατί αισθάνεται ότι αυτή είναι η μόνη την οποία έχει τη δυνατότητα να κάνει.
Χωρίς αμφιβολία, για κάποιες επιλογές που θα κάνουν στη ζωή τους, μπορεί συχνά να πιεστούν και οι υγιείς άνθρωποι. Η στιγμή μιας τόσο σημαντικής απόφασης κάτω από συνθήκες πίεσης, ασφαλώς για όλους μας δεν είναι και η καλύτερη. Ίσως μάλιστα και από πολλούς, η απόφαση που θα πρέπει τότε να πάρουμε, να μην θεωρείται καν επιλογή. Αλλά στην περίπτωση των ανθρώπων που είναι υγιείς, υπάρχει τουλάχιστον η ελευθερία ν’ αποφασίζουν αν θα αποδεχτούν αυτές τις πιέσεις ή όχι. Γιατί, επειδή εκεί οι περιορισμοί μπορεί να προέρχονται από εξωτερικούς παράγοντες, όπως οικονομικά και παρόμοια θέματα, διαφαίνεται πάντα η προοπτική είτε αυτοί οι παράγοντες να βελτιωθούν είτε τα σημερινά προβλήματα να εκλείψουν. Δηλαδή, υπάρχουν πάντα ελπίδες και περιθώρια για αναθεώρηση των επιλογών. Αντιθέτως οι ανάπηροι, εκτός από τις δυσκολίες που αναφέρθηκαν παραπάνω, έχουν συχνά ν’ αντιμετωπίσουν και πρόσθετους περιορισμούς, αυτούς που τους επιβάλλονται από την ίδια την κατάστασή τους. Όπως είναι για παράδειγμα το γεγονός ότι υπάρχουν προβλήματα όσον αφορά τις συνθήκες διαμονής τους. Οι ανάπηροι δηλαδή πρέπει να επιλέγουν χώρους οι οποίοι είτε έχουν ήδη διαμορφωθεί, είτε υπάρχουν σ’ αυτούς περιθώρια διαμόρφωσης για να εξυπηρετούνται οι ανάγκες τους. Ή πρέπει επίσης να προγραμματίζουν τη ζωή τους σε συνδυασμό μ’ εκείνη των ανθρώπων οι οποίοι θέλουν – και μπορούν – να συμβάλουν ώστε να τους προσφερθεί η αναγκαία βοήθεια. Ειδικά ο τελευταίος από αυτούς τους δυο παράγοντες ασκεί μία ιδιαίτερη πίεση στον ανάπηρο. Και αυτό, άσχετα από το αν τα αισθήματα που τρέφει για τα συγκεκριμένα πρόσωπα μπορεί να είναι και τα καλύτερα.
Βέβαια εδώ ίσως ειπωθεί ότι το συνειδησιακό ή το συναισθηματικό αδιέξοδο στο οποίο μπορεί να βρεθεί κάποιος, είναι κι αυτά προβλήματα που προέρχονται από τον ίδιο του τον εαυτό. Όμως ο υγιής άνθρωπος δεν έχει άλλης φύσεως κολλήματα. Με άλλα λόγια αισθάνεται απολύτως ελεύθερος, ανάλογα με την κρίση του, να κάνει τις επιλογές του. Ανεξάρτητα από το αν τελικά θα αποβούν θετικές ή έστω και αρνητικές γι’ αυτόν. Ακριβώς αυτή η αίσθηση της ελευθερίας είναι μία πολυτέλεια που σπανίως έχει ένας ανάπηρος.
Εδώ θα ήθελα να τονίσω γιατί, σε κάποια σημεία αυτού του κειμένου, επέλεξα να χρησιμοποιήσω τον χαρακτηρισμό ‘άτομα με ειδικές ανάγκες’, αντί για τον όρο ‘ανάπηρος’. Σε καμιά περίπτωση δεν συμφωνώ με τη χρήση ενός τέτοιου χαρακτηρισμού όταν αυτή γίνεται για να ωραιοποιηθεί η πραγματικότητα και να αμβλυνθούν οι ενοχές της υπόλοιπης κοινωνίας όσον αφορά την αδιαφορία της για τις συνθήκες που βιώνουν οι άνθρωποι με αναπηρίες. Επί πλέον, δεν πιστεύω ότι αυτός ο χαρακτηρισμός ταιριάζει αποκλειστικά στους ανάπηρους. Συμπεριλαμβάνει την κατηγορία όλων εκείνων των ανθρώπων, όπως είναι για παράδειγμα οι ηλικιωμένοι, που αντιμετωπίζουν προβλήματα κοινωνικού αποκλεισμού για λόγους ανεξάρτητους από την κινητική ή διανοητική τους κατάσταση. Πώς να το κάνουμε όμως! Και οι ανάπηροι, στα άτομα με ειδικές ανάγκες συγκαταλέγονται. Αν αγνοήσουμε κάτι τέτοιο, ξεγελάμε τον εαυτό μας.
Για να είμαστε δίκαιοι, κλείνοντας θα πρέπει ίσως να πούμε ότι, όλα όσα ειπώθηκαν παραπάνω για την ελευθερία επιλογών που έχουν οι υγιείς άνθρωποι, δεν ισχύουν απολύτως για όλους και φυσικά πολύ περισσότερο για εκείνους που έχουν συνδέσει τη δική τους ζωή με τις ανάγκες ενός ανάπηρου. Εκείνοι βεβαίως βιώνουν πολλούς από τους αποκλεισμούς που απορρέουν από την κατάσταση του ατόμου το οποίο εξαρτάται από αυτούς. Αλλά και πάλι, η δυνατότητα που έχουν οι υγιείς να αποφασίσουν αν θ’ αντιμετωπίσουν θετικά ή αρνητικά τα προβλήματα του ανάπηρου, τους παρέχει πολύ μεγαλύτερη ελευθερία επιλογής από εκείνη που παρέχεται στον ίδιο.
Παναγιώτης Σκούρτης