ΝΟΜΟΣ 3536/2007 – ΦΕΚ 42/Α’/23.2.2007
Ειδικές ρυθμίσεις θεμάτων μεταναστευτικής πολιτικής και λοιπών ζητημάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.
Αρθρο 1
Εθνική Επιτροπή για την κοινωνική ένταξη των μεταναστών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
ΕΙΔΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΖΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
1. Συνιστάται Εθνική Επιτροπή για την Κοινωνική Ένταξη των Μεταναστών υπαγόμενη στο Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης (ΥΠ.ΕΣ.Δ.Δ.Α.). Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
2. Η Επιτροπή αποτελείται από: α) τον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή του τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, ο οποίος, όταν παρίσταται ο Υπουργός, συμμετέχει ως μέλος, β) τον Γενικό Γραμματέα Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, τους Γενικούς ή Ειδικούς Γραμματείς των Υπουργείων Εξωτερικών, Ανάπτυξης, Εθνικής Παιδείας και θρησκευμάτων, Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Πολιτισμού και Δημόσιας Τάξης, οι οποίοι προτείνονται από τους οικείους Υπουργούς, γ) τον Πρόεδρο του Ινστιτούτου Μεταναστευτικής Πολιτικής, ως διαμεσολαβητικό σύνδεσμο μεταξύ Εθνικής Επιτροπής και κοινωνίας των πολιτών (όπως ενώσεις μεταναστών, Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις και άλλους κοινωνικούς εταίρους που ασχολούνται με θέματα μεταναστών), δ) δύο εκπροσώπους της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος (Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.), ε) δύο εκπροσώπους της Ένωσης Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Ελλάδος (Ε.Ν.Α.Ε.), στ) έναν εκπρόσωπο της Εκκλησίας της Ελλάδος, ο οποίος ορίζεται με απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, ζ) έναν εκπρόσωπο μέλος Δ.Ε.Π. Πανεπιστημίου σε συναφές γνωστικό αντικείμενο, η) έναν εκπρόσωπο από κάθε κοινοβουλευτική ομάδα που αναγνωρίζεται από τον Κανονισμό της Βουλής, θ) δύο εκπροσώπους της Ανώτατης Διοίκησης Ενώσεων Δημοσίων Υπαλλήλων (Α.Δ.Ε.Δ.Υ.), ι) δύο εκπροσώπους της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος (Γ.Σ.Ε.Ε.), ια) έναν εκπρόσωπο του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (Σ.Ε.Β.), ιβ) έναν εκπρόσωπο της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος (Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε.), ιγ) έναν εκπρόσωπο της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (Ε.Σ.Ε.Ε.), ιδ) έναν εκπρόσωπο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (Ε.Β.Ε.Α.), ιε) έναν εκπρόσωπο του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης (Δ.Ο.Μ.) και ιστ) έναν εκπρόσωπο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών.
3. Οι φορείς που εκπροσωπούνται στην Επιτροπή υποχρεούνται να υποδείξουν τους εκπροσώπους τους μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από την κοινοποίηση της σχετικής έγγραφης πρόσκλησης του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Αν δεν υποδειχθούν εκπρόσωποι μέσα στην προθεσμία αυτή, η Επιτροπή συγκροτείται και συνεδριάζει νομίμως με τα λοιπά μέλη έως την υπόδειξη και το διορισμό των εκπροσώπων των φορέων.
4. Έργο της Επιτροπής είναι: α) η εισήγηση προτάσεων και δράσεων που αφορούν την κοινωνική ένταξη των μεταναστών στη Διυπουργική Επιτροπή του άρθρου 3 του ν. 3386/2005 (ΦΕΚ 212 Α’), β) η διεξαγωγή του κοινωνικού διαλόγου και του διαλόγου με την κοινωνία των πολιτών για τη διαμόρφωση πολιτικών που προάγουν την ένταξη των μεταναστών σε όλους τους τομείς, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και το ευρωπαϊκό κεκτημένο και γ) η κατάρτιση και παρακολούθηση επιχειρησιακών προγραμμάτων, σχετικών με την εφαρμογή της πολιτικής κοινωνικής ένταξης των μεταναστών, ιδίως στο πλαίσιο του Ολοκληρωμένου Προγράμματος Κοινωνικής Ένταξης, εφόσον το έργο αυτό της ανατεθεί από τον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.
5. Η Επιτροπή, στο πλαίσιο της αποστολής της, συντάσσει ετήσια έκθεση, στην οποία καταγράφονται οι εξελίξεις ως προς τα ζητήματα της κοινωνικής ένταξης των μεταναστών σε εθνικό και διεθνές επίπεδο και η οποία υποβάλλεται στη Βουλή, καθώς και στη Διυπουργική Επιτροπή του άρθρου 3 του ν. 3386/2005, μαζί με τις προτάσεις της για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων.
6. Η διοικητική, επιστημονική και εν γένει τεχνική υποστήριξη της Επιτροπής του άρθρου 1 ανατίθεται στις υπηρεσίες της Διεύθυνσης Αλλοδαπών και Μετανάστευσης του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του Ινστιτούτου Μεταναστευτικής Πολιτικής (Ι.ΜΕ.ΠΟ.). Για την υποβοήθηση του έργου της, μπορεί, με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, να συνιστώνται ειδικές επιτροπές ή ομάδες εργασίας ή έργου με πρόσωπα που ορίζονται από δημόσιες υπηρεσίας ή φορείς του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα ή είναι επιστήμονες με εξειδικευμένες γνώσεις ή εμπειρία, ανάλογα με το αντικείμενο του έργου.
7. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τη λειτουργία της Επιτροπής της παραγράφου 1, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών ορίζεται η αποζημίωση για τα μέλη των επιτροπών ή ομάδων εργασίας ή έργου που προβλέπονται στην παράγραφο 6, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
Αρθρο 2
Διυπουργική Επιτροπή Παρακολούθησης της Μεταναστευτικής Πολιτικής.
1. Η παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Για το συντονισμό της μεταναστευτικής πολιτικής στην Ελλάδα συνιστάται Διυπουργική Επιτροπή, αποτελούμενη από τους Υπουργούς Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών, Εξωτερικών, Εθνικής Αμυνας, Ανάπτυξης, Εθνικής Παιδείας και θρησκευμάτων, Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Δικαιοσύνης, Πολιτισμού, Δημόσιας Τάξης και Εμπορικής Ναυτιλίας, η οποία συνέρχεται τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο.»
2. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 3 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο Πρόεδρος και η γραμματειακή της υποστήριξη.»
3. Η παρ. 4 του άρθρου 3 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών, Εξωτερικών, Εθνικής Αμυνας, Ανάπτυξης, Εθνικής Παιδείας και θρησκευμάτων, Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, Δικαιοσύνης, Δημόσιας Τάξης και Εμπορικής Ναυτιλίας καθορίζονται τα ειδικότερα θέματα λειτουργίας της Επιτροπής της παραγράφου 1 και η γραμματειακή της υποστήριξη.»
Αρθρο 3
Γενικές προϋποθέσεις δικαιώματος διαμονής.
Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης β’ του άρθρου 10 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«Εφόσον συντρέχουν λόγοι δημόσιας τάξης και ασφάλειας, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η έκδοση τελεσίδικης καταδικαστικής απόφασης για κακούργημα ή πλημμέλημα σε ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους, η αρμόδια υπηρεσία μπορεί να αρνηθεί τη χορήγηση ή ανανέωση της άδειας διαμονής. Η συνδρομή λόγων δημόσιας τάξης και ασφάλειας που ανακύπτουν μετά τη χορήγηση της άδειας διαμονής συνιστούν λόγο ανάκλησης της. Εάν στο πρόσωπο του υπηκόου τρίτης χώρας συντρέχουν λόγοι δημόσιας τάξης και ασφάλειας, για τους οποίους δεν υφίσταται τελεσίδικη καταδικαστική απόφαση ή εγγραφή του στον κατάλογο ανεπιθύμητων που προβλέπεται στο άρθρο 49 του ν. 2910/ 2001 (ΦΕΚ 91 Α’), τότε οι λόγοι αυτοί θα πρέπει να μνημονεύονται ειδικώς και αιτιολογημένως στη σχετική απόφαση.»
Αρθρο 4
Προϋποθέσεις ανανέωσης άδειας διαμονής.
1. Μετά το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 11 του ν. 3386/2005 προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:
«Για την ανανέωση της άδειας διαμονής, ο υπήκοος τρίτης χώρας οφείλει, μέσα σε χρονικό διάστημα δύο μηνών πριν από τη λήξη της άδειας διαμονής, να υποβάλει σχετική αίτηση. Εκπρόθεσμες αιτήσεις για ανανέωση άδειας διαμονής, μπορούν να κατατεθούν μέχρι και ένα μήνα από τη λήξη της. Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζεται η παρ. 3 του άρθρου 73 και ο υπήκοος τρίτης χώρας υπόκειται στην καταβολή προστίμου υπέρ του Δημοσίου ίσου με το ένα τρίτο του παραβόλου της περ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 92 του ν. 3386/2005. Μετά την πάροδο μηνός από τη λήξη της άδειας διαμονής δεν είναι δυνατή η κατάθεση σχετικής αίτησης.»
2. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«Εκπρόθεσμες αιτήσεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 11, απορρίπτονται, εκτός εάν συντρέχουν, αποδεδειγμένως, λόγοι ανωτέρας βίας.»
3. Η παρ. 5 του άρθρου 12 του ν. 3386/2005 καταργείται και οι παράγραφοι 6 και 7 αναριθμούνται σε 5 και 6 αντίστοιχα.
4. Το πέμπτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 3386/ 2005, όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 34 του ν. 3448/2006 (ΦΕΚ 57 Α’), αντικαθίσταται ως εξής:
«Με αποφάσεις των Γενικών Γραμματέων των Περιφερειών Αττικής και Κεντρικής Μακεδονίας, αντίστοιχα, μπορεί να συνιστώνται, σε κάθε υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Περιφέρειας Αττικής και στο Νομό Θεσσαλονίκης της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, μέχρι δύο επιπλέον, Επιτροπές Μετανάστευσης, εφόσον τούτο επιβάλλεται για την ταχύτερη διεκπεραίωση του έργου τους.»
Αρθρο 5
Ρυθμίσεις διαδικασίας μετάκλησης.
1. Στην παρ. 2 του άρθρου 14 του ν. 3386/2005 προστίθενται περιπτώσεις η’ και θ’ ως εξής:
«η. Εκπρόσωπο της Πανελλήνιας Ένωσης Πλοιοκτητών Μέσης Αλιείας
θ. Εκπρόσωπο της Ένωσης Πλοιοκτητών «Γρι – Γρι» Αιγαίου και Ιονίου Πελάγους.»
2. Στην παρ. 3 του άρθρου 14 του ν. 3386/2005 προστίθεται εδάφιο τελευταίο που έχει ως εξής:
«Με την απόφαση του πρώτου εδαφίου ορίζονται εισηγητές και γραμματέας της Επιτροπής, οι οποίοι είναι υπάλληλοι της Διεύθυνσης Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Περιφέρειας.»
3. Το τέταρτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 14 του ν.3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«Κατά την κατάρτιση της έκθεσης λαμβάνονται υπόψη, υποχρεωτικά, τα κριτήρια που καθορίζονται με την κ.υ.α. της παραγράφου 5 και το συμφέρον της εθνικής οικονομίας.»
4. Η παρ. 5 του άρθρου 14 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών, Εξωτερικών, Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Δημόσιας Τάξης καθορίζονται τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη, η διαδικασία κατάρτισης της έκθεσης της παραγράφου 3, καθώς και οι ειδικότεροι όροι για τη μετάκληση για εξαρτημένη εργασία των υπηκόων τρίτων χωρών στη χώρα.»
5. Οι παράγραφοι 6 και 7 του άρθρου 14 του ν. 3386/ 2005 καταργούνται. Οι παράγραφοι 8 και 9 του ίδιου άρθρου αναριθμούνται σε 6 και 7 αντιστοίχως.
Αρθρο 6
Θέματα εξαρτημένης εργασίας.
1. Στην περίπτωση β’ της παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 3386/2005 προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:
«Ειδικά για την περίπτωση απασχόλησης ατόμων σε γεωργικές εργασίες, οικοδόμων, αποκλειστικών νοσοκόμων και προσωπικού εργαζομένου κατ’ οίκον, με σχέση εξαρτημένης εργασίας σε περισσότερους του ενός μη σταθερούς εργοδότες, δεν απαιτείται προσκόμιση σύμβασης εργασίας.»
2. Μετά το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης γ’ της παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 3386/2005 προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:
«Εάν ο υπήκοος τρίτης χώρας έχει πραγματοποιήσει μικρότερο αριθμό ημερομισθίων, μπορεί να προβεί στην εξαγορά αριθμού ημερών ασφάλισης μέχρι ποσοστού 20% του απαιτούμενου βάσει της ανωτέρω απόφασης αριθμού. Σε περίπτωση ανανέωσης διετούς άδειας διαμονής, η προϋπόθεση αυτή πρέπει να συντρέχει αθροιστικά για το σύνολο της διετίας.»
3. Η παρ. 4 του άρθρου 15 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Ο κάτοχος άδειας διαμονής για εργασία μπορεί να εργασθεί σε άλλο νομό της ίδιας ή διαφορετικής Περιφέρειας μετά την πάροδο ενός έτους από τη χορήγηση της αρχικής άδειας διαμονής.»
4. Στην παρ. 5 του άρθρου 15 του ν. 3386/2005 προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:
«Δεν επιτρέπεται η ανανέωση της άδειας διαμονής για εξαρτημένη εργασία σε άδεια διαμονής για άσκηση ανεξάρτητης οικονομικής δραστηριότητας, πριν από την παρέλευση τριετίας από την έναρξη ισχύος της αρχικής άδειας διαμονής.»
Αρθρο 7
Μετάκληση αλιεργατών.
Μετά το άρθρο 16 του ν. 3386/2005 προστίθεται άρθρο 16 Α, το οποίο έχει ως εξής:
«Αρθρο 16 Α
Μετάκληση αλιεργατών
1. Ο εργοδότης που επιθυμεί να απασχολήσει υπηκόους τρίτης χώρας, ως αλιεργάτες, με σχέση εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου και προκειμένου να χορηγηθεί η αντίστοιχη θεώρηση εισόδου, οφείλει να λάβει προηγούμενη έγκριση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, εφόσον προβλέπονται αντίστοιχες θέσεις στην απόφαση του άρθρου 14 αυτού του νόμου, ύστερα από αίτηση του που κατατίθεται στο Δήμο ή την Κοινότητα του νομού στον οποίο είναι εγκαταστημένη η επιχείρηση του ή στην έδρα νηολογίου του σκάφους του, τουλάχιστον τρεις μήνες πριν από την έναρξη της αλιευτικής περιόδου. Μαζί με την αίτηση ο εργοδότης καταθέτει εγγυητική επιστολή τράπεζας ή του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων που αντιστοιχεί στις αποδοχές ενός μηνός του ανειδίκευτου εργάτη, η οποία επιστρέφεται στον εργοδότη μετά τη λήξη της άδειας διαμονής. Αρμόδια για την εξέταση της αίτησης είναι η οικεία υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Περιφέρειας.
2. Η διάρκεια ισχύος της άδειας διαμονής είναι ισόχρονη με τη διάρκεια ισχύος της σύμβασης εργασίας και δεν μπορεί να υπερβεί τους δέκα μήνες ούτε να ανανεωθεί. Κατά τη διάρκεια ισχύος της άδειας διαμονής δεν επιτρέπεται αλλαγή εργοδότη. Σε περίπτωση λύσης ή διακοπής της σύμβασης εργασίας, η άδεια διαμονής ανακαλείται και ο υπήκοος τρίτης χώρας υποχρεούται να αναχωρήσει από τη Χώρα.
3. Ειδικά για όσους υπάγονται στις ρυθμίσεις της διμερούς συμφωνίας μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου, η οποία έχει κυρωθεί με το ν.1453/1984 (ΦΕΚ 88 Α’), σε περίπτωση λύσης της σύμβασης εργασίας ή διακοπής με οποιονδήποτε τρόπο της σχέσης εργασίας, κατά το διάστημα ισχύος της άδειας διαμονής τους, επιτρέπεται η σύναψη νέας σύμβασης εργασίας με άλλον εργοδότη για το υπόλοιπο διάστημα μέχρι τη λήξη της άδειας διαμονής. Εάν δεν συναφθεί νέα σύμβαση εργασίας, η άδεια διαμονής εξακολουθεί να ισχύει για διάστημα τριών μηνών και πάντως μέχρι τη λήξη της.»
Αρθρο 8
Θέματα αδειών διαμονής μελών διοικητικού συμβουλίου, διαχειριστών και προσωπικού εταιρειών.
1. Η περίπτωση α’ της παρ. 1 του άρθρου 17 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«α. Υπήκοοι τρίτων χωρών, μέλη διοικητικών συμβουλίων, διαχειριστές, νόμιμοι εκπρόσωποι και ανώτατα διευθυντικά στελέχη (γενικοί διευθυντές, διευθυντές και υποδιευθυντές) θυγατρικών εταιριών και υποκαταστημάτων αλλοδαπών εταιριών που ασκούν νόμιμα εμπορική δραστηριότητα στην Ελλάδα.»
2. Η περίπτωση β’ της παρ. 1 του άρθρου 17 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«β. Το αλλοδαπό υπαλληλικό προσωπικό και οι νόμιμοι εκπρόσωποι που απασχολούνται αποκλειστικά σε εταιρίες που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις των νόμων 3427/2005 (ΦΕΚ 312 Α’), 378/1968 (ΦΕΚ 82 Α’) και του άρθρου 25 του ν. 27/1975 (ΦΕΚ 77 Α’), όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 του ν. 2234/1994 (ΦΕΚ 142 Α’), καθώς και σε επιχειρήσεις του ν.δ. 2687/1953 (ΦΕΚ 317 Α’).»
3. Στην παρ. 1 του άρθρου 17 του ν.3386/2005 προστίθεται περίπτωση ε’ ως ακολούθως:
«ε. Αλλοδαπό εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό που απασχολείται σε αλλοδαπές εταιρίες, οι οποίες έχουν υποκαταστήματα ή θυγατρικές εταιρίες στην Ελλάδα και ασκούν νόμιμα εμπορική δραστηριότητα, καθώς και σε εταιρίες που συνδέονται με αντίστοιχες στην Ελλάδα κατά την έννοια του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/ 1920 (ΦΕΚ 37 Α’), θα μπορεί να μετακινείται για απασχόληση στα υποκαταστήματα ή τις θυγατρικές της οικείας εταιρίας ή στις συνδεδεμένες εταιρίες στην Ελλάδα, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
αα. Η επιχείρηση που είναι εγκατεστημένη στην Ελλάδα να απασχολεί τουλάχιστον εκατό (100) ημεδαπούς εργαζόμενους.
ββ. Οι υπήκοοι τρίτων χωρών που πρόκειται να μετακινηθούν για απασχόληση στις ανωτέρω επιχειρήσεις θα πρέπει να διαθέτουν επιστημονικές γνώσεις στον τομέα τους, των οποίων στερούνται ημεδαποί ή κοινοτικοί εργαζόμενοι ή νομίμως διαμένοντες στη χώρα υπήκοοι τρίτων χωρών.
Ο αριθμός των απασχολουμένων δεν μπορεί να υπερβεί ποσοστό ανώτερο του 5% των ημεδαπών εργαζομένων. Η άδεια διαμονής χορηγείται αρχικά για χρονικό διάστημα ενός έτους με δυνατότητα ανανέωσης για δύο ακόμη έτη.»
4. Η παρ. 2 του άρθρου 17 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η άδεια διαμονής για εργασία χορηγείται για χρονικό διάστημα μέχρι ενός έτους και μπορεί να ανανεώνεται ανά διετία με την επιφύλαξη ειδικών σχετικών ρυθμίσεων.»
Αρθρο 9
Ρυθμίσεις για την άσκηση ανεξάρτητης οικονομικής δραστηριότητας.
1. Στην παρ. 5 του άρθρου 24 του ν. 3386/2005 προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:
«Με την ίδια απόφαση ορίζονται ο εισηγητής και ο γραμματέας της Επιτροπής, οι οποίοι είναι υπάλληλοι της Διεύθυνσης Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Περιφέρειας. Ειδικότερα για την Περιφέρεια Αττικής ο εισηγητής ορίζεται από την αρμόδια Διεύθυνση Αλλοδαπών και Μετανάστευσης ανάλογα με τα θέματα της ημερήσιας διάταξης.»
2. Η περίπτωση α’ της παρ. 3 του άρθρου 25 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«α. Η εγκριθείσα δραστηριότητα εξακολουθεί να ασκείται και εφόσον αποδεικνύεται ότι έχει διατεθεί για το σκοπό αυτόν το ποσό της περίπτωσης α’ της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου.»
3. Στο άρθρο 25 του ν. 3386/2005 προστίθεται παράγραφος 4 ως ακολούθως και η παράγραφος 4 αναριθμείται σε 5:
«4. Δεν επιτρέπεται αλλαγή σκοπού πριν από την παρέλευση διετίας από την έναρξη ισχύος της αρχικής άδειας διαμονής. Μετά την ανανέωση της και εφόσον επέλθει αποδεδειγμένα διακοπή της συγκεκριμένης δραστηριότητας, μπορεί να γίνει οποτεδήποτε αλλαγή σκοπού.»
Αρθρο 10
Θέματα αδειών διαμονής για λόγους σπουδών.
1. Η παρ. 3 του άρθρου 28 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Δεν χορηγείται άδεια διαμονής για λόγους σπουδών στους υπηκόους τρίτων χωρών που διαμένουν στη Χώρα ως εργαζόμενοι ή ασκούντες ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα με εξαίρεση όσους έχουν γίνει δεκτοί για λόγους οικογενειακής επανένωσης.»
2. Στην παρ. 1 του άρθρου 29 του ν. 3386/2005 προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:
«Υπήκοοι τρίτων χωρών, οι οποίοι μετά το πέρας των σπουδών τους έγιναν δεκτοί από ανώτερα ή ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Χώρας για μεταπτυχιακές σπουδές, μπορούν να ανανεώσουν την άδεια διαμονής τους για όσο χρονικό διάστημα απαιτείται για την ολοκλήρωση των σπουδών τους χωρίς την υποχρέωση προσκόμισης αντίστοιχης ειδικής θεώρησης εισόδου.»
3. Η παρ. 3 του άρθρου 34 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Με την επιφύλαξη των κείμενων διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας, σε υπηκόους τρίτων χωρών φοιτητές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που συμμετέχουν σε προγράμματα με σκοπό την πρακτική άσκηση στο αντικείμενο των σπουδών τους, έναντι αποζημίωσης, χορηγείται άδεια διαμονής, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας, η οποία παρέχει πρόσβαση στην αγορά εργασίας, για διάστημα έως έξι μηνών, με δυνατότητα ισόχρονης παράτασης, εφόσον προηγουμένως έχουν λάβει ειδική θεώρηση εισόδου για το σκοπό αυτόν και με την προϋπόθεση ότι υφίσταται βεβαίωση του αρμόδιου κατά περίπτωση φορέα ανταλλαγών, από την οποία προκύπτει ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας γίνεται αποδεκτός στο πρόγραμμα για πρακτική άσκηση στο αντικείμενο των σπουδών του σε συγκεκριμένη επιχείρηση και για ορισμένο χρονικό διάστημα.»
Αρθρο 11
Ρυθμίσεις αδειών διαμονής για εξαιρετικούς λόγους καθώς και για τα θύματα εμπορίας ανθρώπων.
1. Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 44 του ν. 3386/ 2005 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
«Προϋπόθεση για τη χορήγηση της ανωτέρω άδειας είναι η κατοχή διαβατηρίου με θεώρηση εισόδου (visa) στη Χώρα, ανεξάρτητα από την ισχύ αυτής, και η αποδεδειγμένη επίκληση του συγκεκριμένου λόγου που καθιστά αναγκαία τη διαμονή του υπηκόου τρίτης χώρας στην Ελληνική Επικράτεια. Στην Επιτροπή παραπέμπονται προς παροχή γνώμης μόνον όσες από τις αιτήσεις πληρούν την προϋπόθεση αυτή.»
2. Η παρ. 2 του άρθρου 46 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η άδεια αυτή χορηγείται με τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις των επόμενων άρθρων και σύμφωνα με τις διατάξεις της Οδηγίας 2004/81/ΕΚ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης (Ε.Ε. L 261 της 6.8.2004).»
3. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 48 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«Κατά το ίδιο διάστημα, τα ανωτέρω πρόσωπα δεν απελαύνονται και τυχόν διαταχθείσα απέλαση αναστέλλεται σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 3064/2002 (ΦΕΚ 248 Α’).»
Αρθρο 12
Διαδικασία για την απόκτηση της ιδιότητας του επί μακρόν διαμένοντος.
Η παρ. 2 του άρθρου 68 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων καθορίζονται οι φορείς και η διαδικασία πιστοποίησης της επάρκειας της γνώσης της ελληνικής γλώσσας και της γνώσης στοιχείων της ελληνικής ιστορίας και του ελληνικού πολιτισμού και ρυθμίζονται θέματα διοργάνωσης σχετικών προγραμμάτων, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.»
Αρθρο 13
Θέματα οικογενειακής επανένωσης.
Η παρ. 2 του άρθρου 56 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Για τα ανήλικα τέκνα η αίτηση για τη χορήγηση ατομικής άδειας διαμονής υποβάλλεται από εκείνον που ασκεί τη γονική μέριμνα χωρίς να απαιτείται η καταβολή παραβόλου.»
Αρθρο 14
Υποχρεώσεις υπηκόων τρίτων χωρών.
1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 73 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Με την επιφύλαξη της καθιέρωσης του αυτοτελούς εγγράφου, η υποβολή αίτησης για αρχική χορήγηση άδειας διαμονής ή για κάθε ανανέωση αυτής μπορεί να γίνει είτε με αυτοπρόσωπη παρουσία του υπηκόου τρίτης χώρας είτε με εκπροσώπηση του από πληρεξούσιο δικηγόρο είτε από συζύγους, ανιόντες και ενήλικους κατιόντες. Η πληρεξουσιότητα αποδεικνύεται εγγράφως με θεώρηση του γνησίου της υπογραφής του εξουσιοδοτούντος αποκλειστικώς από αστυνομική αρχή.»
2. Η παρ. 4 του άρθρου 73 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Υπήκοος τρίτης χώρας, στον οποίο δεν εγκρίθηκε η χορήγηση άδειας διαμονής ή η ανανέωση της, καθώς και στην περίπτωση ανάκλησης της άδειας, υποχρεούται να εγκαταλείψει το ελληνικό έδαφος χωρίς άλλες διατυπώσεις εντός τριάντα ημερών από την επίδοση της σχετικής απόφασης.»
3. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 73 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«Υπήκοος τρίτης χώρας, που παραμένει στη Χώρα για χρονικό διάστημα άνω των τριάντα ημερών από τη λήξη της άδειας διαμονής του ή παραβιάζει, για χρονικό διάστημα μέχρι τριάντα ημερών, τη διάρκεια του αναγραφόμενου στην κατεχόμενη θεώρηση εισόδου ή του δικαιούμενου ελεύθερου χρόνου διαμονής του, καθώς και την προβλεπόμενη στην ομοιόμορφη θεώρηση SCHENGEN διάρκεια διαμονής ή το δικαιούμενο ελεύθερο χρόνο διαμονής του στον Ενιαίο Χώρο, υποχρεούται κατά την αναχώρηση να καταβάλει το τετραπλάσιο του προβλεπόμενου παραβόλου για άδεια διαμονής ετήσιας διάρκειας.»
4. Στην παρ. 1 του άρθρου 75 του ν. 3386/2005 προστίθεται περίπτωση γ’ ως εξής:
«γ. Διαπιστωθεί παράβαση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στις περιπτώσεις γ’ και δ’ της παρ. 2 του άρθρου 73 του παρόντος.»
Αρθρο 15
Υποχρεώσεις υπηρεσιών, συμβολαιογράφων και τρίτων – Διοικητικές και ποινικές κυρώσεις.
1. Το τρίτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 84 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«Ειδικά για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες, στο πλαίσιο ανανέωσης της άδειας διαμονής, ο υπήκοος τρίτης χώρας αδυνατεί να προσκομίσει ισχύον διαβατήριο ή άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο, είναι δυνατή η ανανέωση της ανωτέρω άδειας, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, εφόσον ο υπήκοος τρίτης χώρας επικαλείται ειδικώς και αιτιολογημένως αντικειμενική αδυναμία λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών ή καταστάσεων, κατόπιν εισήγησης του Υπουργείου Εξωτερικών και γνώμης της Επιτροπής της παρ. 1 του άρθρου 89 του παρόντος, εκτός αν συντρέχουν λόγοι δημόσιας τάξης και ασφάλειας.
Για το σκοπό αυτόν, στη σύνθεση της Επιτροπής του άρθρου 89 προστίθενται δύο επιπλέον μέλη, εκ των οποίων το ένα είναι ο προϊστάμενος του αρμόδιου Τμήματος της Διεύθυνσης Αλλοδαπών και Μετανάστευσης του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και το άλλο ο προϊστάμενος του αρμόδιου τμήματος του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης.»
2. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 85 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Κατά την κατάρτιση συμβολαιογραφικών πράξεων, στις οποίες συμβαλλόμενοι ή συμμετέχοντες καθ’ οιονδήποτε τρόπο είναι υπήκοοι τρίτων χωρών, που παρίστανται αυτοπροσώπως ή δηλώνουν κατοικία ή διαμονή στην ημεδαπή, οι συμβολαιογράφοι υποχρεούνται να διαπιστώνουν ότι αυτοί έχουν θεώρηση εισόδου ή άδεια διαμονής ή βεβαίωση της παρ. 3 του άρθρου 11 του νόμου αυτού ότι έχουν καταθέσει τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την έκδοση της και να κάνουν σχετική μνεία στην πράξη τους.»
3. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 87 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«Στους υπηκόους τρίτων χωρών, οι οποίοι δεν εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους που προβλέπονται στις περιπτώσεις α’, β’, ε’ και στ’ της παρ. 2 του άρθρου 73 του παρόντος, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους διακοσίων πενήντα ευρώ και πεντακοσίων ευρώ σε περίπτωση υποτροπής.»
4. Η παρ. 5 του άρθρου 87 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Όποιος διευκολύνει την είσοδο στο ελληνικό έδαφος ή την έξοδο από αυτό υπηκόου τρίτης χώρας, χωρίς να υποβληθεί στον έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 5, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και με χρηματική ποινή τουλάχιστον πέντε χιλιάδων ευρώ. Αν ο ανωτέρω ενήργησε εκ κερδοσκοπίας, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον δέκα χιλιάδων ευρώ. Αν δύο ή περισσότεροι από κοινού ενεργώντας διέπραξαν το ανωτέρω αδίκημα εκ κερδοσκοπίας, στο πλαίσιο δράσης εγκληματικής οργάνωσης, όπως ορίζεται στην παρ. 1 του άρθρου 187 του Π.Κ., όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 2928/2001 (ΦΕΚ 141 Α’), τιμωρούνται με πρόσκαιρη κάθειρξη μέχρι δέκα ετών και χρηματική ποινή δέκα χιλιάδων έως πενήντα χιλιάδων ευρώ.»
5. Η παρ. 6 του άρθρου 87 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Όποιος διευκολύνει την παράνομη διαμονή υπηκόου τρίτης χώρας ή δυσχεραίνει τις έρευνες των αστυνομικών αρχών για εντοπισμό, σύλληψη και απέλαση του, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και με χρηματική ποινή τουλάχιστον πέντε χιλιάδων ευρώ. Αν ο ανωτέρω ενήργησε εκ κερδοσκοπίας, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον δέκα χιλιάδων ευρώ.»
6. Η παρ. 8 του άρθρου 87 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«8. Ο υπεύθυνος γραφείου ταξιδιών ή μετανάστευσης ή οποιοσδήποτε άλλος υποβάλλει για λογαριασμό τρίτου στην αρμόδια αρχή δικαιολογητικά εκδόσεως ταξιδιωτικού εγγράφου, με στοιχεία που δεν ανταποκρίνονται στην ταυτότητα του προσώπου αυτού, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και με χρηματική ποινή τουλάχιστον δέκα χιλιάδων ευρώ. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και εκείνος, για λογαριασμό του οποίου υποβάλλονται τα δικαιολογητικά. Με απόφαση του οικείου Νομάρχη επιβάλλεται και τρίμηνη αφαίρεση της άδειας λειτουργίας του γραφείου και, σε περίπτωση υποτροπής, οριστική αφαίρεση της άδειας αυτής.»
7. Στον κατάλογο των κακουργημάτων που απαριθμούνται στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 187 του Π.Κ. μετά τη φράση «404 (τοκογλυφία)» προστίθεται η φράση «παράβαση του τελευταίου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 87 του ν. 3386/2005 διευκόλυνση της παρανόμου εισόδου υπηκόου τρίτης χώρας, εκ κερδοσκοπίας πραττόμενη από τρία ή περισσότερα πρόσωπα που είχαν συγκροτήσει ή ενταχθεί σε ομάδα για διαρκή δράση προς τούτο».
8. Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης δ’ της παρ. 1 του άρθρου 88 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Επιβληθείσα κατάσχεση του μεταφορικού μέσου, που χρησιμοποιήθηκε για τη μεταφορά προσώπων, αίρεται με την απαγγελία στο ακροατήριο της οριστικής αθωωτικής απόφασης και το μεταφορικό μέσο αποδίδεται στον ιδιοκτήτη του. Σε περίπτωση έκδοσης αμετάκλητης καταδικαστικής απόφασης δημεύονται τα μεταφορικά μέσα που χρησιμοποιήθηκαν για τη μεταφορά προσώπων, εκτός αν ο κύριος των μέσων αποδείξει ότι δεν γνώριζε το σκοπό για τον οποίο αυτά χρησιμοποιήθηκαν.»
Αρθρο 16
Ειδικές ρυθμίσεις.
1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 89 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Στο Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης συνιστάται τριμελής Επιτροπή Μετανάστευσης, η οποία γνωμοδοτεί στις περιπτώσεις που παραπέμπονται σε αυτήν όταν η άδεια διαμονής χορηγείται ή ανανεώνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης ή με κοινή υπουργική απόφαση, καθώς και στις περιπτώσεις που παραπέμπονται σε αυτή σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 84 του παρόντος.»
2. Στην παρ. 2 του άρθρου 89 του ν. 3386/2005 προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:
«Μόνιμοι και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπάλληλοι δημοσίων υπηρεσιών, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων μπορούν να μεταταγούν ή να μεταφερθούν με την ίδια σχέση εργασίας στη Διεύθυνση Αλλοδαπών και Μετανάστευσης του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, καθώς και στις Διευθύνσεις Αστικής Κατάστασης και Αλλοδαπών και Μετανάστευσης των Περιφερειών, με ταυτόχρονη μεταφορά των οργανικών τους θέσεων, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου ή εποπτεύοντος Υπουργού και ύστερα από γνώμη του οικείου Νομάρχη, όταν πρόκειται για υπαλλήλους των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, κατόπιν σχετικής αίτησης των ενδιαφερομένων.»
Αρθρο 17
Εξουσιοδοτικές διατάξεις.
1. Η παρ. 1 του άρθρου 90 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας καθορίζεται ο ελάχιστος αριθμός ημερομισθίων ή το ελάχιστο χρονικό διάστημα ασφάλισης, ανά ασφαλιστικό φορέα, προκειμένου να πληρούται η οικεία υποχρέωση στο πλαίσιο ανανέωσης των αδειών διαμονής του παρόντος, τα απαιτούμενα, κατά περίπτωση, δικαιολογητικά, καθώς και κάθε σχετικό θέμα. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις πρόσβασης στην εργασία της περίπτωσης β’ του άρθρου 59 του νόμου αυτού.»
2. Η παρ. 2 του άρθρου 90 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Όπου στις διατάξεις του παρόντος και στις σχετικές κανονιστικές ρυθμίσεις προβλέπεται ως προϋπόθεση η διάθεση επαρκών πόρων, το ύψος τούτων, η αναπροσαρμογή τους και ο τρόπος απόδειξης καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης καθορίζεται το ύψος της δαπάνης της επαναπροώθησης και των κάθε μορφής εξόδων επιστροφής, καθώς και η διαδικασία απόδοσης του ποσού της σχετικής εγγυητικής επιστολής σε περίπτωση κατάπτωσης της υπέρ του Δημοσίου, από το οικείο πιστωτικό ίδρυμα ή το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων στον Κρατικό Προϋπολογισμό.»
3. Η παρ. 4 του άρθρου 90 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται το ύψος της αμοιβής όσων συμμετέχουν στις Επιτροπές των άρθρων 3 παρ. 3, 13, 14 παρ. 2, 24 και 89 παρ. 1 του νόμου αυτού.»
4. Στο άρθρο 90 του ν. 3386/2005 προστίθεται παράγραφος 6 ως ακολούθως και η παράγραφος 6 αναριθμείται σε 7:
«6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εξωτερικών και Δημόσιας Τάξης ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα επανεισόδου υπηκόων τρίτων χωρών στην Ελληνική Επικράτεια.»
5. Στην παρ. 7 του άρθρου 90 του ν. 3386/2005 προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:
«Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών μπορεί να καθορίζονται οι Δήμοι και οι Κοινότητες στις υπηρεσίες των οποίων θα κατατίθενται οι αιτήσεις των υπηκόων τρίτων χωρών για τη χορήγηση και ανανέωση των αδειών διαμονής τους και να ρυθμίζεται κάθε σχετική λεπτομέρεια.»
6. Στο άρθρο 90 του ν. 3386/2005 προστίθεται παράγραφος 8 ως εξής:
«8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, καθορίζεται το αρμόδιο όργανο και η διαδικασία βεβαίωσης των προστίμων του νόμου αυτού.»
Αρθρο 18
Μεταβατικές διατάξεις.
1. Η παρ. 2 του άρθρου 91 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Υπήκοος τρίτης χώρας, ο οποίος έχει άδεια διαμονής κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, εφόσον συμπληρώσει δεκαετή συνεχή, νόμιμη διαμονή στη Χώρα δικαιούται να λάβει άδεια διαμονής αόριστης διάρκειας, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 10 του παρόντος. Η ανωτέρω άδεια διαμονής χορηγείται και στα ενήλικα, άνω του 21ου έτους της ηλικίας τους, μέλη της οικογένειας του υπηκόου τρίτης χώρας, εφόσον πληρούν αυτοτελώς τις παραπάνω προϋποθέσεις. Η άδεια χορηγείται ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου και απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας και παρέχει πρόσβαση στην αγορά εργασίας.»
2. Η παρ. 7 του άρθρου 91 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«7. Εκκρεμείς αιτήσεις που έχουν υποβληθεί για οποιονδήποτε λόγο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 31 του ν. 3202/2003 (ΦΕΚ 284 Α’) εξετάζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 84 του παρόντος. Ομοίως εξετάζονται και αιτήματα που έχουν υποβληθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 31 του ν.3202/2003 και απορρίφθηκαν από τις αρμόδιες υπηρεσίες των Περιφερειών με την αιτιολογία ότι δεν υφίσταται αντικειμενική αδυναμία εφοδιασμού με διαβατήριο ή ταξιδιωτικό έγγραφο.»
3. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης η’ της παρ. 11 του άρθρου 91 του ν. 3386/2005 καταργείται.
4.α. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της αρμόδιας Περιφέρειας χορηγείται άδεια διαμονής σε υπηκόους τρίτων χωρών που διέμεναν μέχρι 31.12.2004 και διαμένουν έκτοτε στην Ελλάδα και δεν συντρέχουν στο πρόσωπο τους λόγοι δημόσιας τάξης και ασφάλειας.
Η απόδειξη της διαμονής τους στη Χώρα γίνεται από:
αα) Βεβαίωση εγγραφής ή βεβαίωση εγγραφής τέκνου σε δημόσια εκπαιδευτικά ιδρύματα πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, εφόσον το τέκνο ενεγράφη πριν από την 31.12.2004 και συνεχίζει να φοιτά μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος.
ββ) Ληξιαρχική πράξη γέννησης ή ληξιαρχική πράξη γέννησης τέκνου στην Ελλάδα, μέχρι 31.12.2004, εφόσον ο ένας των συζύγων διαμένει νόμιμα στην Ελλάδα ή
γγ) Ληξιαρχική πράξη γάμου που τελέστηκε στην Ελλάδα, μέχρι 31.12.2004, εφόσον ο ένας εκ των συζύγων είναι Ελληνας ή πολίτης άλλου κράτους – μέλους της Ε.Ε. ή υπήκοος τρίτης χώρας, ο οποίος διαμένει νόμιμα στην Ελλάδα ή
δδ) Απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας που απορρίπτει αίτηση για χορήγηση ή ανανέωση άδειας διαμονής, με εξαίρεση τις απορριπτικές αποφάσεις για λόγους δημόσιας τάξης και ασφάλειας, εφόσον η σχετική αίτηση υποβλήθηκε μέχρι 31.12.2004 ή
εε) Απορριπτική απόφαση για τη χορήγηση Ειδικού Δελτίου Ταυτότητος Ομογενούς (Ε.Δ.Τ.Ο.), εφόσον η σχετική αίτηση υποβλήθηκε μέχρι 31.12.2004 ή Ειδικό Δελτίο Ταυτότητος Ομογενούς (Ε.Δ.Τ.Ο.), το οποίο έληξε μέχρι την ίδια ημερομηνία και δεν ανανεώθηκε.
Η ανωτέρω άδεια διαμονής επέχει και θέση άδειας εργασίας και έχει ετήσια ισχύ. Για τη χορήγηση της απαιτείται, εκτός των δικαιολογητικών που θα ορισθούν με την απόφαση της περίπτωσης γ’ και βεβαίωση εξαγοράς τυχόν υπολειπόμενων εισφορών για ασφάλιση 150 ημερών από οποιονδήποτε ασφαλιστικό φορέα. Οι σχετικές αιτήσεις υποβάλλονται στους οικείους Δήμους μέχρι 30.9.2007, οι οποίοι υποχρεούνται, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δύο μηνών από την υποβολή της αίτησης, να διαβιβάσουν τους σχετικούς φακέλους στην αρμόδια Περιφέρεια.
β. Στις ρυθμίσεις της ανωτέρω παραγράφου υπάγονται, αυτοτελώς, οι σύζυγοι των ανωτέρω υπηκόων, καθώς και τα ανήλικα τέκνα αυτών, με μόνη προϋπόθεση ότι συμβιώνουν με τους γονείς τους ή τους συζύγους κατά περίπτωση.
γ. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης καθορίζονται τα απαιτούμενα για τη χορήγηση της άδειας διαμονής δικαιολογητικά.
δ. Εγγραφή στους καταλόγους ανεπιθύμητων, αποκλειστικώς για λόγους παράνομης εισόδου, εξόδου, εργασίας και διαμονής στη Χώρα, καθώς και συναφείς εκκρεμείς απελάσεις δεν αποτελούν λόγο που παρακωλύει τη χορήγηση της άδειας διαμονής. Υφιστάμενες για την ανωτέρω αιτία εγγραφές στον κατάλογο ανεπιθύμητων θεωρούνται ότι έχουν αυτοδικαίως αρθεί.
ε. Ανανέωση των ανωτέρω αδειών διαμονής γίνεται για έναν από τους λόγους του ν.3386/2005, χωρίς να απαιτείται ειδική θεώρηση εισόδου.
5. Όσοι υπήκοοι τρίτων χωρών υπέβαλαν ή υποβάλλουν αίτημα για πρώτη ανανέωση της άδειας διαμονής τους μετά την έναρξη ισχύος του ν. 3386/2005 και δεν έχουν πραγματοποιήσει τον ελάχιστο αριθμό ημερών ασφάλισης ή το ελάχιστο χρονικό διάστημα ασφάλισης, που καθορίζεται με την κοινή υπουργική απόφαση της παρ. 1 του άρθρου 90 του ν.3386/2005 μπορούν να προβούν στην εξαγορά μέρους ή του συνόλου των ημερών ασφάλισης που απαιτούνται στον οικείο ασφαλιστικό φορέα ή αντιστοιχούν στο οικείο χρονικό διάστημα εφάπαξ και χωρίς προσαυξήσεις για τη συμπλήρωση των αντίστοιχων προϋποθέσεων. Εάν η σχετική αίτηση εκκρεμεί στην αρμόδια υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Περιφέρειας, η σχετική βεβαίωση εξαγοράς υποβάλλεται στον οικείο Δήμο μέχρι 30.9.2007. Μέχρι την ίδια ημερομηνία υποβάλλεται η ανωτέρω βεβαίωση για επανεξέταση, εφόσον η σχετική αίτηση ανανέωσης της άδειας διαμονής έχει απορριφθεί.
6. Αιτήσεις ανανέωσης αδειών διαμονής, των οποίων η ισχύς έχει λήξει μετά την 1.1.2006 και οι οποίες έχουν απορριφθεί ως εκπρόθεσμες επανεξετάζονται και χορηγούνται οι αντίστοιχες άδειες διαμονής, εφόσον πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις του ν. 3386/2005, όπως ισχύει. Η ανωτέρω ρύθμιση περιλαμβάνει και τις εκκρεμείς αιτήσεις. Προϋπόθεση της ανανέωσης των αδειών διαμονής είναι η προηγούμενη καταβολή προστίμου ίσου με το 1/3 του παραβόλου της περ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 92 του ν. 3386/2005 για κάθε μήνα καθυστέρησης υποβολής της σχετικής αίτησης. Το πρόστιμο βεβαιώνεται από το αρμόδιο για τη χορήγηση της άδειας διαμονής όργανο.
7. Κατά την πρώτη ανανέωση, βάσει των διατάξεων του ν. 3386/2005, των αδειών διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών που έχουν γίνει δεκτοί στη Χώρα για λόγους οικογενειακής επανένωσης, δεν απαιτείται η απόδειξη των επαρκών πόρων, όπως έχουν καθορισθεί με την αριθ. 4415/17.3.2006 (ΦΕΚ 398 Β’) κοινή απόφαση του Υφυπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, του Υφυπουργού Εξωτερικών, της Υπουργού Εθνικής Παιδείας και θρησκευμάτων και του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.
8. Οι υπήκοοι τρίτων χωρών που είναι κάτοχοι αδειών διαμονής, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2910/2001 (ΦΕΚ 91 Α’), για παροχή ανεξάρτητων υπηρεσιών ή έργου, και απασχολούνται με σχέση εξαρτημένης εργασίας σε περισσότερους του ενός μη σταθερούς εργοδότες (οικοδόμοι, αποκλειστικοί νοσοκόμοι και προσωπικό εργαζόμενο κατ’ οίκον του εργοδότη), μπορεί, κατά τη διάρκεια ισχύος των αδειών αυτών, να μεταβάλουν την άδεια διαμονής τους για παροχή εξαρτημένης εργασίας σε σταθερό εργοδότη ή σε περισσότερους του ενός μη σταθερούς εργοδότες.
9. Υπήκοοι τρίτων χωρών, που κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν.2910/2001 διέμεναν με τους γονείς τους στην Ελλάδα και τους χορηγήθηκε εξάμηνη προσωρινή άδεια διαμονής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 66 του ίδιου νόμου και οι οποίοι, προκειμένου να την ανανεώσουν για λόγους σπουδών, εφοδιάσθηκαν με ειδική θεώρηση εισόδου, έχουν τη δυνατότητα, μετά το πέρας των σπουδών τους, να την ανανεώσουν για έναν από τους λόγους του ν. 3386/2005.
10. Αιτήσεις υπηκόων τρίτων χωρών, οι οποίοι λόγω αντικειμενικής αδυναμίας στερούνται διαβατηρίου και οι οποίοι υπάγονται είτε στο ρυθμιστικό πεδίο της αριθμ. 11702/23.6.2006 (ΦΕΚ 892 Β’) κοινής απόφασης του Υφυπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και της Υπουργού Εθνικής Παιδείας και θρησκευμάτων είτε στις διατάξεις της παρ. 4α του παρόντος, γίνονται δεκτές και εξετάζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 84 του ν. 3386/2005.
Αρθρο 19
Βεβαίωση χρόνου ασφάλισης.
Η εκπλήρωση των ασφαλιστικών υποχρεώσεων του αλλοδαπού, όπου κατά τις διατάξεις του ν. 3386/2005 απαιτείται ορισμένος χρόνος ασφάλισης σε οργανισμό κοινωνικής ασφάλισης για την ανανέωση της άδειας διαμονής, αποδεικνύεται αποκλειστικά με βεβαίωση του οικείου οργανισμού κοινωνικής ασφάλισης, από την οποία προκύπτουν οι ημέρες εργασίας και η διάρκεια της ασφάλισης, καθώς και τα στοιχεία του εργοδότη που ενδεχομένως απασχολεί τον αλλοδαπό. Στην ως άνω βεβαίωση γίνεται ρητή μνεία για την ύπαρξη εκκρεμών ή μη ασφαλιστικών υποχρεώσεων του αλλοδαπού.
Αρθρο 20
Παράβολα.
1. Η παρ. 5 του άρθρου 92 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Στους υπαλλήλους που κατέχουν οργανικές θέσεις ή είναι αποσπασμένοι στις Υπηρεσίες Αλλοδαπών και Μετανάστευσης των Περιφερειών, καθώς και στη Διεύθυνση Αλλοδαπών και Μετανάστευσης του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή, κατά παρέκκλιση των σχετικών διατάξεων, το ύψος και ο τρόπος καταβολής της οποίας καθορίζονται ετησίως με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών.»
2. Η περίπτωση α’ της παραγράφου 6 του άρθρου 92 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«6.α. Ποσοστό 30% επί των εισπραττόμενων εσόδων από τα παράβολα της παραγράφου 1 μεταφέρεται σε λογαριασμό που τηρείται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων με τίτλο «Εσοδα από παράβολα αδειών διαμονής υπέρ Ο.Τ.Α. α’ βαθμού». Το προϊόν του λογαριασμού κατανέμεται στους Ο.Τ.Α. με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Στους υπαλλήλους που απασχολούνται στις οικείες υπηρεσίες των Ο.Τ.Α. για την εξυπηρέτηση των υπηκόων τρίτων χωρών καταβάλλεται επίδομα, το οποίο δεν μπορεί να υπερβεί το 1/3 του ανωτέρω ποσοστού. Το ύψος του επιδόματος ανά κατηγορία δημοτικών και κοινοτικών υπαλλήλων και ο τρόπος καταβολής του καθορίζονται ετησίως με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών, ενώ οι κατηγορίες των δικαιούχων με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Το υπόλοιπο του ανωτέρω ποσοστού διατίθεται αποκλειστικώς για την κάλυψη λειτουργικών δαπανών των ίδιων υπηρεσιών.»
3. Στην παρ. 1 του άρθρου 92 του ν. 3386/2005 προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:
«Οι υπαγόμενοι στις ρυθμίσεις της συμφωνίας μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 1245/1982 (ΦΕΚ 45 Α’) δεν υπόκεινται στην υποχρέωση καταβολής παραβόλου.»
Αρθρο 21
Σύσταση θέσεων στο Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.
Στο Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης συνιστώνται είκοσι τρεις θέσεις ΠΕ Διοικητικού, τέσσερις θέσεις ΠΕ Μηχανικών, εκ των οποίων δύο ειδικότητας Μηχανολόγων – Ηλεκτρολόγων και δύο ειδικότητας Αγρονόμων Τοπογράφων Μηχανικών, τέσσερις θέσεις ΠΕ Πληροφορικής, μία θέση Π Ε Κοινωνιολόγων, τρεις θέσεις ΤΕ Πληροφορικής και δεκαπέντε θέσεις ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων.
Αρθρο 22
Αναδιατυπώσεις άρθρων Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΡΥΘΜΙΖΕΙΣ ΛΟΙΠΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ
1. Η παρ. 1 του άρθρου 16 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 34631 2006 (ΦΕΚ 114 Α’), αναδιατυπώνεται ως εξής:
«1. Επιτρέπεται η μεταδημότευση χωρίς τη συνδρομή των προϋποθέσεων της παρ. 7 του άρθρου 15, όταν πρόκειται μόνο για την υποβολή υποψηφιότητας σε δημοτικές και κοινοτικές εκλογές στους Δήμους και τις Κοινότητες των Νομών Αττικής και Θεσσαλονίκης και στους Δήμους ή τις Κοινότητες των νομών, στην περιφέρεια των οποίων υπάγεται ο Δήμος ή η Κοινότητα που ο υποψήφιος είναι ή ήταν πριν γραμμένος στα Μητρώα Αρρένων ή στα δημοτολόγια ή στους εκλογικούς καταλόγους.»
2.α. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 80 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006, αναδιατυπώνεται ως εξής:
«Για την ανωτέρω προέγκριση ο ενδιαφερόμενος καταθέτει αίτηση στον οικείο Δήμο ή Κοινότητα, στην οποία δηλώνει το είδος του καταστήματος και τις προσφερόμενες υπηρεσίες, την τοποθεσία στην οποία πρόκειται να λειτουργήσει, επισυνάπτοντας διάγραμμα της περιοχής στο οποίο σημειώνεται η ακριβής θέση του καταστήματος, καθώς και το προβλεπόμενο παράβολο.»
β. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 8 του άρθρου 80 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006, αντικαθίσταται ως εξής:
«8. Κατ’ εξαίρεση, για καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος που λειτουργούν εντός εγκαταστάσεων κύριων τουριστικών καταλυμάτων, καθώς και για εγκαταστάσεις ειδικής τουριστικής υποδομής των παραγράφων 1 και 3, αντίστοιχα, του άρθρου 2 του ν. 2160/1993 (ΦΕΚ 118 Α’), όπως ισχύουν, περιλαμβανομένων και των κολυμβητικών δεξαμενών, αρμόδιο όργανο για τη χορήγηση των οικείων αδειών ίδρυσης και λειτουργίας είναι ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.).»
3. Η παρ. 4 του άρθρου 209 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/ 2006 (ΦΕΚ 114 Α’), αναδιατυπώνεται ως εξής:
«4. Οι μελέτες των έργων και παροχής υπηρεσιών και τα τεύχη δημόσιου διαγωνισμού ανάθεσης μελετών ή παροχής υπηρεσιών του ν. 3316/2005 (ΦΕΚ 42 Α’) των Δήμων, των Κοινοτήτων και των κάθε είδους Συνδέσμων τους συντάσσονται και θεωρούνται από την τεχνική υπηρεσία τους και, αν δεν υπάρχει τέτοια υπηρεσία ή αυτή αδυνατεί, από την Τεχνική Υπηρεσία Δήμων και Κοινοτήτων (Τ.Υ.Δ.Κ.).
Οι μελέτες των έργων και παροχής υπηρεσιών και τα τεύχη δημόσιου διαγωνισμού ανάθεσης μελετών ή παροχής υπηρεσιών του ν. 3316/2005 (ΦΕΚ 42 Α’) των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου των Δήμων ή Κοινοτήτων, των ιδρυμάτων τους και των δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων ύδρευσης – αποχέτευσης του ν. 1069/ 1980 (ΦΕΚ 191 Α’) και του ν. 890/1979 (ΦΕΚ 80 Α’) συντάσσονται και θεωρούνται από την τεχνική υπηρεσία τους και, αν δεν υπάρχει τέτοια υπηρεσία ή αυτή αδυνατεί, από την τεχνική υπηρεσία του Δήμου ή της Κοινότητας που τα έχει συστήσει. Στην περίπτωση που η τελευταία αυτή υπηρεσία δεν υπάρχει, η σύνταξη και η θεώρηση γίνεται από την Τεχνική Υπηρεσία Δήμων και Κοινοτήτων (Τ.Υ.Δ.Κ.).
Αν η Τεχνική Υπηρεσία Δήμων και Κοινοτήτων (Τ.Υ.Δ.Κ.) αδυνατεί να συντάξει τη μελέτη, αδυναμία που βεβαιώνεται από τον Προϊστάμενο της, επιτρέπεται με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής η ανάθεση εκπόνησης μελετών πάσης φύσης σε ιδιώτες μελετητές και ιδιωτικά γραφεία μελετών σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης καθορίζονται τα όρια προϋπολογισμού των μελετών έργων και υπηρεσιών, πέραν των οποίων απαιτείται θεώρηση, ύστερα από γνώμη του περιφερειακού συμβουλίου δημοσίων έργων ή από την Τεχνική Υπηρεσία του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου Δημοτικών και Κοινοτικών Εργων και Θεώρησης Μελετών του ίδιου Υπουργείου.
Η εγκριτική απόφαση των μελετών, που προβλέπουν οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 37 του ν. 3316/2005, εκδίδεται από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία.
Οι μελέτες παροχής υπηρεσιών και τα τεύχη (περιγραφή, συγγραφές υποχρεώσεων και τεχνικές προδιαγραφές) προμηθειών, για την εκτέλεση των οποίων δεν απαιτούνται, λόγω της φύσης τους, τεχνικές γνώσεις ή τεχνική εμπειρία, μπορεί να συντάσσονται από υπάλληλο της υπηρεσίας που διαχειρίζεται την πίστωση, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις και να θεωρούνται από τον προϊστάμενο της αντίστοιχης κατά περίπτωση αρμόδιας υπηρεσίας του Ο.Τ.Α., τηρουμένων κατά τα λοιπά των ισχυουσών διατάξεων. Η επίβλεψη, η παρακολούθηση και εποπτεία των ανωτέρω συμβάσεων γίνεται από τις αντίστοιχες καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες του Ο.Τ.Α., με ανάλογη εφαρμογή των σχετικών διατάξεων. Για τις ανωτέρω υπηρεσίες και προμήθειες, που η δαπάνη τους δεν υπερβαίνει το ποσό, μέχρι του οποίου γίνεται απευθείας ανάθεση, η ανάθεση γίνεται με βάση την προϋπολογιζόμενη δαπάνη, την περιγραφή της υπηρεσίας, την περιγραφή της προμήθειας και τα τυχόν λοιπά στοιχεία, τα οποία περιέχονται σε σχετική απόφαση της δημαρχιακής επιτροπής ή του κοινοτικού συμβουλίου, που υποκαθιστούν τη μελέτη και τα ανωτέρω τεύχη.»
4. Οι παράγραφοι 8, 9 και 10 του άρθρου 212 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006, αναδιατυπώνονται ως ακολούθως:
«8. Ο καθ’ ου έχει δικαίωμα προσφυγής σύμφωνα με το άρθρο 150 εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα 10 ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης της προηγούμενης παραγράφου.
9. Αν κριθεί, ότι νόμιμα εκδόθηκε η απόφαση της παραγράφου 1, δημοσιεύεται το πλήρες κείμενο αυτής, με φροντίδα του Δήμου ή της Κοινότητας μια φορά σε μία ημερήσια εφημερίδα που εκδίδεται στο νομό. Αν δεν εκδίδεται τέτοια εφημερίδα, η δημοσίευση γίνεται σε δύο εβδομαδιαίες ή δεκαπενθήμερες εφημερίδες. Με τη δημοσίευση ή τις δημοσιεύσεις αυτές ολοκληρώνεται η διαδικασία κήρυξης της απαλλοτρίωσης ή σύστασης δουλείας.
10. Αν ακυρωθεί η απόφαση απαλλοτρίωσης ή σύστασης δουλείας, τηρούνται οι δημοσιεύσεις της προηγούμενης παραγράφου.»
5. Η εσφαλμένη παραπομπή της παρ. 6 του άρθρου 217 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006 στο άρθρο 94 αυτού, διορθώνεται στο ορθό 95.
6. Στην παρ. 3 του άρθρου 269 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006, προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:
«Οι ρυθμίσεις των προηγούμενων εδαφίων, καθώς και των παραγράφων 4, 5 και 6 του άρθρου αυτού, εφαρμόζονται, αναλόγως, και για το προσωπικό των επιχειρήσεων που έχουν συσταθεί από Συνδέσμους, μέχρι 8.6.2006 και λύονται για οποιονδήποτε λόγο. Το προσωπικό των επιχειρήσεων αυτών μπορεί να ενταχθεί στους ανωτέρω Συνδέσμους, ύστερα από απόφαση του Δ.Σ. τους. Το υπόλοιπο προσωπικό κατανέμεται στους Δήμους και στις Κοινότητες, που είναι μέλη του Συνδέσμου, κατ’ αναλογία των αιρετών αντιπροσώπων τους, οι οποίοι μετέχουν στο διοικητικό συμβούλιο του Συνδέσμου.»
7. Από το α’ εδάφιο της περίπτωσης δ’ της παρ. 2 του άρθρου 273 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006, απαλείφονται οι λέξεις «εκτελείται η προμήθεια ή».
8. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 274 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006, η φράση «από τη δημοσίευση του παρόντος» αντικαθίσταται από τη φράση «από τη θέση του παρόντος σε ισχύ».
9. Στο έκτο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 246 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006 και μετά τη φράση «και της παραγράφου 3 του άρθρου» προστίθεται το αριθμητικό «229».
Αρθρο 23
Ζητήματα Ο.Τ.Α. πρώτου βαθμού
1. Στην περίπτωση γ’ της παρ. 1 του άρθρου 17 του ν. 3491/2006 (ΦΕΚ 207 Α’) η φράση «καθώς και οι ληξιπρόθεσμες ή μη οφειλές και υποχρεώσεις της περίπτωσης 1 της παρ. 1 του παρόντος άρθρου» αντικαθίσταται από τη φράση «καθώς και οι ληξιπρόθεσμες ή μη οφειλές και υποχρεώσεις των περιπτώσεων α’ και β’ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου».
2. Οφειλές υπέρ Ο.Τ.Α. από τέλη και δικαιώματα ύδρευσης και αποχέτευσης, που καθίστανται ληξιπρόθεσμες ως την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, μπορεί να ρυθμιστούν και να εξοφληθούν, χωρίς τα αναλογούντα πρόστιμα και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, ύστερα από κανονιστική απόφαση του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, που εκδίδεται εντός δύο μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος. Με την απόφαση μπορεί να ορισθεί η δυνατότητα τμηματικής καταβολής των βασικών οφειλών σε μηνιαίες δόσεις, που δεν μπορούν να υπερβαίνουν τις δώδεκα. Η ρύθμιση γίνεται ύστερα από αίτηση που υποβάλλει ο οφειλέτης προς τον Δήμο ή την Κοινότητα, εντός εξήντα ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της ανωτέρω απόφασης. Μαζί με την αίτηση, η οποία συνοδεύεται από βεβαίωση του Ο.Τ.Α. για το ποσό της οφειλής, καταβάλλεται και η πρώτη δόση, ενώ οι επόμενες καταβάλλονται ως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών. Με δήλωση του οφειλέτη μπορεί να ζητηθεί η εξόφληση της οφειλής σε μικρότερο αριθμό δόσεων από τον ορισθέντα με την ανωτέρω απόφαση. Αν δεν καταβληθούν δύο συνεχείς μηνιαίες δόσεις, ο οφειλέτης χάνει το ευεργέτημα της ρύθμισης αυτής. Ποσά που έχουν καταβληθεί για τις συγκεκριμένες οφειλές πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού δεν επιστρέφονται ούτε συμψηφίζονται.
3. Στις υποχρεωτικές δαπάνες της περίπτωσης α’ της παρ. 1 του άρθρου 158 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006, περιλαμβάνονται και τα έξοδα παράστασης και η αποζημίωση των μελών συμβουλίων των τοπικών διαμερισμάτων, καθώς και των παρέδρων.
4. Το διατιθέμενο, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 161 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006, ποσοστό δεν μπορεί να προέρχεται από πιστώσεις, οι οποίες προβλέπονται από τη Συλλογική Απόφαση Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Σ.Α.Τ.Α.).
5. Στον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας υποβάλλονται για έλεγχο νομιμότητας οι αποφάσεις των δημοτικών ή κοινοτικών συμβουλίων που αφορούν αναμορφώσεις των προϋπολογισμών των Ο.Τ.Α., συνοδευόμενες από τις εισηγήσεις των αρμόδιων υπηρεσιών. Η προθεσμία του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 149 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006, στην περίπτωση αυτή, ορίζεται σε δέκα ημέρες. Τα αρμόδια όργανα που ενεργούν κατά παράβαση των διατάξεων του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου υπέχουν, ανεξάρτητα από τυχόν ποινική ευθύνη, πειθαρχική και αστική ευθύνη κατά τις διατάξεις των άρθρων 141, 142 και 143 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006.
6. Σε περίπτωση μη καταβολής των εισφορών της περίπτωσης β’ της παρ. 1 του άρθρου 249 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006 από τα μέλη του Συνδέσμου ως το τέλος του οικείου οικονομικού έτους, αυτές μπορεί να παρακρατηθούν εντός του επόμενου έτους από τους Κεντρικούς Αυτοτελείς Πόρους των υπόχρεων Δήμων και Κοινοτήτων και να αποδοθούν απευθείας σε αυτόν, με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Συνδέσμου κατόπιν απόφασης, η οποία λαμβάνεται με την πλειοψηφία του συνολικού αριθμού των μελών του διοικητικού συμβουλίου του ή με ομόφωνη απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής του, εφόσον έχει μεταβιβασθεί σε αυτήν η αντίστοιχη αρμοδιότητα.
Κατ’ εξαίρεση, οι ανωτέρω εισφορές μπορεί να παρακρατούνται από τους Κεντρικούς Αυτοτελείς Πόρους των υπόχρεων Δήμων και Κοινοτήτων, εντός του τρέχοντος οικονομικού έτους, με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, η οποία εκδίδεται μετά από πρόταση του Συνδέσμου, που θα συνοδεύεται είτε από απόφαση που λαμβάνεται με την πλειοψηφία των τριών πέμπτων του συνολικού αριθμού των μελών του διοικητικού συμβουλίου του ή κατόπιν ομόφωνης απόφασης της εκτελεστικής επιτροπής του, εφόσον έχει μεταβιβασθεί σε αυτήν η αντίστοιχη αρμοδιότητα.
Ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας, αφού ελέγξει τη νομιμότητα των παραπάνω αποφάσεων των Συνδέσμων, εκδίδει σχετική διαπιστωτική πράξη το αργότερο εντός ενός μηνός από την περιέλευσή τους σε αυτόν.
Όλες οι σχετικές πράξεις που αφορούν τις περιπτώσεις του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου θα πρέπει να έχουν περιέλθει στο Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, δια των οικείων Περιφερειών, το αργότερο ως το τέλος του τρίτου μηνός του οικονομικού έτους που εκδόθηκαν.
7. Το τεστ προσωπικότητας ΜΜΡΙ που προβλέπεται στο άρθρο 8 του π.δ. 135/2006 (ΦΕΚ 135 Α’), στο οποίο υποβάλλονται οι υποψήφιοι για ειδικό ένστολο προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας, αντικαθίσταται με το τεστ προσωπικότητας ΜΜΡΙ 2. Η αρμόδια επιτροπή της παρ. 2 του άρθρου 8 του π.δ. 135/2006 για την αξιολόγηση -βαθμολόγηση των γραπτών ψυχοτεχνικών δοκιμασιών μπορεί να συνεδριάζει και σε εγκαταστάσεις της Ελληνικής Αστυνομίας που διαθέτουν κατάλληλα μηχανήματα, προς υποβοήθηση του έργου της αξιολόγησης και βαθμολόγησης των τεστ υποψηφίων.
Αρθρο 24
Μετακινήσεις τεχνικού προσωπικού Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης.
Οι υπάλληλοι του τεχνικού εξοπλισμού των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων της Χώρας (χειριστές μηχανημάτων, οδηγοί αυτοκινήτων, τεχνίτες και εργάτες), για τις μετακινήσεις τους σε αποστάσεις που υπερβαίνουν τα τριάντα χιλιόμετρα από την έδρα της υπηρεσιακής τους μονάδας ως τον τόπο εργασίας τους, καθώς και σε νησί ανεξαρτήτως απόστασης, λαμβάνουν το ποσό που έχει καθορισθεί με την κοινή απόφαση των Υφυπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης με αριθ. 2/14889/0022/ 2.5.2003 (ΦΕΚ 643 Β 72003), όπως κάθε φορά ισχύει, εφόσον μεταβούν και επιστρέψουν αυθημερόν. Για τη διανυκτέρευση καταβάλλεται διπλάσια αποζημίωση από την προβλεπόμενη στην ανωτέρω απόφαση, όπως ισχύει.
Αρθρο 25
Αρμοδιότητες Υπηρεσίας Ανάπτυξης Πληροφορικής της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.
1. Οι αρμοδιότητες της Ειδικής Υπηρεσίας Εφαρμογής Προγραμμάτων Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, που αναφέρονται στο άρθρο 20 του ν. 3448/2006 (ΦΕΚ 57 Α’) για την παροχή υπηρεσιών πιστοποίησης και τις Αρχές Πιστοποίησης, ασκούνται από 1.1.2007 από την Υπηρεσία Ανάπτυξης Πληροφορικής της ως άνω Γενικής Γραμματείας.
2. Στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 20 του ν. 3448/2006 προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:
«Με την ίδια ή όμοια απόφαση ορίζονται και οι Αρχές Εγγραφής που υπάγονται στην κάθε Υποκείμενη Αρχή Πιστοποίησης. Η Υποκείμενη Αρχή Πιστοποίησης του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης παρέχει υπηρεσίες πιστοποίησης (έκδοση ψηφιακών πιστοποιητικών) και για τους υπαλλήλους φορέων του δημόσιου τομέα, οι οποίοι δεν έχουν ή δεν λειτουργεί ακόμη δική τους Υποκείμενη Αρχή Πιστοποίησης. Οι φορείς που θα συστήσουν δική τους Υποκείμενη Αρχή Πιστοποίησης μπορεί να εξυπηρετούνται από τις Αρχές Εγγραφής του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Οι Προϊστάμενοι των Υποκείμενων Αρχών Πιστοποίησης και των Αρχών Εγγραφής μπορούν με απόφαση τους να εκχωρούν το δικαίωμα υπογραφής σε υπαλλήλους της οργανικής τους μονάδας.»
3. Στο τέλος της παρ. 5 του άρθρου 20 του ν. 3448/ 2006 προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:
«Με απόφαση του οικείου Υπουργού ορίζονται οι οργανικές μονάδες που θα λειτουργήσουν ως γραφεία υποδοχής (Εντεταλμένα Γραφεία) αιτήσεων υπαλλήλων του Υπουργείου και των εποπτευόμενων από αυτό φορέων για την έκδοση ψηφιακών πιστοποιητικών. Στους φορείς, οι οποίοι δεν έχουν δική τους Υποκείμενη Αρχή Πιστοποίησης και εξυπηρετούνται από την Υποκείμενη Αρχή Πιστοποίησης του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, οι οργανικές μονάδες που θα λειτουργήσουν ως γραφεία υποδοχής (Εντεταλμένα Γραφεία) αιτήσεων των υπαλλήλων τους για την έκδοση ψηφιακών πιστοποιητικών καθορίζονται με απόφαση του οικείου Υπουργού.
Με απόφαση των οικείων Νομαρχών και Δημάρχων ορίζονται οι οργανικές μονάδες που θα λειτουργήσουν ως γραφεία υποδοχής αιτήσεων υπαλλήλων (Εντεταλμένα Γραφεία) στις Νομαρχίες και τους Δήμους για την έκδοση ψηφιακών πιστοποιητικών, ύστερα από πρόταση της Υπηρεσίας Ανάπτυξης Πληροφορικής του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.
Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης μπορεί να ορίζονται τα Κ.Ε.Π., όλα ή ορισμένα, ως γραφεία υποδοχής (Εντεταλμένα Γραφεία) αιτήσεων υπαλλήλων του δημόσιου τομέα για την έκδοση ψηφιακών πιστοποιητικών.»
Αρθρο 26
Ρύθμιση θεμάτων Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης.
Το πρώτο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 1 του ν. 3074/ 2002 (ΦΕΚ 296 Α’), όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 26 του ν. 3200/2003 και την παρ. 5 του άρθρου 14 του ν. 3345/2005 (ΦΕΚ 138 Α’), αντικαθίσταται ως εξής:
«Η στελέχωση της Γραμματείας και της Διεύθυνσης Επεξεργασίας Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης του Γραφείου του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης γίνεται με απόσπαση είκοσι, κατ’ ανώτατο όριο, μόνιμων ή με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπαλλήλων από τους φορείς της περίπτωσης δ’ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 3074/2002, συμπεριλαμβανομένων και δύο, κατ’ ανώτατο όριο, υπαλλήλων των δικαστηρίων και των εισαγγελιών.»
Αρθρο 27
Ρυθμίσεις θεμάτων πολιτικής προστασίας.
1. Στο τέλος της περίπτ. γ’ της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 3013/2002 (ΦΕΚ 102 Α’) προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
«Ο ανωτέρω συντονισμός περιλαμβάνει και τις περιπτώσεις εκδήλωσης δράσης για την αντιμετώπιση των κάθε μορφής καταστροφών κατά την εκδήλωση του φαινομένου από τις κάθε είδους εμπλεκόμενες δυνάμεις πυρόσβεσης και διάσωσης.»
2. Στην περίπτ. θ’ της παρ. 4 του άρθρου 6 του ν. 3013/ 2002 προστίθεται εδάφιο τελευταίο ως ακολούθως:
«Το αίτημα των κρατικών υπηρεσιών της περίπτ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 3 του παρόντος για συνδρομή άλλων Αρχών, Υπηρεσιών και Φορέων της ημεδαπής ή της αλλοδαπής με σκοπό την αντιμετώπιση κάθε μορφής καταστροφών υποβάλλεται αποκλειστικά μέσω της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας.»
3. Στο άρθρο 14 του ν. 3013/2002 προστίθεται παράγραφος 6 ως ακολούθως:
«6. Στις εθελοντικές οργανώσεις και στους ειδικευμένους εθελοντές του παρόντος περιλαμβάνονται και όσοι δραστηριοποιούνται στο πλαίσιο της αποστολής του Πυροσβεστικού Σώματος, με εξαίρεση εκείνους που υπάγονται στη ρύθμιση του ν. 1951/1991 (ΦΕΚ 84 Α’).»
Αρθρο 28
Θέματα μερικής απασχόλησης.
1. Η παρ. 3α του άρθρου 1 του ν. 3250/2004 (ΦΕΚ 124 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:
«3α. Για την παροχή υπηρεσιών με καθεστώς μερικής απασχόλησης, οι φορείς της παραγράφου 1 καταρτίζουν αντίστοιχο επιχειρησιακό σχέδιο, το οποίο εγκρίνεται από την Επιτροπή του άρθρου 5. Νέο επιχειρησιακό σχέδιο από τους ίδιους φορείς υποβάλλεται πέντε μήνες πριν από τη λήξη των σχετικών συμβάσεων του επιχειρησιακού σχεδίου που έχει εγκριθεί και είναι σε ισχύ.»
2. Στο άρθρο 1 του ν. 3250/2004 προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:
«4. Εγκρίσεις της Επιτροπής του άρθρου 5 που χορηγήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις των νόμων 3250/ 2004 και 3448/2006 ή που θα χορηγηθούν μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος, εφόσον δεν δημοσιοποιηθούν οι σχετικές προκηρύξεις πρόσληψης εντός εξαμήνου από την ημερομηνία χορήγησης των εγκρίσεων, παύουν να ισχύουν.»
3. Η παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3250/2004 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ως υπηρεσίες κοινωνικού χαρακτήρα θεωρούνται εκείνες που αναφέρονται, ιδίως, στην κατ’ οίκον κοινωνική μέριμνα και φροντίδα, στη φύλαξη σχολικών κτιρίων, στην οδική ασφάλεια των μαθητών, στην κοινωνική ενσωμάτωση των μεταναστών, στις έκτακτες ανάγκες πολιτικής προστασίας, στις πολιτιστικές εκδηλώσεις, στην αντιμετώπιση ειδικών περιβαλλοντικών αναγκών, στην ενημέρωση και πληροφόρηση πολιτών, σε προγράμματα κοινωνικού χαρακτήρα που χρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ενωση, καθώς και οι υπηρεσίες που παρέχονται σε φορείς αρμόδιους για την απασχόληση και την ανεργία.»
4. Το άρθρο 4 του ν. 3250/2004, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Αρθρο 4
Κοινωνικές ομάδες για την επιλογή υποψηφίων
1. Το προσωπικό που επιλέγεται για την παροχή υπηρεσιών μερικής απασχόλησης προέρχεται από τις ακόλουθες κοινωνικές ομάδες:
α) Ανεργοι, άνω των τριάντα ετών, εγγεγραμμένοι στα μητρώα του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.), σε ποσοστό τριάντα τοις εκατό.
β) Ανεργοι, εγγεγραμμένοι στον Ο.Α.Ε.Δ., που βρίσκονται στην τελευταία πενταετία πριν από τη συνταξιοδότηση τους, σε ποσοστό είκοσι τοις εκατό.
γ) Ανεργοι, μέχρι τριάντα ετών, εγγεγραμμένοι στον Ο.Α.Ε.Δ., σε ποσοστό είκοσι τοις εκατό.
δ) Μητέρες ανηλίκων, σε ποσοστό δέκα τοις εκατό.
ε) Ατομα με ποσοστό αναπηρίας πενήντα τοις εκατό και άνω, σε ποσοστό δέκα τοις εκατό.
στ) Πολύτεκνοι και τέκνα πολυτέκνων, καθώς και γονείς οικογενειών με τρία παιδιά και τέκνα αυτών, σε ποσοστό δέκα τοις εκατό.
2. Αυτοτελή κοινωνική ομάδα αποτελούν άτομα που καθίστανται άνεργα κατόπιν είτε ομαδικών απολύσεων είτε παύσης λειτουργίας των επιχειρήσεων όπου εργάζονταν. Για την κατηγορία αυτή καταρτίζονται ειδικά επιχειρησιακά σχέδια από τους φορείς της παρ.1 του άρθρου 1 του παρόντος, εφόσον πρόκειται για άτομα που διαβιούν στην περιοχή της αντίστοιχης χωρικής τους αρμοδιότητας.
Τα ειδικά αυτά επιχειρησιακά σχέδια καλύπτουν κατ’ εξαίρεση οποιαδήποτε λειτουργική ανάγκη των φορέων του άρθρου 1 του παρόντος.
3. Για τις κοινωνικές ομάδες α’- στ’ της παραγράφου 1 του παρόντος προτάσσονται οι υποψήφιοι που είναι δημότες και κάτοικοι της αντίστοιχης χωρικής αρμοδιότητας του φορέα για τον οποίο προκηρύσσονται οι θέσεις. Ομοίως, για τις κοινωνικές ομάδες α’, β’ και γ’ της παραγράφου 1 ποσοστό εξήντα τοις εκατό καλύπτεται από γυναίκες, εφόσον υπάρχει αντίστοιχος αριθμός σχετικών αιτήσεων. Για τις κοινωνικές ομάδες α’-στ’ της παρ. 1 επιλέγονται σε ποσοστό μέχρι πενήντα τοις εκατό του συνόλου αυτών που θα προσληφθούν, σε κάθε κοινωνική ομάδα, όσοι έχουν απασχοληθεί για χρόνο μεγαλύτερο του έτους σε προγράμματα και δράσεις υπηρεσιών κοινωνικού χαρακτήρα, αντίστοιχα προς εκείνα που προβλέπονται στο άρθρο 3.
4. Με την επιφύλαξη της προηγούμενης παραγράφου, τα κριτήρια επιλογής για κάθε κοινωνική ομάδα διαμορφώνονται ως ακολούθως:
α) Για την πρώτη και τρίτη ομάδα προτιμώνται υποψήφιοι με τη μεγαλύτερη συνεχόμενη χρονική διάρκεια, που είναι εγγεγραμμένοι ως άνεργοι.
β) Για τη δεύτερη ομάδα προτιμώνται οι υποψήφιοι με το μικρότερο χρόνο που υπολείπεται για τη συνταξιοδότηση τους.
γ) Για την τέταρτη ομάδα προτιμώνται μητέρες με τα περισσότερα τέκνα.
δ) Για την πέμπτη ομάδα προτιμώνται υποψήφιοι με το μεγαλύτερο ποσοστό αναπηρίας, το οποίο, πάντως, θα πρέπει να επιτρέπει στον υποψήφιο να ασκεί τα καθήκοντα για τα οποία προσλαμβάνεται.
ε) Για την έκτη ομάδα προτιμώνται υποψήφιοι με τα περισσότερα τέκνα.
Σε κάθε περίπτωση, για την ίδια ομάδα δεν είναι δυνατόν να απασχοληθούν στον ίδιο φορέα περισσότερα του ενός άτομα της ίδιας οικογένειας είτε πρόκειται περί γονέων είτε πρόκειται περί τέκνων.
Εάν οι θέσεις δεν καλύπτονται από τους δημότες και μόνιμους κατοίκους, συμπληρώνονται από τους λοιπούς υποψηφίους με τα κριτήρια των περιπτώσεων α’ – ε’.
Εάν δεν συμπληρώνεται το ποσοστό που προβλέπεται για καθεμιά από τις κοινωνικές ομάδες της προηγούμενης παραγράφου, προσαυξάνεται αντιστοίχως το ποσοστό της επόμενης.
5. Για τους ανέργους της παραγράφου 2, κριτήρια προτίμησης είναι, με τη σειρά που αναφέρονται, ο χρόνος που έχουν διανύσει ως άνεργοι, ο υπολειπόμενος χρόνος για τη συνταξιοδότηση τους, το οικογενειακό τους εισόδημα, καθώς και ο αριθμός των προστατευόμενων τέκνων.
6. α. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας επιτρέπεται να μεταβάλλεται η σειρά των κατηγοριών και να αυξάνονται ή να μειώνονται τα ποσοστά των παραγράφων 1 και 2 ανάλογα με τις ιδιαίτερες ανάγκες παροχής υπηρεσιών, όπως αυτές διαμορφώνονται κάθε φορά.
β. Με όμοια απόφαση μπορεί να ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικό με τα κριτήρια επιλογής των υποψηφίων και με τα ειδικότερα προσόντα από πλευράς αναγκαίων τίτλων σπουδών.
γ. Στο προσωπικό που προσλαμβάνεται για την παροχή υπηρεσιών μερικής απασχόλησης σε Ο.Τ.Α. πρώτου βαθμού είτε αυτό αμείβεται κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν. 3205/2003 είτε σύμφωνα με σχετικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, δεν καταβάλλονται τα κατ’ αποκοπήν έξοδα κίνησης, όπως αυτά ορίζονται στην υπ’ αριθμ. 2/50025/0022/2006 (ΦΕΚ 1489 Β’) κοινή απόφαση των Υφυπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, όπως κάθε φορά ισχύει.»
Αρθρο 29
Συμπλήρωση του άρθρου 8 του ν. 3469/2006.
Στην παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 3469/2006 (ΦΕΚ 131 Α’) προστίθενται περιπτώσεις ι’ και ια’ ως εξής:
«ι) οι πράξεις ορισμού μελών υπηρεσιακών συμβουλίων, πειθαρχικών συμβουλίων, τεχνικών συμβουλίων και υγειονομικών επιτροπών, ια) οι πράξεις ορισμού μελών ομάδων εργασίας της περίπτωσης δ’ της παραγράφου 6 του άρθρου 7 του παρόντος νόμου, οι οποίες δεν επιβαρύνουν τον Κρατικό Προϋπολογισμό ή τον προϋπολογισμό φορέων που επιχορηγούνται από αυτόν.»
Αρθρο 30
Στερεά απόβλητα.
1. α) Τροποποιείται η παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 1650/1986 (ΦΕΚ 160 Α’) ως προς τον ορισμό των αρμόδιων φορέων για τη διαχείριση των στερεών αποβλήτων και των ανάλογων αρμοδιοτήτων των Ο.Τ.Α. (παρ. 3 και 4). Η προσωρινή αποθήκευση, μεταφόρτωση, επεξεργασία, αξιοποίηση και διάθεση των στερεών αποβλήτων σε κάθε Περιφέρεια της χώρας διενεργείται με ευθύνη των Φορέων Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΦΟΔΣΑ), που προβλέπονται στο άρθρο 7 παρ. 2 της κ.υ.α. 50910/2727/ 2003 (ΦΕΚ 1909 Β 722.12.2003), οι οποίοι αντιστοιχούν στις διαχειριστικές ενότητες κάθε Περιφέρειας και οι οποίοι οργανώνονται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις επόμενες παραγράφους.
β) Οι ΦΟΔΣΑ είναι δυνατόν να συνιστώνται από Ο.Τ.Α. που ανήκουν σε περισσότερες της μίας διαχειριστικές ενότητες και να έχουν την ευθύνη για την υλοποίηση των ανωτέρω ενεργειών στο γεωγραφικό χώρο που αντιστοιχεί σε αυτές.
2. Οι Ο.Τ.Α. που ανήκουν σε κάθε διαχειριστική ενότητα και οι οποίοι δεν έχουν μέχρι την ισχύ του παρόντος συστήσει ΦΟΔΣΑ υποχρεούνται εντός προθεσμίας που καθορίζεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας να προβούν στη σύσταση συνδέσμου ή ανώνυμης εταιρίας Ο.Τ.Α., με σκοπό την άσκηση των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 7 παρ. 2 της κ.υ.α. 50910/2727/16.12.2003 (ΦΕΚ 1909 Β’/22.12.2003) ή είναι συναφείς με αυτές.
3. α) Ο σύνδεσμος της προηγούμενης παραγράφου συνιστάται και λειτουργεί σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006 (ΦΕΚ 114 Α’).
β) Η ανώνυμη εταιρία της προηγούμενης παραγράφου συνιστάται και λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 265 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006. Κατ’ εξαίρεση και για την αποτελεσματικότερη εκπλήρωση των σκοπών της, η εταιρία αυτή είναι δυνατόν να συμμετέχει, ως κύριο συμβαλλόμενο μέρος, στις προγραμματικές συμβάσεις που προβλέπει το άρθρο 225 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006.
γ) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Εργων και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ρυθμίζονται τα θέματα άσκησης τιμολογιακής πολιτικής σχετικά με την κοστολόγηση των προσφερόμενων υπηρεσιών και την είσπραξη των ανταποδοτικών τελών από τους εξυπηρετούμενους δημότες και περιγράφονται οι προσφερόμενες υπηρεσίες.
4. Σε περίπτωση που οι Ο.Τ.Α. διαχειριστικής ενότητας δεν προβούν στη σύσταση του συνδέσμου ή της ανώνυμης εταιρίας, εντός της προθεσμίας της παραγράφου 2 του παρόντος, τότε με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας συνιστάται αναγκαστικός σύνδεσμος, στον οποίο συμμετέχουν υποχρεωτικά όλοι οι Ο.Τ.Α. που ανήκουν στην οικεία διαχειριστική ενότητα, με σκοπό την άσκηση των δραστηριοτήτων που αναφέρονται ανωτέρω. Ο σύνδεσμος αυτός λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 245 έως 249 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006.
5. Αν η λειτουργία των νομικών προσώπων των προηγούμενων παραγράφων είναι σε τέτοιο βαθμό πλημμελής ή ανεπαρκής, ούτως ώστε να τίθεται εξ αυτού του λόγου σε προφανή και σοβαρό κίνδυνο ή η δημόσια υγεία ή το γενικότερο δημόσιο συμφέρον, ο Γενικός Γραμματέας της οικείας Περιφέρειας, με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση του και μετά από εισήγηση του προϊσταμένου της Τεχνικής Υπηρεσίας, είναι δυνατόν να αναθέσει την υλοποίηση των δραστηριοτήτων τους, για το εκάστοτε επιβαλλόμενο χρονικό διάστημα, στις αρμόδιες υπηρεσίες αυτής ή σε άλλο νομικό πρόσωπο.
6. Υφιστάμενες επιχειρήσεις των Ο.Τ.Α. που έχουν συσταθεί βάσει των διατάξεων του π.δ. 410/1995 (ΦΕΚ 231 Α’), με όμοιο προς τα ανωτέρω αντικείμενο δραστηριότητας, μετατρέπονται εντός τριετίας από την έναρξη ισχύος του παρόντος σε ανώνυμες εταιρίες της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, εφαρμοζομένων στην περίπτωση αυτή αναλόγως των ρυθμίσεων του άρθρου 269 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006.
7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ρυθμίζονται ειδικότερα ζητήματα ή θέματα με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό, αναφορικά με τη λειτουργία και την άσκηση των δραστηριοτήτων των νομικών προσώπων του παρόντος άρθρου σε σχέση με τη διαχείριση και τις μεθόδους διαχείρισης στερεών αποβλήτων.
Αρθρο 31
Ρυθμίσεις θεμάτων Ε.Σ.Τ.Α.
Οι απόφοιτοι της Α’ Εκπαιδευτικής Σειράς του Τμήματος Πολιτικής Προστασίας της Εθνικής Σχολής Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ε.Σ.Τ.Α.) του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Κ.Δ.Δ.Α.) διορίζονται σε υπηρεσίες του Δημοσίου και σε οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) α’ και β’ βαθμού που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, ύστερα από γνώμη της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας.
Αρθρο 32
Αιτήσεις μέσω τηλεφώνου και διαδικτύου.
1. Επιτρέπεται η υποβολή αιτήσεων μέσω του τηλεφωνικού κέντρου (call center) ή των δικτυακών τόπων του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, για τη διεκπεραίωση διοικητικών διαδικασιών μέσω των Κ.Ε.Π. ή άλλων δημόσιων φορέων, εφόσον τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για αυτές μπορούν να αναζητούνται από τα Κ.Ε.Π. ή αυτεπαγγέλτως από τους δημόσιους φορείς που έχουν την αρμοδιότητα να τα εκδώσουν.
2. Η ταυτοποίηση των χρηστών (αιτούντων) γίνεται είτε με χρήση προηγμένης ηλεκτρονικής υπογραφής είτε με χρήση προσωπικού κωδικού αναγνώρισης ο οποίος έχει αποδοθεί στο αιτούντα με ασφαλή τρόπο είτε κατά τη διαδικασία παραλαβής. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης ή με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού, όπου απαιτείται, ρυθμίζεται η κατά τον ανωτέρω τρόπο διαδικασία υποβολής των αιτήσεων, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.
3. Οι διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 2539/1997 (ΦΕΚ 244 Α’) για υποβολή τηλεφωνικών αιτήσεων δεν θίγονται.
Αρθρο 33
Ίδρυση Κ.Ε.Π. στο Υπουργείο Εθνικής Αμυνας.
Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 3013/2002 (ΦΕΚ 102 Α’), όπως ισχύει, προστίθενται εδάφια, τα οποία έχουν ως ακολούθως:
«Ιδρύεται Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολιτών στο Υπουργείο Εθνικής Αμυνας. Η αποστολή και οι αρμοδιότητες του είναι η παροχή διοικητικών πληροφοριών και η διεκπεραίωση υποθέσεων πολιτών από την υποβολή της αίτησης μέχρι την έκδοση της τελικής πράξης, όπως αυτές καθορίζονται από τις κείμενες διατάξεις. Κατά το διάστημα της πιλοτικής λειτουργίας του Κ.Ε.Π., όπως αυτό προβλέπεται από τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 3260/2004, η δαπάνη που θα προκληθεί θα βαρύνει τον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και στη συνέχεια η δαπάνη θα βαρύνει τις πιστώσεις του Υπουργείου Εθνικής Αμυνας. Οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 24 του ν. 3200/2003 και του άρθρου 2 του ν. 3320/ 2005, έχουν ανάλογη εφαρμογή και στην περίπτωση του Κέντρου Εξυπηρέτησης Πολιτών του Υπουργείου Εθνικής Αμυνας.»
Αρθρο 34
Σύσταση θέσης Αναπληρωτή Γενικού Γραμματέα.
Συνιστάται στη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης θέση Αναπληρωτή Γενικού Γραμματέα με βαθμό 1ο της κατηγορίας Ειδικών θέσεων και έδρα τη Θεσσαλονίκη. Ο Αναπληρωτής Γενικός Γραμματέας διορίζεται με κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Μακεδονίας – Θράκης, ύστερα από γνώμη του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας. Οι διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά και ρυθμίζουν θέματα σχετικά με τις αρμοδιότητες των γενικών γραμματέων που προΐστανται γενικών γραμματειών υπουργείων, την οργάνωση και στελέχωση των γραφείων τους και οι ειδικές διατάξεις που αφορούν τον Γενικό Γραμματέα, προϊστάμενο της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας εφαρμόζονται ανάλογα και για τον Αναπληρωτή Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας.
Αρθρο 35
Καταργούμενες διατάξεις.
Από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη, που αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος ή ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα που αποτελούν αντικείμενο αυτού.
Αρθρο 36
1. Για την αρωγή στο έργο της θρησκευτικής και πνευματικής καλλιέργειας των μουσουλμάνων της Θράκης, συνιστώνται στις Μουφτείες διακόσιες σαράντα (240) θέσεις ιεροδιδασκάλων ισλαμικής θρησκείας, οι οποίες θα καλυφθούν κατά προτίμηση από μονίμους κατοίκους Θράκης, μουσουλμάνους κατά το θρήσκευμα. Το έργο των ιεροδιδασκάλων είναι να κηρύττουν το Κοράνιο στα τζαμιά της Θράκης.
Η κατανομή των θέσεων έχει ως εξής:
– Μουφτεία Ξάνθης: Εκατό (100)
– Μουφτεία Κομοτηνής: Εκατό (100)
– Μουφτεία Διδυμότειχου: Σαράντα (40).
2. Πτυχιούχοι τμημάτων θεολογικών ισλαμικών σπουδών του εσωτερικού ή αναγνωρισμένων πανεπιστημίων του εξωτερικού θα καταλαμβάνουν σαράντα (40) από τις θέσεις αυτές. Απόφοιτοι ιεροσπουδαστηρίων ή απόφοιτοι Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, οι οποίοι έχουν αποδεδειγμένη γνώση της διδασκαλίας του Κορανίου καταλαμβάνουν τις υπόλοιπες θέσεις.
3. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, μετά από γνώμη της Επιτροπής του άρθρου 3 και του οικείου Μουφτή, κατανέμονται κατά Μουφτεία οι θέσεις των ανωτέρω κατηγοριών ιεροδιδασκάλων.
Αρθρο 37
Οι ιεροδιδάσκαλοι προσλαμβάνονται με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, διάρκειας εννέα (9) μηνών, από 1ης Σεπτεμβρίου κάθε έτους μέχρι 31 Μαΐου του επόμενου έτους. Η σύμβαση υπογράφεται από τον οικείο Μουφτή.
Οι ιεροδιδάσκαλοι θα ασφαλίζονται υποχρεωτικά στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ..
Το ύψος των αποδοχών τους καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Η σχετική δαπάνη βαρύνει τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
Τα ειδικότερα προσόντα των κατηγοριών ιεροδιδασκάλων, τα κριτήρια επιλογής κάθε κατηγορίας, καθώς και η διαδικασία προσλήψεως των ιεροδιδασκάλων με δημόσια προκήρυξη καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων προσλήψεως προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στο Δημόσιο.
Αρθρο 38
Η επιλογή των ιεροδιδασκάλων γίνεται από πενταμελή Επιτροπή, η οποία αποτελείται από εκπροσώπους των Υπουργείων Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εξωτερικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και δύο (2) μέλη ΔΕΠ Ελληνικών Πανεπιστημίων, ειδικών σε θέματα της ισλαμικής θρησκείας, μετά από γνώμη του οικείου Μουφτή. Τα μέλη της Επιτροπής διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
Αρθρο 39
Κατά την πρώτη εφαρμογή του νόμου αυτού και πάντως όχι πέραν της πρώτης πενταετίας, είναι δυνατόν να προσληφθούν σε θέσεις ιεροδιδασκάλων και απόφοιτοι των ιεροσπουδαστηρίων Εχίνου και Κομοτηνής ως και απόφοιτοι σχολείων πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, εφόσον αποδεδειγμένα έχουν γνώση της διδασκαλίας του Κορανίου.
Για την επιλογή των καταλληλότερων στις θέσεις αυτές, ανεξαρτήτως γραμματικών γνώσεων, η επιτροπή του άρθρου 3 προκειμένου να αποφασίσει σχηματίζει συνολική εικόνα για την ικανότητα των υποψηφίων, συνεκτιμώντας το ήθος, τη δραστηριότητα και την όλη προσωπικότητα τους, όπως επίσης και την προηγουμένη σταδιοδρομία τους ως ιεροδιδασκάλων.
Αρθρο 40
Συνιστώνται στις Μουφτείες της Θράκης δέκα (10) νέες οργανικές θέσεις διοικητικών υπαλλήλων. Απόφοιτοι δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης θα καταλαμβάνουν τις τρεις (3) θέσεις και πτυχιούχοι πανεπιστημιακών τμημάτων θα καταλαμβάνουν τις υπόλοιπες επτά (7) θέσεις.
Οι θέσεις αυτές θα κατανέμονται ως εξής:
– Μουφτεία Ξάνθης: μία (1) θέση για απόφοιτο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και τρεις (3) θέσεις για πτυχιούχο πανεπιστημίου.
– Μουφτεία Κομοτηνής: μία (1) θέση για απόφοιτο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και τρεις (3) θέσεις για πτυχιούχο πανεπιστημίου.
– Μουφτεία Διδυμότειχου: μία (1) θέση για απόφοιτο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και μία (1) θέση για πτυχιούχο πανεπιστημίου.
Τα προσόντα των ανωτέρω υπαλλήλων θα καθοριστούν με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
Αρθρο 41
Ρυθμίσεις για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών σε περίοδο ειρήνης.
1. Επίταξη προσωπικών υπηρεσιών και επίταξη ακινήτων και κινητών πραγμάτων, ως μέτρα πολιτικής κινητοποίησης για την αντιμετώπιση έκτακτης ανάγκης σε περίοδο ειρήνης επιτρέπονται κατά τους όρους και προϋποθέσεις των διατάξεων του άρθρου αυτού.
2. Έκτακτη ανάγκη σε περίοδο ειρήνης, που επιβάλλει την επίταξη προσωπικών υπηρεσιών, είναι κάθε αιφνίδια κατάσταση, η οποία απαιτεί τη λήψη άμεσων μέτρων προς αντιμετώπιση αμυντικών αναγκών της Χώρας ή επείγουσας κοινωνικής ανάγκης από κάθε μορφής απειλούμενη φυσική καταστροφή ή ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία. Εκτακτη ανάγκη σε περίοδο ειρήνης, που επιβάλλει την επίταξη ακινήτων και κινητών πραγμάτων, είναι κάθε άμεση κοινωνική ανάγκη που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη ή υγεία.
3. Με απόφαση του Πρωθυπουργού, ύστερα από εισήγηση του Υπουργού στην αρμοδιότητα του οποίου ανήκει η αντιμετώπιση της αιτίας που προκάλεσε την έκτακτη ανάγκη, κηρύσσεται γενική ή μερική πολιτική κινητοποίηση, κατά την έννοια των αντίστοιχων διατάξεων του ν.δ. 17/1974 (ΦΕΚ 236 Α’), για την αντιμετώπιση της.
4. Με την ίδια επίσης απόφαση του Πρωθυπουργού, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2, μπορεί να εξουσιοδοτούνται οι υπουργοί ή οι γενικοί γραμματείς περιφερειών ή οι νομάρχες να προβαίνουν, με απόφαση τους, σε επίταξη προσωπικών υπηρεσιών. Η επίταξη προσωπικών υπηρεσιών πραγματοποιείται με «Φύλλα Επίταξης Προσωπικών Υπηρεσιών» που εκδίδονται από τις οικείες αστυνομικές, λιμενικές ή και πυροσβεστικές αρχές και επιδίδονται από όργανα τους και όργανα της δημοτικής αστυνομίας, καθώς και από υπαλλήλους του Δημοσίου και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Από την επίταξη των προσωπικών υπηρεσιών απαλλάσσονται πρόσωπα που έχουν σωματική ή πνευματική αναπηρία ή άλλους λόγους υγείας, εφόσον αυτοί πιστοποιούνται με σχετική γνωμάτευση κλινικής δημόσιου νοσοκομείου.
5. Με την ίδια απόφαση του Πρωθυπουργού, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2, μπορεί να εξουσιοδοτείται ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών και ο κατά περίπτωση αρμόδιος Υπουργός να προβαίνουν, με κοινή απόφαση τους, σε επίταξη ακινήτων, μη αναλώσιμων κινητών, καθώς και βιομηχανικών και εμπορικών επιχειρήσεων μαζί με τις εγκαταστάσεις τους. Η επίταξη αναλώσιμων κινητών επιτρέπεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις που αιτιολογούνται ειδικά. Σε κατεπείγουσες περιπτώσεις, για την έκδοση της απόφασης επίταξης ακινήτων και κινητών πραγμάτων μπορεί να εξουσιοδοτείται ο οικείος Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας ή ο οικείος Νομάρχης. Η επίταξη ακινήτων και κινητών πραγματοποιείται με «Φύλλα Επίταξης» κατ’ ανάλογη εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου.
6. Όποιος καλείται να προσφέρει τις υπηρεσίες του ή ακίνητο ή κινητό πράγμα κατά τις διατάξεις του άρθρου αυτού και είτε αρνείται να παραλάβει το σχετικό φύλλο επίταξης είτε αρνείται ή παραλείπει να εκτελέσει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την επίταξη, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών.
7. Οι διατάξεις ιδίως των άρθρων 2 παρ. 5, 18, 19, 22 και 23 του ν.δ. 17/1974 δεν εφαρμόζονται εφεξής για την αντιμετώπιση έκτακτης ανάγκης σε καιρό ειρήνης, εφόσον έρχονται σε αντίθεση προς τις διατάξεις αυτού του άρθρου. Επίσης δεν εφαρμόζεται και κάθε άλλη διάταξη που είναι αντίθετη προς τις διατάξεις αυτού του άρθρου.
Αρθρο 42
Χαρακτηρισμός του Νομού Πέλλας ως παραμεθόριας περιοχής.
1. Η παρ. 4 του άρθρου 18 του ν. 2503/1997 (ΦΕΚ 107 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Οι διατάξεις της παρ. 22 του άρθρου 9 του ν. 2266/ 1994 (ΦΕΚ 218 Α’) για μετατάξεις έχουν επίσης εφαρμογή για το Νομό Πέλλας, το Νομό Κυκλάδων, καθώς και για όλα τα νησιωτικά επαρχεία της Χώρας.»
2. Οι διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου 67 του ν. 2683/ 1999 (ΦΕΚ 19 Α’) έχουν επίσης εφαρμογή για το Νομό Πέλλας.
3. Η περίπτωση ιδ’ της παρ. 8 του άρθρου 17 του ν. 2190/1994, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«ιδ. Κατά είκοσι (20) μονάδες για τους δημότες των Νομών Ξάνθης, Ροδόπης, Εβρου, Δράμας, Καστοριάς, Φλώρινας, Γρεβενών, Ευρυτανίας και Πέλλας ή των νησιών του Αιγαίου, πλην της Κρήτης, ή των νησιών Κυθήρων, Αντικυθήρων, Ιθάκης, Παξών, Οθωνών, Ερείκουσας και Μαθρακίου ή παραμεθόριων περιοχών των Νομών Θεσπρωτίας, Ιωαννίνων, Κιλκίς και Σερρών, όπως οι περιοχές αυτές καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, οι οποίοι δεσμεύονται να υπηρετήσουν επί μία τουλάχιστον δεκαετία σε θέσεις υπηρεσιών του Δημοσίου ή των νομικών προσώπων της παρ. 1 του άρθρου 14 του παρόντος ή της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 2527/1997, οι οποίες προκηρύσσονται, στον αντίστοιχο νομό ή νησί ή παραμεθόρια περιοχή.»
Αρθρο 43
Έναρξη ισχύος.
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με εξαίρεση τα άρθρα 5 και 7, η ισχύς των οποίων αρχίζει από 1.1.2008.