Ο Κλάους Νιλ εργάζεται στη Διακονία της Ευαγγελικής Εκκλησίας του Ντίσελντορφ. Η θέση που έχει δεν είναι σαν όλες τις άλλες. Είναι υπεύθυνος ενός νέου πιλοτικού προγράμματος που έχει ως στόχο τη φιλοξενία και φροντίδα ανθρώπων που πάσχουν από γεροντική άνοια από οικογένειες που τους δέχονται στο σπίτι τους.
Ο Κλάους Νιλ επισκέπτεται τις υποψήφιες οικογένειες και μετά από σύντομη συζήτηση μαζί τους αποφασίζει αν είναι κατάλληλες να αναλάβουν τη φροντίδα των συνανθρώπων τους που έχουν ανάγκη. Πρόσφατα επισκέφθηκε, έτσι, το σπίτι μίας 47χρονης νοσοκόμας, με μεγάλη πείρα στην φροντίδα ηλικιωμένων, η οποία ήθελε να λάβει μέρος στο πρόγραμμα αυτό. Η ίδια φρόντιζε ήδη μία ηλικιωμένη ασθενή 81 χρονών, ενώ στο σπίτι υπήρχε ένα ισορροπημένο, ήρεμο περιβάλλον με ανθρώπους διαφόρων ηλικιών. Για τον Κλάους Νιλ η συγκεκριμένη κυρία διαθέτει το κατάλληλο «προφίλ».
Ένα κανονικό σπίτι: Σήμερα στη Γερμανία περίπου 1,4 εκατομ. άνθρωποι έχουν άνοια. Σύμφωνα με υπολογισμούς ο αριθμός αυτός αναμένεται να αγγίξει τα 2,2 εκατομμύρια το 2030. Για τα ασφαλιστικά ταμεία το κρίσιμο ερώτημα είναι ποιος θα αναλάβει την περίθαλψη όλων αυτών των ατόμων και πού: σε γηροκομεία ή στο σπίτι; Τα δύο τρίτα των ανθρώπων στη Γερμανία που έχουν στο στενό οικογενειακό τους περιβάλλον άτομα με άνοια προτιμούν να αναλάβουν οι ίδιοι τη φροντίδα τους στο σπίτι.
Πολλοί όμως ασθενείς δεν έχουν οικογένεια, ή τα μέλη της οικογένειάς τους δεν είναι σε θέση να αναλάβουν τη φροντίδα τους. Στόχος της Διακονίας είναι να δώσει στους ασθενείς που δεν έχουν άτομα εμπιστοσύνης τη δυνατότητα να αναλάβει την επιμέλειά τους μια άλλη οικογένεια, εθελοντικά και χωρίς ιδιοτέλεια. Στο πλαίσιο αυτό, για την επιλογή των εθελοντών εξετάζονται ακόμη και οι συνθήκες διαβίωσης στο εκάστοτε σπίτι, όπως για παράδειγμα αν υπάρχει επαρκής χώρος για τον φιλοξενούμενο. Σημασία δίνεται στους κοινόχρηστους χώρους, όπως το σαλόνι, αλλά και στην πρόσβαση στο μπάνιο. Στόχος του προγράμματος είναι ο ασθενής να ενταχθεί σε ένα άνετο περιβάλλον που θα συμβάλει στην ανάρρωσή του, χωρίς να αποτελεί εμπόδιο για την καθημερινότητα της υπόλοιπης οικογένειας.
Βασική εκπαίδευση και διαρκής έλεγχος: Η εμπειρία στην περίθαλψη ατόμων με άνοια δεν είναι προαπαιτούμενο, αλλά πλεονέκτημα. Σε κάθε περίπτωση οι οικογένειες που επιλέγονται ακολουθούν ένα υποχρεωτικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα δύο εβδομάδων. Σύμφωνα με την κοινωνική λειτουργό και συντονίστρια του προγράμματος Γιούλια Ρίτσαρντζ, στόχος είναι να διασφαλιστεί ότι οι εθελοντές έχουν πλήρη εικόνα των ιδιαίτερων αναγκών των ατόμων με άνοια αλλά και της ενδεδειγμένης φροντίδας. Με το πέρας της θεωρητικής και πρακτικής κατάρτισης, συνεχίζεται η εποπτεία της φροντίδας στην πράξη. Παράλληλα το συνολικό πρότζεκτ τελεί υπό την επιστημονική εποπτεία του Πανεπιστημίου του Bίτεν-Xέρντεκε, το οποίο είναι υπεύθυνο για την αξιολόγηση και το διαρκή έλεγχο ποιότητας της περίθαλψης.
Τι είναι όμως αυτό που οδηγεί τους εθελοντές να συμμετάσχουν σε αυτό το πρόγραμμα; Ο Κλάους Νιλ πιστεύει πως το βασικότερο κίνητρο τους είναι «ότι θέλουν να κάνουν κάτι ουσιαστικό». Το έργο χρηματοδοτείται από το υπουργείο Υγείας και τα Ταμεία Πρόνοιας της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας. Κάθε οικογένεια υποδοχής λαμβάνει γύρω στα 1000 € για ενοίκιο και έξοδα περίθαλψης. Ας σημειωθεί ότι το μοντέλο της «υποβοηθούμενης διαβίωσης σε οικογένειες φιλοξενίας» δεν είναι κάτι νέο στη Γερμανία. Ήδη από τη δεκαετία του 1980 άτομα με ειδικές ανάγκες ή με ψυχικές διαταραχές μπορούσαν επίσης να φιλοξενηθούν από οικογένειες. Ωστόσο παρά τις αγαθές προθέσεις, δεν είναι λίγοι αυτοί που εκφράζουν δυσπιστία. Για παράδειγμα ο Χανς Γιούργκεν Φρέτερ από την Γερμανική Εταιρεία για το Αλτσχάιμερ παραμένει επιφυλακτικός, λέγοντας ότι: «σίγουρα για κάποιους είναι μία καλή ιδέα. Ωστόσο πιστεύω ότι σε γενικές γραμμές δεν μπορεί να απολέσει λύση για το μέλλον, τουλάχιστον όχι για όλους».
Vera Kern / Δήμητρα Κυρανούδη
Υπεύθ σύνταξης: Ειρήνη Αναστασοπούλου
dw.de 3-2-2014