ΟΙ ΠΡΟΩΡΕΣ συνταξιοδοτήσεις που ισχύουν για ορισμένα ταμεία, αλλά και οι προνομιακές παροχές θα βρεθούν στο στόχαστρο της επόμενης ασφαλιστικής μεταρρύθμισης, όποτε και αν αποτολμηθεί.
Τα πρώτα συμπεράσματα της έρευνας προκαλούν μελαγχολία για την εικόνα της Ελλάδας στις επόμενες δεκαετίες, όταν το ποσοστό των κατοίκων θα μειώνεται δραματικά και αντίστοιχα θα διογκώνονται δραματικά τα οικονομικά προβλήματα που θα δημιουργηθούν.
Η κυβέρνηση, παρά τις πιέσεις που δέχεται από διεθνείς και εγχώριους φορείς για το άνοιγμα του ασφαλιστικού και την έγκαιρη λήψη μέτρων, αποφεύγει οποιαδήποτε αναφορά, «εκτός και αν τεθεί ζήτημα από τους κοινωνικούς εταίρους».
Η διστακτικότητα της κυβέρνηση οφείλεται στο πολιτικό κόστος που συνεπάγονται αλλαγές στο ασφαλιστικό, αφού σε κάθε περίπτωση θα θιγούν κεκτημένα δικαιώματα. Υπενθυμίζεται ότι στο προεκλογικό πρόγραμμα της Ν.Δ. αναφέρεται ότι βάση των αλλαγών στο ασφαλιστικό σύστημα θα αποτελέσει ο νόμος Σιούφα του 1992, πλην όμως λόγω των αντιδράσεων η θέση μεταβλήθηκε και τίθεται πλέον ως προϋπόθεση η ανάληψη πρωτοβουλίας από τους κοινωνικούς εταίρους.
Παρ’ όλα αυτά, όμως, εξετάζονται μέτρα σχετικά ανώδυνα για το ευρύ κοινωνικό σύνολο, τα οποία όμως θα θίξουν κοινωνικές ομάδες που σήμερα ευνοούνται. Αλλωστε, διεθνείς οργανισμοί και η Τράπεζα της Ελλάδος χαρακτηρίζουν το ελληνικό συνταξιοδοτικό σύστημα γενναιόδωρο και δεν αναφέρονται βέβαια στην πλειοψηφία των συνταξιούχων, που «απολαμβάνουν» συντάξεις κάτω των 600 ευρώ, αλλά σε ειδικές προνομιακές κατηγορίες.
Τα συναρμόδια υπουργεία κωδικοποιούν τις αντοχές του ασφαλιστικού συστήματος, τις μελλοντικές επιπτώσεις της γήρανσης του πληθυσμού, αλλά και τις αλλαγές που θα μπορούσαν να δρομολογηθούν και οι οποίες θα προκαλέσουν τις λιγότερο δυνατές αντιδράσεις. Κοινή είναι η εκτίμηση, πάντως, ότι όσο χάνεται χρόνος και οδεύουμε προς την επόμενη εκλογική αναμέτρηση η προοπτική αναβολής των αλλαγών είναι ορατή.
Η βάση πλέον των αλλαγών δεν είναι η ασφαλιστική μεταρρύθμιση του 1992, αλλά η τελευταία του έτους 2002, επί της οποίας σχεδιάζονται παρεμβάσεις, μεταξύ των οποίων, σύμφωνα με πληροφορίες:
1. Γενική αρχή είναι ότι δεν τίθεται θέμα αύξησης ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, αύξησης εισφορών και μείωσης παροχών. Ομως η αρχή αυτή δεν ισχύει για όλους και συγκεκριμένα για κατηγορίες εργαζομένων που θεωρούνται «προνομιούχοι».
2. Το 65ο έτος ηλικίας θα παραμείνει η οροφή για τη συνταξιοδότηση και δεν θα αναπροσαρμοστεί.
3. Θα επανεξεταστούν όμως τα όρια ηλικίας των ασφαλισμένων που είναι χαμηλότερα του 65 έτους ηλικίας.
4. Καταργούνται οι πρόωρες συντάξεις, στις οποίες, όπως αποδεικνύει η διεθνής εμπειρία, η Ελλάδα κατέχει τα πρωτεία.
5. Δεν θα θιγούν σε αυτήν τη φάση οι μητέρες, σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα πρόωρης συνταξιοδότησης.
6. Επαναπροσδιορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις των ειδικών ταμείων στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, αλλά αγκάθι αποτελεί το επικουρικό των τραπεζών.
7. Ενοποιούνται ομοειδή ταμεία.
8. Δεν προβλέπεται αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών, οι οποίες αναλογικά είναι οι μεγαλύτερες στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Στο σύνολο των κρατικών εσόδων οι ασφαλιστικές εισφορές εκπροσωπούν το 39,5% των συνολικών φορολογικών εσόδων, ποσοστό που είναι το τρίτο υψηλότερο στην «παλαιά» E.E. των «15» έπειτα από εκείνα της Γερμανίας (44,4%) και της Γαλλίας (40,2%) και το πέμπτο υψηλότερο στην Ε.Ε. των «25», καθώς υψηλότερο είναι μόνο στην Tσεχία (41,6%) και στη Σλοβακία (39,8%). Ο κοινοτικός μέσος όρος είναι 34,5%, ενώ στη ζώνη του ευρώ βρίσκεται στο 38,2%. Σημειώνεται ότι το 2000 το αντίστοιχο ποσοστό της Ελλάδας ήταν στο 34%, θα βελτιώθηκε με την τελευταία ασφαλιστική μεταρρύθμιση.
9. Λαμβάνονται μέτρα για τον έλεγχο των δαπανών υγείας, τομέας στον οποίο υπάρχει τεράστια σπατάλη, αλλά φαινόμενα διαφθοράς σε βάρος των ταμείων. Στο πλαίσιο αυτό εξετάζονται δύο προτάσεις. Η πρώτη προβλέπει την καθιέρωση μαγνητικής κάρτας ασθένειας για τον έλεγχο των δαπανών, ενώ η δεύτερη προβλέπει αύξηση της εισφοράς υγείας, που είναι σήμερα στο 3%.
10. Η αναθεώρηση της λίστας με τα βαρέα και ανθυγιεινά που εκκρεμεί από την προηγούμενη κυβέρνηση. Η επιτροπή που είχε συγκροτηθεί για να μελετήσει το ισχύον καθεστώς και να προτείνει λύσεις δεν κατέληξε σε κανένα πόρισμα και τώρα το υπουργείο Απασχόλησης θα ορίσει νέα επιτροπή για να εξετάσει τα βαρέα και ανθυγιεινά και να υποβάλει τις προτάσεις της στην Εθνική Επιτροπή Κοινωνικής Ασφάλειας.
11. Για την αντιμετώπιση των οικονομικών ανοιγμάτων του Οργανισμού Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών εξετάζεται η επέκταση της διμερούς χρηματοδότησης για τους παλαιούς ασφαλισμένους ή η επιχορήγηση του οργανισμού στο πρότυπο του ΙΚΑ με 2,4% επί του ΑΕΠ.
Αρμόδιοι παράγοντες αναφέρουν ότι οι μελέτες που έχουν στα χέρια τους στελέχη της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων δείχνουν ότι το αναλογιστικό έλλειμμα του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης σε ορίζοντα 30ετίας εκτιμάται σε 265 δισ. ευρώ. Ενδεικτικά αναφέρουν ότι τα αναλογιστικά ελλείμματα ορισμένων ταμείων και συγκεκριμένα ΟΑΕΕ 28,6 δισ. ευρώ, ΕΤΕΑΚ 24,33 δισ. ευρώ, ΟΓΑ 10,22 δισ. ευρώ, ΤΕΑΥΕ 2,45 δισ. ευρώ, ΤΣΑΠ-ΑΤΕ 1,26 δισ. ευρώ και Εμπορικής Τράπεζας 11,2 δισ. ευρώ.
Ο εφιάλτης του δημογραφικού
Αφετηρία των πιέσεων για το άνοιγμα του ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού ζητήματος αποτελεί το δημογραφικό που αντιμετωπίζει η Ελλάδα και θα προσλάβει δραματικές διαστάσεις στα επόμενα χρόνια.
Τις εφιαλτικές διαστάσεις του δημογραφικού είχε παρουσιάσει με συνέντευξή του στη «Ν» ο γενικός γραμματέας της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, Μανώλης Κοντοπυράκης.
Τα πρώτα συμπεράσματα της έρευνας προκαλούν μελαγχολία για την εικόνα της Ελλάδας στις επόμενες δεκαετίες, όταν το ποσοστό των κατοίκων θα μειώνεται δραματικά και αντίστοιχα θα διογκώνονται δραματικά τα οικονομικά προβλήματα που θα δημιουργηθούν τότε, όταν οι εισφορές που θα καταβάλλουν οι τότε εργαζόμενοι δεν θα επαρκούν για την κάλυψη των συντάξιμων αποδοχών των νυν εργαζομένων και τότε συνταξιούχων.
Αναλυτικότερα, ο κ. Κοντοπυράκης αναφέρει ότι στη δεκαετία του 1950 και του 1960 είχαμε 155.000 γεννήσεις ανά έτος.
Στη δεκαετία του 1970 έχουμε μια πτώση της τάξης του 8% και πάμε στις 143.000 γεννήσεις. Στη δεκαετία 1980 και 1990 και 2000 έχουμε μια τρομερή πτώση των γεννήσεων. Συγκεκριμένα:
– Μειώθηκαν κατά 15% στη δεκαετία του 1980, όταν οι γεννήσεις ανά έτος ήταν 123.000.
– Στη δεκαετία του 1990 οι γεννήσεις μειώνονται επίσης κατά 20% και διαμορφώνονται σε 102.000. Δηλαδή, από τη δεκαετία του 1960 στη δεκαετία του 1990 οι γεννήσεις μειώθηκαν από 155.000 σε 102.000. Σημαντικό είναι επίσης ότι στα νούμερα των γεννήσεων του 1990 αναφέρονται και οι γεννήσεις των αλλοδαπών, που είναι μεγαλύτερες ποσοστιαία από τις γεννήσεις Ελλήνων.
– Σήμερα κατά μέσο όρο κάθε γυναίκα πρέπει να γεννά 2,1-2,2 παιδιά, απλώς για να διατηρηθεί στα ίδια επίπεδα ο πληθυσμός. Ομως αυτήν τη στιγμή στις Ελληνίδες το νούμερο είναι 1,2 παιδί ανά γυναίκα! Ενα σημαντικό στοιχείο είναι ότι στα δύο τελευταία χρόνια για πρώτη φορά οι θάνατοι είναι περισσότεροι από τις γεννήσεις! Ηδη μπήκαμε στο στάδιο της μείωσης του πληθυσμού. Τώρα, δηλαδή, μετράμε αντίστροφα και μάλιστα στα στοιχεία αυτά συμπεριλαμβάνονται οι αλλοδαποί.
Για τις προοπτικές της εξέλιξης του πληθυσμού η έρευνα του κ. Κοντοπυράκη δείχνει ότι με τα σημερινά δεδομένα και με το συνυπολογισμό και των αλλοδαπών, που ανέρχονται σε 1.000.000, και με μια αισιόδοξη πρόβλεψη ότι η μέση ηλικία θα πάει στα 80 χρόνια (τώρα είναι χαμηλότερη) οι προβολές που γίνονται είναι:
– Το 2020 θα έχουμε γύρω στα 9.700.000 πληθυσμό στην Ελλάδα μαζί με τους αλλοδαπούς.
– Το 2030 ο πληθυσμός της Ελλάδας θα μειωθεί στα 9.200.000.
– Το 2040 ο πληθυσμός θα μειωθεί στα 8.400.000.
– Το 2050 ο πληθυσμός θα μειωθεί στα 8.200.000.
Αν αφαιρέσουμε το 1.500.000 των αλλοδαπών, που εκτιμάται ότι θα φτάνει το έτος 2050, οι Ελληνες θα είναι κάτω από 7.000.000!
Εκτιμήσεις του ΚΕΠΕ για τα προβλήματα
Νωρίτερα από το 2020 θα εμφανιστούν τα προβλήματα στο ασφαλιστικό σύστημα, εκτιμά και το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών, όπως προκύπτει από πρόσφατη έκθεση.
Ο αντιπρόεδρος της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, Κυριάκος Αναγνωστόπουλος, ο οποίος παρευρέθη στην παρουσίαση της μελέτης για τη χρηματοδότηση του συνταξιοδοτικού συστήματος, την οποία εκπόνησε η ερευνήτρια του ΚΕΠΕ, Φανή Ζερβού, προέβλεψε ανησυχητική αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών του Δημοσίου πριν από το έτος 2010, γεγονός το οποίο ανατρέπει την εκτίμηση της αναλογιστικής μελέτης στην οποία βασίστηκε ο «νόμος Ρέππα».
Υπενθυμίζεται ότι η μελέτη της εταιρείας Government Actuaris, η οποία έγινε τότε για λογαριασμό του υπουργείου Εργασίας, προέβλεπε ότι το ασφαλιστικό σύστημα είναι βιώσιμο μέχρι και το 2010. Από το έτος αυτό και μετά θα γίνει φανερή η πληθυσμιακή γήρανση, η οποία θα ακολουθήσει και μια σημαντική άνοδο των εισφορών του Δημοσίου για την κάλυψη του ελλείμματος στο σύστημα ασφάλισης.
Μετά τη μεταρρύθμιση του 2002 η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος παρατάθηκε για το 2020. Αλλωστε και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Νίκος Γκαργκάνας, έχει κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου για την αδυναμία καταβολής συντάξεων από τα ταμεία σε μια δεκαετία.
Ο κ. Αναγνωστόπουλος προέβλεψε ότι ο χρόνος κατά τον οποίο το Δημόσιο θα αντιμετωπίσει αύξηση των επιχορηγήσεων για την κάλυψη του ασφαλιστικού συστήματος θα είναι πολύ νωρίτερα από το 2010.
Ως αιτίες προσδιόρισε την υψηλή ανεργία και την αναπλήρωση του εργατικού δυναμικού μόνο με οικονομικούς μετανάστες.
Οπως είπε, το υψηλό ποσοστό ανεργίας επιδεινώνει συνεχώς την ήδη κακή αναλογία μεταξύ εργαζομένων και συνταξιούχων.
Εντύπωση προκάλεσε η άποψή του για το θέμα των οικονομικών μεταναστών. Συγκεκριμένα, είπε ότι ακόμη και μετά την πλήρη αφομοίωσή τους στο εργατικό δυναμικό οι εισφορές τους λόγω της χαμηλόμισθης εργασίας αλλά και του υψηλού κόστους νοσοκομειακής περίθαλψης όχι μόνο δεν βελτιώνουν, αλλά επιδεινώνουν και την οικονομική θέση των ασφαλιστικών ταμείων.
ΠΑΝΟΣ ΚΑΚΟΥΡΗΣ
Η ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ
Τρίτη, 15 Μαρτίου 2005