Είναι 42 ετών, με επιχειρηματική φλέβα, πνεύμα πρωτοποριακό, αποφασιστικότητα και διαθέτει ήδη πείρα απόκτησης- όσο και…απώλειας- σεβαστής περιουσίας.
Η μέτρια σωματική του διάπλαση δεν τον εμποδίζει να…διαθέσει τον εαυτό του για τη διάσωση ενός ονείρου. Ο Ρεν Ζινσίν τιμάται δύο εκατομμύρια δολάρια- περίπου 670 εκατ. δραχμές.
Είναι η ιστορία ενός επιχειρηματία που απέτυχε στον «κοσμικό» του ρόλο, επειδή στο στήθος του χτυπά μια μεγάλη και ευαίσθητη καρδιά κι επειδή στην πορεία της πραγματοποίησης βρέθηκε να αγωνίζεται μόνος του. Ο Ρεν είναι ιδρυτής του πρώτου Πανεπιστημίου για Άτομα με Ειδικές Ανάγκες που μέχρι σήμερα, έξι χρόνια μετά το μεγάλο τόλμημα, του έχει κοστίσει 30 εκατ. γουάν- περίπου 1,3 δις δρχ. Η εμπορική του εταιρεία χρεοκόπησε, η περιουσία του βγαίνει σε πλειστηριασμό, η πανεπιστημιακή σχολή έκλεισε. Όλες αυτές οι καταστάσεις το μόνο που κατάφεραν είναι να μεγαλώσουν το πείσμα του Ρεν ακόμη περισσότερο. «Ντροπή και τύψεις τον βασανίζουν», γράφει ο ίδιος σε επιστολή που απευθύνεται σε διάφορα ΜΜΕ ανά τον κόσμο, με σκοπό την διεθνή προβολή των σχεδίων του και την κινητοποίηση ενός χορηγού. Σκοπό είναι η χρηματοδότηση του ιδιαίτερου αυτού πανεπιστημίου. Αντάλλαγμα, ο εαυτός του, το μόνο που του απέμεινε εκτός από την ανταγωνιστικότητά του.
Πριν ο Ρεν εμπλακεί στα γρανάζια της κινέζικης γραφειοκρατίας υπήρξε πολύ ευκατάστατος, καθώς τη δεκαετία του 80’ ήταν ένας από εκείνους που εννόησαν τη μεταβολή των οικονομικών ανέμων στη χώρα. Οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις του και οι βιοτεχνίες ειδών ρουχισμών στη Νότια Κίνα ήταν τα μόνα που τον απασχολούσαν μέχρι που στο κοριτσάκι φίλου του εκδηλώθηκε μια διαταραχή χρωστικών ουσιών στον οργανισμό, ασθένεια που εκδηλώνεται με μελάνωμα του μισού προσώπου και παραμόρφωση στα άκρα. Η ευφυΐα της μικρής ήταν αξιοσημείωτη και φλογερή της επιθυμία οι πανεπιστημιακές σπουδές, πέρασε μάλιστα τις κατατακτήριες εξετάσεις μετ’ επαίνων.
Και όμως, κανένα πανεπιστήμιο δεν τη δέχθηκε- αφού απορριπτόταν στις υγειονομικές εξετάσεις, υποχρεωτικές για όλους τους υποψηφίους ανεξαρτήτως εφυϊας και γνώσεων. Η αποδοχή ατόμου με αναπηρική καρέκλα από το Πανεπιστήμιο Ναγγινγκ προσφάτως υπήρξε είδηση ειδικής προβολής από την τοπική «Λαϊκή Εφημερίδα», όπου ο κοσμήτορας παραδέχθηκε πως παρέβη τους κανόνες. Το κορίτσι δεν είχε την ίδια τύχη και απογοητευμένη έδωσε τέλος στη ζωή της στα 20 της χρόνια. Αυτό έδωσε στον Ρεν Ζιντσιν σκοπό στη δική του ζωή- να ιδρύσει μια ανώτατη σχολή για τέτοιες περιπτώσεις.
Στην Κίνα η ιδιωτική παιδεία επιτρέπεται, μάλιστα το κράτος υποστηρίζει τέτοιες κινήσεις, αφού στη χώρα σημειώνεται μεγάλη έλλειψη θέσεων σε δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η έκδοση άδειας εξαρτάται, βεβαίως, άμεσα από την εύνοια των αρχών. Οι προσπάθειες του Ρεν διήρκησαν τρία χρόνια, συμπεριλαμβανομένων «διακριτικών» δώρων στους αρμοδίους και παράθεση «αλμυρών» γευμάτων. Μέχρι την απόκτηση των τίτλων είχαν ξοδευτεί εκατομμύρια.
Η προσέλευση στη σχολή με την ονομασία «Γιονγκάνγκ» (Αιώνια Υγεία) ήταν ενθουσιώδης. Μέσα στα πέντε χρόνια λειτουργίας της 2.000 άτομα συμπλήρωσαν τη διετή φοίτηση, ενώ την περασμένη χρονιά 300 άτομα γράφτηκαν στο πρώτο εξάμηνο, έπειτα από επιλογή ανάμεσα σε 130.000!
Τουλάχιστον το 50% των φοιτητών είχαν σοβαρές αναπηρίες, όπως τύφλωση ή κώφωση, παρόλα αυτά τα πιο αγαπημένα μαθήματα ήταν τα σεμινάρια Η/Υ, της τέχνης και του σχεδίου. Μάλιστα ένας από τους σπουδαστές σχεδίασε ένα καινούριο ειδικό πρόγραμμα υπολογιστών για τυφλά άτομα. Τα ετήσια δίδακτρα ήταν πολύ προσιτά, 100.000δρχ- τη στιγμή που οι περισσότερες σχολές χρεώνουν το δεκαπλάσιο- και σύμφωνα με τον Ρεν, «το 96% των απόφοιτων εξασφάλισε θέση απασχόλησης».
Η ολοένα λιγότερη ενασχόληση του Ρεν με τις επιχειρήσεις του μείωσε δραστικά τα κεφάλαια στήριξης του σχεδίου, οι κρατικές επιχορηγήσεις σταμάτησαν λόγω αδυναμίας του ιδρυτή να ανταποκριθεί σε ορισμένες οικονομικές υποχρεώσεις, ενώ το Πεκίνο…ξαφνικά ανακάλυψε πως η σχολή είχε υιοθετήσει δικό της πρόγραμμα κατατακτήριων εξετάσεων. «Όλες οι επιστολές προς την κυβέρνηση έπεσαν στο κενό σαν πέτρες στη θάλασσα», λέει χαρακτηριστικά ο Ρεν, ενώ ο αρμόδιος για θέματα παιδείας της τοπικής επιτροπής στο Σανντόνγκ σηκώνει τους ώμους- «δεν υπάρχουν κρατικά κονδύλια για τέτοια προγράμματα, οι ιδιώτες ευθύνονται αποκλειστικά για τη στήριξη του ιδρύματος τους»- βλέποντας ως μόνη λύση το κλείσιμο της σχολής.
Μια επιπλέον ατυχία για τον Ρεν ήταν το γεγονός πως ο ιδιοκτήτης των κτιριακών εγκαταστάσεων της σχολή του δεν ήταν άλλος από το επιτελείο στρατού, που δεν δίστασε μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα να φέρει ενόπλους από τη φρουρά του Γιαντάϊ, που έσπασαν τις πόρτες και έβγαλαν έξω όλους τους σπουδαστές στο δρόμο.
Βεβαίως, ο Ρεν έσπευσε να νοικιάσει, χάρη στη γενναιοδωρία γνωστών, ένα πολυώροφο κτίριο στην άλλη πλευρά της πόλης, όπου εγκατέστησε το διδακτικό προσωπικό και την οικογένειά του, ενώ οι φοιτητές επέστρεψαν προσωρινώς στα σπίτια τους.
Μέσα από τις αράδες της επιστολής, που απευθύνεται σε πολλά ΜΜΕ του κόσμου και σε επίδοξους χορηγούς, ο Ρεν εκλιπαρεί τη βοήθεια τους προς τα νέα αυτά παιδιά- «βοήθεια ύψους τουλάχιστον ίση με εκείνη που χρηματοδοτεί τα απειλούμενα ζωικά είδη».
Ένας άνθρωπος προσφέρεται προς πώληση για έναν ευγενή σκοπό, για να διασώσει το όνειρό το δικό του, αλλά και δεκάδων νεαρών, συμπατριωτών του, προς το παρόν. Προσφορές γίνονται δεκτές στη διεύθυνση: Πανεπιστήμιο για Άτομα με Ειδικές Ανάγκες Γιονγανγκ, πολιτεία Γιαντάϊ επαρχία Σανντόνγκ, Λαϊκή Δημοκρατία Κίνας.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 7 Μαρτίου 2000