Από τη σύσταση του Ελληνικού Κράτους το διεκδικητικό πλαίσιο όλων των αναπηρικών οργανώσεων περιορίζετο σε απλοϊκές μη συστηματοποιημένες διεκδικήσεις μεταξύ των οποίων εξέχουσα θέση είχε η διεκδίκηση για Αύξηση των Κοινωνικών Δαπανών και των Κονδυλίων.
Με μόνη εξαίρεση τους Συλλόγους Τυφλών, Κινητικά Αναπήρων και Παραπληγικών, τα αναπηρικά σωματεία αυτοπεριορίστηκαν στη διεκδίκηση για “περισσότερες δαπάνες” για την Ειδική Αγωγή, την Αποκατάσταση, την Πρόνοια κ.ο.κ.
Οι εξουσίες, κεντρικές και τοπικές, συνέβαλλαν στη συντήρηση της φτώχειας των διεκδικήσεων διότι οι αφηρημένες διεκδικήσεις εύκολα ικανοποιούνται και όσο παραμένουν έξω από τα όρια της νομοθεσίας, των πολιτικών, των αστικών και των ασφαλιστικών δικαιωμάτων δεν αποτελούν υπολογίσιμο πολιτικό κίνδυνο ή απειλή. Χωρίς κάποιο σύστημα δογμάτων για την Αναπηρία και χωρίς ένα σαφές διεκδικητικό πλαίσιο οι αναπηρικές οργανώσεις μπορούσαν εύκολα να εξαπατηθούν από τις εξουσίες, οι οποίες αντί θεσμικής κατοχύρωσης της πολιτικής και της οικονομικής θέσης των ελλήνων/ίδων με αναπηρίες, μονοπώλησαν την ελπίδα και το όνειρο.
Η παντοδυναμία των Φιλανθρωπικών Οργανώσεων είχε σαν συνέπεια τη δημιουργία ενός ιδιότροπου τρόπου αντίληψης της αναπηρίας, με πλούσιες εθνικού επιπέδου φιλανθρωπικές οργανώσεις και φτωχούς μη-αποκατεστημένους αναπήρους. Όταν αργότερα, το 1975, άρχισαν να δημιουργούνται και τα πρώτα σωματεία “άμεσα ενδιαφερομένων” και οι σύλλογοι γονέων ΑμΕΑ, οι ιδιοτροπίες των φιλανθρωπικών οργανώσεων εμπλουτίστηκαν και με διεκδικήσεις οικονομικές, που στόχο είχαν την ενίσχυση του εισοδήματος των οικογενειών με ΑμΕΑ. Στις εύπορες φιλανθρωπικές οργανώσεις προσετέθηκαν και οι λιγότερο εύπορες οργανώσεις των “άμεσα ενδιαφερομένων” Γονέων και Κηδεμόνων ΑμΕΑ που συνέβαλλαν στην ανάπτυξη του πτωχού προνοιακού λεξιλογίου με νέες φράσεις και διεκδικήσεις όπως λ.χ. Ειδική Αγωγή, Κοινωνική Ενσωμάτωση, Δικαίωμα στη Διαφορά, Επαγγελματική Κατάρτιση, Ευαισθητοποίηση κ.ο.κ. Οι διεκδικήσεις των συλλόγων των γονέων και Κηδεμόνων ΑμΕΑ αφορούν συνήθως την ενίσχυση του εισοδήματος των οικογενειών, την οικονομική συμμετοχή των ασφαλιστικών ταμείων σε θεραπείες, τη συμμετοχή των σωματείων σε κοινοτικά προγράμματα και στην οικονομική ενίσχυση των σωματείων.
Στο περιβάλλον των μεγάλων Φιλανθρωπικών Οργανώσεων και των Συλλόγων Γονέων και Κηδεμόνων ΑμΕΑ με μεγάλη δυσκολία και καθυστέρηση κατόρθωσαν να αναδειχθούν οι οργανώσεις των “άμεσα θιγομένων” αναπήρων (τυφλών, κινητικά αναπήρων, παραπληγικών κ.ο.κ.). Οι οργανώσεις των “άμεσα θιγομένων” αναπήρων είναι οι μόνες που προβάλλουν το πρότυπο του ενήλικου ακηδεμόνευτου αναπήρου, που ενδέχεται να είναι
α. τρόφιμος ιδρύματος ή
β. να συντηρεί οικογένεια ως πατέρας ή ως μητέρα.
Το διεκδικητικό πλαίσιο των οργανώσεων των αναπήρων είναι πιο αυθεντικό, αφού προσεγγίζει με περισσότερο ρεαλισμό τη “ζωή” σε ίδρυμα και δίνει μεγαλύτερη έμφαση στη διεκδίκηση ασφαλιστικών παροχών για τον ίδιο τον ασφαλισμένο με αναπηρία και αποφεύγει τα μεγάλα ατοπήματα στα οποία εκπίπτουν τα φιλανθρωπικά και τα γονεϊκά σωματεία.
Είναι αυτονόητο πως η λογική για “δαπάνες για την πρόνοια” επεβλήθει αρχικά από τις φιλανθρωπικές οργανώσεις, επειδή αυτές ήταν η Πρόνοια. Υστερα, η διεκδίκηση για “δαπάνες για την πρόνοια” ενδυναμώθηκε και από τις οργανώσεις των Γονέων και Κηδεμόνων ΑμΕΑ, που συμμετείχαν στη διοίκηση κοινοτικών προγραμμάτων και γιαυτό είχαν κάποιο σοβαρό λόγο να διεκδικήσουν χρηματοδότηση. Καθοριστικός υπήρξε και ο καθοδηγητικός ρόλος των Ψυχολόγων και των Ψυχιάτρων σε αυτές τις οργανώσεις στους οποίους οφείλουμε την ολοκληρωτική εκτροπή των διεκδικήσεων από την πραγματικότητα.
Αποτέλεσμα της ιδιομορφίας των Προνοιακών Φορέων και των διεκδικητικών ιδιοτροπιών είναι η σημερινή κατάσταση που χαρακτηρίζεται από την Αδύνατη Κοινωνική και Οικονομική Ανάπτυξη: Η αποκατάσταση, η ανεξαρτησία και η ανάπτυξη των ελλήνων/ίδων με αναπηρίες (των ΑμΕΑ) έρχεται όχι σπάνια σε αντίθεση ή και σε σύγκρουση με τη λειτουργία και τον τρόπο λειτουργίας της οικογένειας και των Προνοιακών Οργανώσεων. Για να γίνει σαφής αυτός ο ισχυρισμός αρκεί να περιγράψουμε την κατάσταση που επικρατεί σήμερα σε αυτό που συμβατικά ονομάζεται Προνοιακό Δίκτυο:
1. Έλλειψη Εθνικής Πολιτικής Αποκατάστασης: Η παρεχόμενη Αποκατάσταση είναι μέτριας έως κακής ποιότητας, γίνεται σε ιδρυματικού τύπου θεραπευτήρια, από ανεκπαίδευτους “θεραπευτές” κάτω από άθλιες συνθήκες. Οι έλληνες/ίδες με αναπηρίες έχουν μειωμένη δυνατότητα πρόσβασης στις εκπαιδευτικές και στις θεραπευτικές υπηρεσίες και όταν αποκτήσουν την πρόσβαση αναγκαστικά καταναλώνουν εισαγόμενη αποκατάσταση και τεχνολογία αποκατάστασης, που δημιουργήθηκε για να εξυπηρετεί πολίτες άλλων κρατών, άλλων οικονομιών, άλλων νοοτροπιών.
2. Απώλεια εκπαιδευτικού προορισμού: Η εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και των ανθρώπων με αναπηρίες γίνεται υπό την αιγίδα ενός εμπειρικού βιοϊατρικού μοντέλου, το οποίο μολονότι δεν έχει να επιδείξει εκπαιδευμένους αναπήρους διατηρείται πιθανώς για μουσειακούς ή συλλεκτικούς λόγους.
3. Οικονομική εξάρτηση: Η επιδοματική πολιτική εκ κατασκευής προορίζεται για να ενισχύσει το εισόδημα των οικογενειών που ήδη λειτουργούν νοικοκυριό και αποτελούν αντικίνητρο για τη δημιουργία ενός νέου ανεξάρτητου νοικοκυριού. Δεν υπάρχουν επιδόματα για τη διευκόλυνση της δημιουργίας νέου νοικοκυριού, ενώ η δημιουργία ενός νέου νοικοκυριού από ανάπηρο (ενδεχομένως) είναι προϊόν οικονομικής σύγκρουσης, αφού συνεπάγεται την απώλεια μέρους των εισοδημάτων της (πατρικής) οικογένειας.
4. Οικονομική ανισότητα: Δεν καλύπτονται οι επιπλέον δαπάνες των ανθρώπων και των νοικοκυριών που προκύπτουν εξ αιτίας της αναπηρίας. Τα ασφαλιστικά ταμεία δεν καλύπτουν τις ανθρώπινες υλικές ανάγκες (αναπηρικά καθίσματα, εξοπλισμός αποκατάστασης, βοηθοί, μεταφορές κ.ο.κ.) με αποτέλεσμα την κατακόρυφη αύξηση του κόστους ζωής των ανθρώπων που ζούν κάτω από συνθήκες αναπηρίας.
5. Απροσπέλαστη κοινόχρηστη και δημόσια υποδομή: Το κόστος ζωής των αναπήρων αυξάνεται δραματικά επειδή η κοινόχρηστη υποδομή (κτίρια, δρόμοι, υπηρεσίες, επιχειρήσεις, μεταφορές κ.ο.κ.) είναι απροσπέλαστα. Ότι είναι δωρεάν ή καταναλώσιμο για τους ικανούς σωματικά, είναι πανάκριβη υπόθεση για τους αναπήρους.
Η Αναπηρία είναι αιχμάλωτη ενός ακήρυκτου οικονομικού πολέμου και όμηρος της κοινωνίας των ικανών σωματικά. Χιλιάδες ικανοί σωματικά άνθρωποι εργάζονται, κερδίζουν λεφτά, δημιουργούν και συντηρούν οικογένειες, κάνουν περιουσίες και αποταμίευση εν ονόματι της αιχμάλωτης Αναπηρίας. Τα οικονομικά συμφέροντα που εμποδίζουν την απελευθέρωση των ελλήνων/ίδων με αναπηρίες είναι τεράστια. Όταν όμως υπολογίζεται η απόδοση αυτών των δαπανών αλλά και η απειλή που καλλιεργείται, τότε γίνεται κρίσιμη η ανάγκη της κοινωνίας να αμυνθεί με τη θέσπιση νέων πολιτικών ορθολογικής ρύθμισης πριν βρεθεί σε νέα αδιέξοδα που σύντομα θα προκύψουν με δική της ευθύνη και οικονομικές δαπάνες.
Ως ένα βαθμό η ανάγκη για θέσπιση νέων αναπτυξιακών πολιτικών εξίσωσης των οικονομικών ευκαιριών είναι αναγκαστική και μάλλον εύκολα μπορεί να γίνει κατανοητή από τους ευφυείς πολιτικούς. Οι λόγοι που θα υποχρεώσουν την Ελλάδα να αποσύρει -άνευ όρων- τη σημερινή πολιτική κοινωνικής και οικονομικής ανισότητας είναι απλοί:
1. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα ασκήσει πιέσεις για την εξίσωση των οικονομικών ευκαιριών, διότι ενδιαφέρεται σοβαρά για την αγορά των 10 εκατομ. Ελλήνων εν δυνάμει καταναλωτών προϊόντων Τεχνολογίας Αποκατάστασης.
2. Η διεθνής κοινότητα θα ασκήσει πιέσεις για την εξίσωση των οικονομικών ευκαιριών, επειδή η ανισότητα των ευκαιριών στην Ελλάδα αποτελεί σοβαρό εμπόδιο για επενδύσεις στην Ελλάδα. Ηδη οι ΗΠΑ έχουν εκδώσει σχετικά καθοδηγητικά έντυπα και προτείνουν στους Αμερικανούς επενδυτές καθώς και στις εθνικές οργανώσεις αναπήρων να προσαρμοστούν στα πλαίσια της Αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής για την αποκατάσταση. Ήδη η Rehabilitation International εργάζεται προς αυτή την κατεύθυνση και από το 1993 εξέδωσε τα πρώτα 5 βιβλία.
3. Ο ΟΗΕ με τους Κανονισμούς για την Εξίσωση των Ευκαιριών του 1994 και το Διεθνές Πρόγραμμα Δράσης για τους Ανθρώπους με Αναπηρίες, συνιστά στα Κράτη την Εξίσωση των Οικονομικών και των Εκπαιδευτικών Ευκαιριών ως υποχρεωτική. Είναι πλέον βέβαιο πως σύντομα ο ΟΗΕ με νέες οδηγίες πρόκειται να συνδέσει τα ζητήματα της Εξίσωσης των Ευκαιριών με τη Διακήρυξη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τη Διακήρυξη στο Δικαίωμα για Ανάπτυξη.
4. Η 15ετής εφαρμογή των κοινοτικών προγραμμάτων και τα μεγάλα οικονομικά ποσά που επενδύθηκαν δημιούργησαν καταναλωτική συνείδηση και ειδικές καταναλωτικές ανάγκες. Οι έλληνες/ίδες με αναπηρίες που προσελήφθησαν από ΤΡΑΠΕΖΕΣ και ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ως προστατευόμενοι του 1648, ήδη υφίστανται τις συνέπειες της νεοελληνικής Πολιτικής Πρόνοιας και αν (όταν) συνειδητοποιήσουν τη θέση τους θα αντιδράσουν ιδρύοντας ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟΥΣ ΣΥΛΛΟΓΟΥΣ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΜΕ ΑΝΑΠΗΡΙΕΣ.
5. Η εμφανής δυσαρέσκεια των κύκλων των αναπήρων, που προσωρινά εκτονώνεται με τη δημιουργία πολλών ΝΕΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΑΝΑΠΗΡΩΝ, είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει στη δημιουργία μαχητικών οργανώσεων όπως συνέβη με την ADAPT και τη DAN που εφόσον έχουν διεθνείς επαφές θα γνωστοποιηθεί η ανισότητα ως ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ στην Ελλάδα.
Η διεθνής πραγματικότητα είναι απλή: Δε δίνεται η ευχέρεια για επιλογή στα κράτη που επιδιώκουν να προσελκύσουν ξένους επενδυτές, διότι οι ξένοι επενδυτές επενδύουν σε έργα τα οποία από άποψη κατασκευής και λειτουργίας είναι προσπελάσιμα. Δεν υπάρχει η δυνατότητα επιλογής ή προσανατολισμού των κατευθύνσεων που θα λάβει η κατανάλωση. Σε περίπτωση που εξακολουθεί η Ελλάδα να διατηρεί το καθεστώς των άνισων οικονομικών ευκαιριών κινδυνεύει να βρεθεί σε διεθνή δικαστήρια κατηγορούμενη για αθέμιτο ανταγωνισμό και παραβίαση των καταναλωτικών δικαιωμάτων.
Το νέο δεδομένο πάνω στο οποίο στηρίζεται η διεθνής πολιτική ανάπτυξης είναι η κατανάλωση και το υποκείμενο είναι ο καταναλωτής. Η Ελλάδα δεν μπορεί να ανατρέψει το νέο δεδομένο. Αντιθέτως οφείλει να το υπηρετήσει με τη θέσπιση νόμων που θα διευκολύνουν την οικονομική ανάπτυξη και την κατανάλωση. Το πρόβλημα της Ελλάδας είναι ο τρόπος που θα ενταχθεί στην διεθνή οικονομική κοινότητα. Οι Έλληνες κυβερνήτες πρέπει να επιλέξουν μεταξύ δύο επιλογών:
1. Αποκατάσταση των ίσων οικονομικών ευκαιριών με επιδοτήσεις από τα ασφαλιστικά ταμεία ή άλλες δημόσιες πηγές.
2. Αποκατάσταση των ίσων οικονομικών ευκαιριών με τη δημιουργία των όρων συμμετοχής των ανθρώπων με αναπηρίες στην κατανάλωση και κατά συνέπεια στην παραγωγή.
Οι επιλογές είναι απλές οικονομικές πολιτικές. Το ερώτημα που απασχολεί τους πολιτικά υπευθύνους είναι το πολιτικό κόστος που θα έχει η επιλογή τους. Διατήρηση της χρηματοδότησης των ήδη γνωστών ψηφοφόρων που σήμερα επωφελούνται από τα επιδόματα των αναπήρων ή ίσες οικονομικές ευκαιρίες και είσοδος στο οικονομικό παιχνίδι των αναπήρων ως μιας νέας αγοράς, που ενδέχεται να μην ελεγχθεί από την κυβέρνηση που θα νομοθετήσει αλλά να ελεγχθεί από την κυβέρνηση που θα τη διαδεχθεί -που όπως φαίνεται από τη προτίμηση των ψηφοφόρων ενδέχεται να μην είναι ή ίδια;
Τελειώνοντας τη μελλοντολογία για να τη “βγάλει φθηνά” η κυβέρνηση του σήμερα ή του αύριο, όποια κυβέρνηση και αν είναι πρέπει να επαναπροσανατολήσει τις δαπάνες και να δώσει μια νέα αναπτυξιακή προοπτική:
1. Ενίσχυση της καταναλωτικής ικανότητας του πληθυσμού που ζεί κάτω από συνθήκες αναπηρίας:
α. προσπελασιμότητα των μεταφορών,
β. δίκτυα επαγγελματιών βοηθών για ανθρώπους με αναπηρίες και γέροντες,
γ. ορθολογική πολιτική κοινωνικών ασφαλίσεων.
2. Άρση όλων των νομικών εμποδίων που εμποδίζουν τους Έλληνες με αναπηρίες να αναπτύξουν οικονομικές δραστηριότητες και να δημιουργήσουν ιδιοκτησία την οποία να διαχειρίζονται οι ίδιοι.