Η δυνατότητα μεταμοσχεύσεων είναι μια μεγάλη πραγματοποίηση της νεότερης ιατρικής, ένα πραγματικό θαύμα: μετατρέπει σε πηγή ζωής αυτό που «κανονικά» θα ήταν προορισμένο να γίνει «σκωλήκων βρώμα».
Και είναι πραγματικά λυπηρό ότι δεν ευδοκιμεί στον τόπο μας, αφού κατέχουμε μια από τις τελευταίες θέσεις στην αναλογική συχνότητα των πραγματοποιουμένων μεταμοσχεύσεων. Η λυπηρή αυτή υστέρηση μπορεί να θεραπευθεί, κατά κύριο λόγο, με την παιδεία που θα προσπαθήσει να κάνει κοινή συνείδηση ότι η καλύτερη διατήρηση της μνήμης του αγαπημένου προσώπου που πεθαίνει είναι η δωρεά των οργάνων του για να εξακολουθήσουν να ζουν με τη μεταμόσχευσή τους σε κάποιον άνθρωπο που αλλιώτικα θα πέθαινε.
Βέβαια, στη διάδοση των μεταμοσχεύσεων μπορεί να συμβάλει και η κατάλληλη νομοθετική ρύθμισή τους, που όμως δεν μπορεί να αντικαταστήσει την κοινή συνείδηση και να προχωρήσει σε λύσεις που δεν γίνονται παραδεκτές από την κοινωνία. Τέτοια ρύθμιση, ευνοϊκή προς τις μεταμοσχεύσεις, αλλά και με σεβασμό προς τις κρατούσες αντιλήψεις, προσπάθησε να κάνει ένας σχετικά πρόσφατος νόμος, ο ν. 2737 του 1999 – και θα έλεγα ότι το πέτυχε παρά τον κίνδυνο να κατηγορηθώ για αυταρέσκεια, αφού ήμουν πρόεδρος της επιτροπής που τον συνέταξε. Με την ισχύ αυτού του νόμου σημειώθηκε αύξηση του αριθμού των μεταμοσχεύσεων στον τόπο μας.
Δημόσιες μονάδες
Βασική διάταξη του νόμου περί μεταμοσχεύσεων βρίσκεται στο άρθρο 4, που ορίζει ότι «οι μεταμοσχεύσεις ιστών και οργάνων διενεργούνται αποκλειστικά σε ειδικά προς τούτο οργανωμένες μονάδες (Μονάδες Μεταμόσχευσης) νοσηλευτικών ιδρυμάτων ΝΠΔΔ ή ΝΠΙΔ κοινωφελών και μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα». Με τη ρύθμιση αυτή, ο νόμος θέλησε να κρατήσει τις μεταμοσχεύσεις έξω και μακριά από κάθε εμπορικό κύκλωμα. Μόνον έτσι περιφρουρούνται μερικές αρχές, κυρίως ηθικές, που πρέπει να διέπουν τη μεταμόσχευση. Και πρώτα από όλα, η σχολαστική τήρηση της σειράς προτεραιότητας κατά την κατανομή των μοσχευμάτων στους υποψήφιους λήπτες: οι ανάγκες είναι πολλές, τα διαθέσιμα μοσχεύματα λίγα και πρέπει με κάθε τρόπο να αποτραπεί μια προτίμηση των πλουσίων ασθενών εις βάρος των πτωχών.
Αλλά και πολλοί άλλοι στόχοι υπηρετούνται με την περιφρούρηση του δημόσιου χαρακτήρα των μονάδων μεταμόσχευσης: ότι δεν θα είναι δυνατή η αφαίρεση μοσχευμάτων από ζωντανούς δότες που, από οικονομικούς λόγους, θα πιέζονται να πουλήσουν όργανα που υπάρχουν διπλά στο ανθρώπινο σώμα, κυρίως νεφρά – σε φτωχές χώρες όπως η Ινδία το φαινόμενο έχει μεγάλη διάδοση. Και ότι δεν θα γίνονται μεταμοσχεύσεις (και δεν θα θυσιάζονται πολύτιμα μοσχεύματα) αν δεν είναι ιατρικά πιθανή η επιτυχία τους. Ακόμα και κάποια φαινόμενα αβέβαιης (άρα ενδεχομένως εγκληματικής) προέλευσης των μοσχευμάτων.
Χρήμα και διαφάνεια
Βεβαίως, ο νομοθέτης δεν ξεκινούσε από την υπόθεση ότι οι ιδιωτικές μονάδες μεταμόσχευσης είναι κατ’ αρχήν ύποπτες για την τέλεση παρανόμων πράξεων. Αλλά ξεκινούσε από τρεις εμπειρικές διαπιστώσεις. Πρώτον, ότι το χρήμα είναι πειρασμός και το πολύ χρήμα είναι μέγας πειρασμός – ένας άνθρωπος, για παράδειγμα, θα έδινε όσα κι όσα για να απαλλαγεί με μια μεταμόσχευση από το βάσανο της αιμοκάθαρσης. Δεύτερον, ότι μια μεταμόσχευση, έξω από τους κανόνες του νόμου και της ιατρικής, είναι απείρως πιο απίθανη σε μια δημόσια μονάδα μεταμόσχευσης όπου όλα καταγράφονται σε δημόσια βιβλία. Και, τέλος, ότι για να λειτουργήσει με κάποια επιτυχία ο θεσμός των μεταμοσχεύσεων πρέπει να διέπεται σ’ όλες τις φάσεις του από διαφάνεια για να εμπνέει εμπιστοσύνη στον υποψήφιο δότη (και στους συγγενείς του) ότι η πράξη δωρεάς που κάνουν δεν θα είναι ευκαιρία εκμετάλλευσης για κάποιους άλλους.
Κάθε δυσπιστία μπορεί να αποβεί μοιραία για τον θεσμό των μεταμοσχεύσεων. Κυρίως αν αφορά τη στιγμή της αφαίρεσης των οργάνων που είναι η στιγμή της διαπίστωσης του λεγόμενου εγκεφαλικού θανάτου. Οι συγγενείς πολλές φορές διστάζουν να συναινέσουν στην αφαίρεση των οργάνων και όταν το τέλος είναι ανεπίστρεπτο, πάντα ελπίζοντας σε κάποιο διαγνωστικό σφάλμα, σε κάποιο κατόρθωμα της ιατρικής ή και απλώς σε κάποιο θαύμα. Η υπόνοια του κινδύνου κάποιας πρόωρης αφαίρεσης των οργάνων μοιραία ενισχύεται –βεβαίως, αδικαιολόγητα– όσο αυτή η αφαίρεση πρόκειται να είναι για κάποιους κερδοφόρα.
Το κύμα των ιδιωτικοποιήσεων
Τώρα όμως ο τόπος μας (ίσως κι όλος ο κόσμος) ζει στον αστερισμό των ιδιωτικοποιήσεων – τόσο ώστε και το Σύνταγμα ακόμα ετοιμαζόμαστε να αλλάξουμε (συναινετικά!) για να κάνουμε ιδιωτική την ανώτατη παιδεία, μεταμφιεσμένη βέβαια σε «μη κερδοσκοπική». Το κύμα των ιδιωτικοποιήσεων απειλεί να παρασύρει και τις μεταμοσχεύσεις. Και δεν είναι περίεργο καθώς υπάρχουν μεγάλα περιθώρια κέρδους στην ιδιωτική διενέργεια μεταμοσχεύσεων. Αυτό έχει ανοίξει τις ορέξεις και έχει σημάνει κινητοποιήσεις που έχουν ήδη αρχίσει με δοκιμαστικές βολές που θέλουν αρχικά να εμφανίσουν την ιδιωτικοποίηση των μεταμοσχεύσεων ως προσωρινή, περιορισμένη, υπό όρους – και βλέπουμε…
Κινήσεις γίνονται για να ανατραπεί η αρχή που καθιέρωσε ο νόμος του 1999. Βέβαια, αυτό χρειάζεται την ψήφο της Βουλής. Αλλά είναι γνωστό πώς μπορεί να επιτευχθεί αυτή η ψήφος, προπάντων με κάποια δυσνόητη τροπολογία, σε νυχτερινή ώρα, με τη συναίνεση των ολίγων βουλευτών που έχουν ειδοποιηθεί να είναι παρόντες. Γι’ αυτό και είναι ίσως χρήσιμη η έγκαιρη προειδοποίηση για να μη λεχθεί κατόπιν εορτής ότι λάθος έγινε. Την ώρα της ψήφου πρέπει όλοι να ξέρουν περί τίνος πρόκειται και να αναλάβει ο καθένας τις ευθύνες του. Και να σκεφθεί αν πραγματικά έχει κάτι αλλάξει από τότε που ψηφιζόταν ο νόμος που καθιέρωσε την αρχή της αποκλειστικά δημόσιας διενέργειας των μεταμοσχεύσεων.
Μπορεί να ακουσθεί το επιχείρημα ότι με άνοιγμα των μεταμοσχεύσεων σε ιδιωτικά (και κερδοσκοπικά) κέντρα μπορεί να αυξηθεί και ο αριθμός των μεταμοσχεύσεων. Αλλά το επιχείρημα δεν αντέχει στην κριτική. Γιατί δεν είναι ο αριθμός των κέντρων μεταμόσχευσης που εμποδίζει τις μεταμοσχεύσεις ούτε έχει ποτέ παρατηρηθεί κάποια στενότητα στα δημόσια χειρουργεία όπου γίνονται τώρα οι μεταμοσχεύσεις. Εκείνο που λείπει είναι τα διαθέσιμα μοσχεύματα, δηλαδή των προσώπων που δηλώνουν ότι μετά τον θάνατό τους δέχονται να είναι δότες οργάνων (ή και οι συγγενείς τους που αποδέχονται να συναινέσουν σε μια τέτοια δωρεά) και των γιατρών στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας που δέχονται να αναλάβουν την πρόσθετη εργασία της διαφύλαξης του μοσχεύματος. Αυτό, όπως αναφέρθηκε και στην αρχή, μόνο με την παιδεία και, γενικότερα, με τη διάδοση της «μεταμοσχευτικής συνείδησης» μπορεί να καταπολεμηθεί. Προς την κατεύθυνση αυτή γίνονται προσπάθειες και αυτό είναι άσχετο με κάθε ιδιωτικοποίηση.
Δεν ξέρω αν είναι για καλό ή όχι η τάση ιδιωτικοποίησης των πάντων και η κυριαρχία των νόμων της αγοράς στα πάντα. Αλλά πάντως οι νόμοι της αγοράς δεν θα έπρεπε να κυριαρχήσουν και στη διάθεση ή τη διακίνηση οργάνων του ανθρώπινου σώματος – κάποιες διαφορές πρέπει να αναγνωρισθούν ανάμεσα σ’ αυτά και τα κρέατα ή τα ζαρζαβατικά.
Tου Γεωργιου Κουμαντου
Hμερομηνία : 6-08-06
Copyright: http://www.kathimerini.gr