Άρθρο 7. 1. Θεωρείται ότι βαρύνουν το φορολογούμενο:
α) Ο ή η σύζυγος που δεν έχει φορολογούμενο εισόδημα.
β) Τα ανήλικα άγαμα τέκνα.
γ) Τα ενήλικα άγαμα τέκνα τα οποία δεν έχουν υπερβεί τα 25 έτη της ηλικίας τους και δεν σπουδάζουν σε αναγνωρισμένες σχολές ή σχολεία του εσωτερικού ή του εξωτερικού και εκείνα τα οποία δεν έχουν υπερβεί τα 19 έτη της ηλικίας ιούς και παρακολουθούν δημόσια μεταλυκειακά προπαρασκευαστικά κέντρα.
δ) Τα άγαμα τέκνα τα οποία δεν υπάγονται στην προηγούμενη περίπτωση, εφόσον υπηρετούν τη στρατιωτική τους θητεία.
ε) Τα τέκνα που είναι άγαμα ή διαζευγμένα ή τελούν σε κατάσταση χηρείας, εφόσον παρουσιάσουν αναπηρία 67% και πάνω από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία.
ζ) Οι αδελφοί και οι αδελφές και των δύο συζύγων που είναι άγαμοι ή διαζευγμένοι ή τελούν σε κατάσταση χηρείας εφόσον παρουσιάσουν αναπηρία 67% και πάνω από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία.
η) Οι ανήλικοι ορφανοί από πατέρα και μητέρα συγγενείς μέχρι τον τρίτο βαθμό οποιουδήποτε από τους συζύγους.
2. Τα πρόσωπα που αναφέρονται στις περιπτώσεις β’ έως η’ της προηγούμενης παραγράφου θεωρείται ότι βαρύνουν το φορολογούμενο εφόσον συνοικούν με αυτόν και το ετήσιο φορολογούμενο και απαλλασόμενο εισόδημά τους δεν υπερβαίνει το ποσό των 300.000 δρχ. ή το ποσό των 600.000 δρχ. αν αυτά παρουσιάζουν αναπηρία 67% και πάνω από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία. Τα εισοδήματα των ανηλίκων τέκνων, που κατά τις διατάξεις του άρθρου 5 προστίθενται στο συνολικό εισόδημα του γονέα, δε λαμβάνονται υπ όψη για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.
2. Επίσης, εκπίπτει ως δαπάνη χωρίς δικαιολογητικά ποσό 500.000 δραχμών για τον ίδιο φορολογούμενο και για καθένα από τα πρόσωπα, που συνοικούν με αυτόν και το βαρύνουν, εφόσον :
α) παρουσιάζουν αναπηρία 67% και πάνω από νοητική καθυστέρηση, φυσική αναπηρία ή ψυχική πάθηση, με βάση τη γνωμάτευση της οικείας πρωτοβάθμιας υγειονομικής επιτροπής, που εδρεύει σε κάθε νόμο. Δε λαμβάνεται υπόψη επαγγελματική ή ασφαλιστική αναπηρία,
β) είναι τυφλοί που είναι γραμμένοι στο γενικό μητρώο τυφλών, που τηρείται στην οικεία νομαρχία,
γ) είναι νευροπαθείς που τελούν υπό αιμοκάθαρση ή πρόσωπα που πάσχουν από μεσογειακή αναιμία και κάνουν μεταγγίσεις αίματος,
δ) είναι ανάπηροι αξιωματικοί ή οπλίτες, οι οποίοι με την ιδιότητα του ανάπηρου παίρνουν σύνταξη από το δημόσιο ταμείο ή αξιωματικοί οι οποίοι έχουν τεθεί σε κατάσταση πολεμικής διαθεσιμότητας ή αξιωματικοί που εξαιτίας πολεμικού τραύματος ή νοσήματος που επήλθε λόγω κακουχιών σε πολεμική περίοδο βρίσκονται σε κατάσταση υπηρεσίας γραφείου ή πρόσωπα που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του ν.1579/1950 (ΦΕΚ 286 Α’) και του ν.δ. 330/1947 (ΦΕΚ 84 Α’), ε) είναι θύματα πολέμου. Θύματα πολέμου κατά την έννοια του παρόντος είναι τα πρόσωπα που λαμβάνουν σύνταξη από πολεμική αιτία. Με τα θύματα πολέμου εξομοιώνονται και τα πρόσωπα τα οποία ως μέλη οικογενειών αξιωματικών και οπλιτών, οι οποίοι απεβίωσαν κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας σε ειρηνική περίοδο, δικαιούται σύνταξη από το δημόσιο ταμείο, στ) παίρνουν σύνταξη από το δημόσιο ταμείο ως ανάπηροι ή θύματα εθνικής αντίστασης ή εμφυλίου πολέμου σύμφωνα με τις διατάξεις των νόμων 1543/1985 (ΦΕΚ 73 Α’) και 1863/1985 (ΦΕΚ 204 Α’) όπως τροποποιήθηκαν με το ν.1976/1991 (ΦΕΚ 184 Α’).
6. Οι δαπάνες για έξοδα ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης των προσώπων που αναφέρονται στο άθροισμα 7 τα οποία συνοικούν με το φορολογούμενο και παρουσιάζουν αναπηρία 67% και πάνω από νοητική καθυστέρηση, φυσική αναπηρία ή ψυχική πάθηση, με βάση τη γνωμάτευση της οικείας πρωτοβάθμιας υγειονομικής επιτροπής που εδρεύει σε κάθε νόμο ή είναι τυφλή που είναι γραμμένη στο γενικό μητρώο τυφλών που τηρείται στην οικεία νομαρχεία, στη περίπτωση κατά την οποία έχουν αποκτήσει ετήσιο εισόδημα πάνω από 600.000 δραχμές κατά το ποσό που τα έξοδα αυτά υπερβαίνουν το πραγματικό φορολογούμενο ή απαλλασόμενο ετήσια εισόδημα των προσώπων αυτών προστίθεται στις δαπάνες του φορολογούμενο τον οποίο βαρύνουν. Αν αυτός δεν έχει εισόδημα ή το εισόδημά του είναι κατώτερο από το άθροισμα των δαπανών των παρ. 1 και 2 το ποσό αυτό προστίθεται στις δαπάνες του άλλου συζύγου.
7. Όσοι κατοικούν στην αλλοδαπή και αποκτούν εισόδημα από πηγή που βρίσκεται στην Ελλάδα δε δικαιούνται τις εκπτώσεις των παρ. 1 και 2. Αν προκύπτει εισόδημα σε περιπτώσεις σχολάζουσας κληρονομιάς επιδικίας ή μεσεγγύησης δεν υπολογίζονται εκπτώσεις.
8. Με αποφάσεις του Υπουργείου Οικονομικών οι οποίες δημοσιεύονται στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως καθορίζονται τα αγαθά και οι υπηρεσίες, καθώς και τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την αναγνώριση της συνδρομής των προϋποθέσεων για τον υπολογισμό των αφορολόγητων ποσών που ορίζονται από το άρθρο αυτό. Επίσης με κοινές αποφάσεις των υπουργών οικονομικών και υγείας, πρόνοιας και κοινωνικών ασφαλίσεων οι οποίες δημοσιεύονται στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται τα δικαιολογητικά τα οποία απαιτούνται για την απόδειξη του ποσοστού της αναπηρίας. Με τις αποφάσεις των προηγουμένων εδαφίων ορίζεται επίσης και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.
Η τεκμαρτή αυτή δαπάνη από κάθε επιβατικό αυτοκίνητο ιδιωτικής χρήσης μειώνεται ανάλογα με την παλαιότητά του η οποία υπολογίζεται από το έτος της πρώτης κυκλοφορίας του στην Ελλάδα, κατά το ποσοστό :
αα) 20% για χρονικό διάστημα πάνω από 5 έτη και μέχρι 10 έτη, ββ) 30% για χρονικό διάστημα πάνω από 10 έτη και μέχρι 15 έτη, γγ) 50% για χρονικό διάστημα πάνω από 15 έτη.
Το ίδιο ποσοστό μείωσης υπολογίζεται για τη δαπάνη που προκύπτει με βάση το αυτοκίνητο που έχει αγοραστεί από τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημόσιου Υλικού (Ο.Δ.Δ.Υ.) για τη δαπάνη που προκύπτει με βάση αυτοκίνητο που ανήκει στην κυριότητα του φορολογούμενου για χρονικό διάστημα πάνω από 10 έτη εφόσον αυτός έχει ηλικία πάνω από 60 έτη και αποκτά αποκλειστικώς εισοδήματα από συντάξεις ή και από ιδιοκατοίκηση κύριας και δευτερεύουσας κατοικίας, καθώς και όταν πρόκειται για επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης τα οποία είναι ειδικά διασκευασμένα για ανάπηρους. Ως επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης ειδικά διασκευασμένα για ανάπηρους θεωρούνται εκείνα που διασκευάστηκαν ύστερα από άδεια της αρμόδιας αρχής για να οδηγούνται από πρόσωπα που παρουσιάζουν αναπηρία με ποσοστό τουλάχιστον 67% από φυσική αναπηρία νοητική καθυστέρηση ή ψυχική πάθηση ή για να μεταφέρουν αυτά τα πρόσωπα μαζί με τα αντικείμενα που είναι απαραίτητα τη τη μετακίνησή τους.
δ) Η ετήσια δαπάνη που καταβάλλεται για οικιακούς βοηθούς, οδηγούς αυτοκινήτων δασκάλους και λοιπό προσωπικό, πολλαπλασιαζόμενη με συντελεστή δύο (2). Αν ο φορολογούμενος απασχολεί ένα μόνο οικιακό βοηθό η καταβαλλόμενη γι’ αυτόν ετήσια δαπάνη δεν αποτελεί τεκμήριο, όταν έχει τέκνο ηλικίας μέχρι 13 ετών που το βαρύνει με την προϋπόθεση ότι ο ίδιος και ο άλλος σύζυγος αποκτούν εισόδημα από παροχή εξαρτημένης εργασίας άσκηση εμπορικής ή γεωργικής επιχείρησης ή επαγγέλματος από αυτά που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 48 ατομικώς ή από συμμετοχή σε κοινοπραξία, κοινωνία, αστική κερδοσκοπική εταιρία ή σε ομόρρυθμη ή ετερόρρυθμη εταιρία ως ομόρρυθμο μέλος ή όταν ο ίδιος ή πρόσωπο που συνοικεί με αυτόν και το βαρύνει παρουσιάζει αναπηρία 67 % και πάνω από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία ή έχει ηλικία από 65 ετών.