“Ε! αδερφέ! Τι γίνεσαι;”Μου την είχε στημένη στην οδό Venice Beach, έναν παραλιακό δρόμο περιπάτου, για να μου χτυπήσει ελαφρά την πλάτη.
Προσπάθησα με δυσκολία να χαμογελάσω, και έστριψα σχεδόν ευγενικά το κάθισμά μου μακριά από αυτόν καθώς πλησίαζε, ελπίζοντας να αποφύγω μια πρόσωπο με πρόσωπο συζήτηση. Που τέτοια τύχη! Μ’ έπιασε.
“Βιετνάμ;”
“Δεν έχω πάει ποτέ”
“Καλά, δεν έχει σημασία. Παρά το πρόβλημά σου φαίνεται να είσαι καλά, ο θεός να σ΄ έχει καλά.”
Μου απάντησε ο μαλλιαρός άντρας που το χνώτο του βρωμούσε αλκοόλ.
“Και εσύ επίσης”, του είπα και έφυγα όσο πιο γρήγορα μπορούσα. Φάνηκε κάπως ενοχλημένος που δεν ήμουν τόσο θερμός. Στο κάτω- κάτω είμαστε “αδέρφια”, δεν είμαστε;
Δύο τετράγωνα πιο κάτω, ένας αυτόκλητος ιεροκήρυκας του δρόμου με είδε και σταμάτησε στη μέση του δρόμου ρίχνοντας το σχόλιο μετάνοιας για’ μένα.
“Ο Χριστός σ’ αγαπάει! Πίστεψε σ’ Αυτόν και θα σε αναστήσει!”
Αλήθεια; Τι καλά. Και να το’ ξέρα όλα αυτά τα χρόνια. Αυτή τη φορά υπήρχε μια λυπημένη μοχθηρία στην έκφρασή του, καθώς αρνήθηκα να πάρω τη φωτοτυπία με τη σωτηρία μου και ακάθεκτος συνέχισα να ρολάρω το κάθισμά μου.
Μα για περίμενε! Δεν το πιστεύω! Ένας τεράστιος σκύλος με λουρί μόλις κατούρησε τη δεξιά μου ρόδα. Τη ρόδα δηλαδή που πιάνω κάθε πέντε δευτερόλεπτα.
“Θα μπορούσατε να συμμαζέψετε τον αναιδέστατο σκύλο σας, παρακαλώ;”
“Συμμάζεψε εσύ τον εαυτό σου” ήταν η απάντηση που μου δόθηκε.
Από ότι καταλαβαίνετε μια ακόμη καταπληκτική ημέρα είχε ξεκινήσει.
Στίγμα. Ακόμη και ένα απλό σπρώξιμο στο αναπηρικό μου κάθισμα είναι αρκετό για να με φέρει αντιμέτωπο με το κοινωνικό ρεύμα που θέλει την αναπηρία υποτελή και να μου υπενθυμίσει τον σωρό των εμποδίων που πρόκειται να συναντήσω όταν έρθω αντιμέτωπος με την κοινωνική συμπεριφορά των ανθρώπων στο δρόμο.Δεν χρειάζονται ούτε ράμπες, ούτε κεκλιμένα επίπεδα. Τόσο οι ράμπες όσο και τα άλλα στοιχεία προσπελασιμότητας είναι προφανώς απαραίτητα, αλλά το μεγαλύτερο εμπόδιο είναι το στίγμα. Είναι εκείνο το στιγμιαίο συναίσθημα που προκύπτει όταν οι άνθρωποι καρφώνουν το βλέμμα τους σε εμένα. Και τότε αφού με κατηγοριοποιήσουν θα με κρίνουν σύμφωνα με ένα αρχαϊκό σύστημα αξιών που περιλαμβάνει πρωτόγονες φοβίες και σύνδρομα υπεροχής.
Λέγεται ότι υπάρχουν τρία μοντέλα πάνω με τα οποία οι άνθρωποι και η κοινωνία προσεγγίζουν
την αναπηρία- το μοντέλο της ηθικής, το ιατρικό μοντέλο και το μοντέλο των αστικών δικαιωμάτων.
Το ηθικό μοντέλο προκύπτει ως προϊόν αυθεντικής αμαρτίας, κακού κάρμα, κοσμικού οφέλους και κληρονομικής διαφθοράς. Με άλλα λόγια, υπάρχει ένας άλλος πραγματικός λόγος στον οποίο οφείλεται η αναπηρία σου, τόσο τρομακτικός που αποθαρρύνει κάθε εξερεύνηση. Αυτός ο λόγος είναι η αιτία που βρίσκεσαι καταδικασμένος μέσα σε ένα αναπηρικό κάθισμα. Υποτίθεται ότι αυτό το ηθικό μοντέλο ανήκει στην ιστορία και είναι παρελθόν.
Το ιατρικό μοντέλο, που εμφανίστηκε περίπου στα μέσα του 18ου αιώνα, υποστηρίζει ότι υπάρχει μια λογική αιτία εξ αιτίας της οποίας συμβαίνουν όλα τα κακά και οι αναπηρίες. Αυτό ενισχύεται και από τους ιατρούς που φέρονται να είναι καθ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του θεού και εξ αιτίας της ομοιότητας αυτής θεωρούν αυτονόητο πως οφείλετε να μεταβιβάσετε την ευθύνη για την φροντίδα του εαυτού σας, ώστε οι επαγγελματίες Ιατροί, εν ονόματι της επιστήμης, να εγκαθιδρύσουν την βασιλεία τους πάνω στο σώμα σας και στις ανάγκες σας.
Οι ιατροί δεν αντιλαμβάνονται το σώμα σας ως ενιαίο σύνολο, αλλά διατηρούν την ευχέρεια να κατακερματίσουν κάθε μέλος του σώματός σας και κάθε ανάγκη σας, ώστε να το εξετάσουν για να βρουν τις αιτίες παθογέννεσης ακόμα και όταν παθογένεση δεν υπάρχει.
Έτσι πρέπει να είσαστε εκ των προτέρων ασθενής, ανάπηρος, σακάτης, ή εν πάση περιπτώσει κάτι να μην πηγαίνει καλά με εσάς και σαν τέτοιο σας αντιμετωπίζουν. Η αποδοκιμασία του Ηθικού Μοντέλου είναι συμπεριφορά κοινωνικής υποκρισίας που συγκαλύπτει τις τιμωρίες που επιβάλλονται σε όσους δεν συμμορφώνονται. Να είστε όμως σίγουροι: Ανεξαρτήτως όλων, όλα γίνονται για καλό σας.
Το νέο τούρμπο και σέξι μοντέλο των civil rights (που στην Ελλάδα μεταφέρθηκε βλαχοφραγκιστί και έγινε συνδικαλιστικό μοντέλο) εμφανίστηκε για πρώτη φορά στα μέσα του 20ου αιώνα. Το παράδειγμα της Hellen Keller ήταν ένα από τα πιο γνωστά παραδείγματα ανθρώπων που όταν αντιμετώπισαν το καθεστώς των διακρίσεων τρελάθηκαν, την ψώνισαν και αντέδρασαν. Η Keller φρόντισε να μορφωθεί και ύστερα οργανώθηκε για να υπερασπίσει τα πολιτικά και ανθρώπινα δικαιώματα των ανθρώπων με αναπηρίες. Ακολούθως και άλλοι άνθρωποι και οργανώσεις, περιοδικά κατέβηκαν στους δρόμους και στα δικαστήρια για να διαδηλώσουν τη δυσαρέσκεια τους για την έλλειψη εκτίμησης της κοινωνίας. Εξ αιτίας της αδικίας πολλές από αυτές τις οργανώσεις και τους ανθρώπους υιοθέτησαν ακραίες και σπάνιες πολιτικές ενέργειες, όχι περισσότερο για να γιατρέψουν τα κακά, όσο για να συμβάλλουν στην ανάπτυξη πολιτικής συνείδησης που να αποδέχεται τη δημιουργία προστατευτικής νομοθεσίας. Η πρόσφατη ψήφιση του ADA, έδωσε στους ανθρώπους με αναπηρίες νομική εξουσία. Το ADA τελικά ήταν ένα μοντέλο που μπορεί να δουλέψει. Παρ’ όλα αυτά εξακολουθούν να μας κατηγορούν. Όσοι από εμάς μιλούμε για κοινωνική αδικία κατηγορούμαστε σαν μίζεροι, όσοι διαμαρτυρόμαστε όταν μας αποκαλούν ως άτομα με ειδικές ανάγκες, ή σακάτηδες ή αδικημένους ή θύματα θεωρούμαστε λιγότερο σέξι.
Η αντίληψη που έχει η κοινωνία για εμάς δεν έχει καμία σχέση με εμάς. Οι περισσότερες τηλεοπτικές ιστορίες και κινηματογραφικά έργα αναφέρονται στην αναπηρία σαν να πρόκειται για υπέρβαση κάποιας τραγωδίας. Ακόμα και οι λεγόμενοι προοδευτικοί χρησιμοποιούν την αναπηρία για να συμβάλουν στην νομιμοποίηση των διεκδικήσεών τους. Για παράδειγμα οι προοδευτικές φεμινίστριες χρησιμοποιούν την αναπηρία ως επιχείρημα για την νομιμοποίηση της εκτρώσεως.
Υπάρχουν πολλοί “αδιάφθοροι” και πολλοί φιλόσοφοι του δρόμου που με φθηνές ρητορίες προσπαθούν να μας πείσουν για την ευαισθησία τους αλλά και για την συντροφικότητα που υπάρχει στην κοινωνία. Το πρόβλημα είναι ότι το ηθικό μοντέλο εξακολουθεί να εξουσιάζει. Η άφεση αμαρτιών και η δικαίωση στον παράδεισο αποτελούν τη βάση των πεποιθήσεων της κοινωνίας και είναι αυτό που πρέπει να πολεμήσουμε με νύχια και με δόντια. Όλοι μας πρέπει να γίνουμε εκπαιδευτές της κοινωνίας για τα δικαιώματα, τα ορθώς θεωρούμενα ασφαλιστικά προνόμια, τα πολεοδομικά και νομικά εμπόδια, τις απολαύσεις και τα καρδιοχτύπια της αναπηρίας. Μερικές φορές γίνεται βαρετό και μας εκνευρίζει και οι περισσότεροι από αυτούς που συναναστρεφόμαστε κάνουν λάθος ερωτήσεις.
Όλοι οι άνθρωποι με αναπηρίες είναι υποχρεωμένοι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να συνηγορήσουν υπέρ της διαφοράς τους. Αλλά όσοι αποδεχθούν ότι διαφέρουνε, τότε χάνουν το παιχνίδι και πέφτουν θύματα της κυρίαρχης ιδεολογίας και των μαζικών συμπεριφορών. Δεν έχουμε και πολλές επιλογές. Από τη μια είναι ο ρόλος του συνδικαλιστή ανάπηρου και από την άλλη ο ρόλος του καλόβουλου αναπήρου που του χαϊδεύουν το λιγδιασμένο του κεφάλι όσοι αισθάνονται ευαίσθητη με τα άτομα με ειδικές ανάγκες. Υπάρχει και ένας τρίτος ρόλος ο συνήγορος της αναπηρίας, αλλά αυτόν τον θεωρούνε ξενέρωτο ακόμα και οι ανάπηροι. Αυτό που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε είναι ότι πρέπει να προσεγγίζουμε τους ικανούς σωματικά ως κοινωνική ομάδα που απαιτεί πολύ ειδικές στρατηγικές. Πρέπει να τους καθοδηγήσουμε ώστε να αποφεύγουν κάθε συμπεριφορά που αποβαίνει σε βάρος της κοινότητας των αναπήρων. Όπως και να’ χει το πράγμα η συμπεριφορά τόσο των μορφωμένων, όσο και των άξεστων λαϊκιστών δεν διαφέρει στην βάση της όταν προσεγγίζουν την αναπηρία των ανθρώπων. Έτσι λοιπόν δεν είναι απολύτως ασφαλές το να πεις ότι προχωρείς για την κοινωνικοποίησή σου. Έχουμε ακόμη πολύ δρόμο μέχρι την ημέρα που θα σταματήσουμε να ακούμε προσβολές και μέχρι τότε δεν είμαστε ελεύθεροι ούτε ακόμη και μέσα στο σπίτι μας.
Όλα χορεύουν στον ρυθμό του στίγματος. Και να είστε σίγουροι ότι το στίγμα σας την έχει στημένη.
Του Alan Toy, από το New Mobility Δεκέμβριος 1994