Στυτική δυσλειτουργία ορίζεται η επίμονη ανικανότητα ενός άνδρα να επιτύχει και να διατηρήσει ικανοποιητική στύση, ώστε να έχει σεξουαλική δραστηριότητα.
Αποδεδειγμένα εκατό εκατομμύρια άνδρες σε όλο τον κόσμο πάσχουν από κάποια μορφή στυτικής δυσλειτουργίας, ενώ οι ειδικοί εκτιμούν ότι στην πραγματικότητα ο αριθμός αυτός είναι πολύ μεγαλύτερος.
Τελευταίες έρευνες αναφέρουν ότι το 10% των ανδρών ηλικίας 40 έως 70 ετών αντιμετωπίζει προβλήματα με τη στύση του, ενώ το ποσοστό αυτό αυξάνεται με την πρόοδο της ηλικίας. Οι άνδρες παραδοσιακά δείχνουν απροθυμία να αναφέρουν προβλήματα που σχετίζονται με το σεξ και τα γεννητικά τους όργανα στο γιατρό, και αυτό γιατί η γενετήσια έκφραση στον άνδρα έχει πολύ σημαντικό ψυχολογικό αντίκτυπο σε όλες τις κοινωνικές του εκδηλώσεις.
Στο 4ο Πανελλήνιο Ανδρολογικό Συνέδριο που διεξήχθη από τις 10 μέχρι τις 12 Νοεμβρίου 2000, διακεκριμένοι επιστήμονες από τις εμπλεκόμενες ειδικότητες συζήτησαν το πλέγμα των προβλημάτων που συνιστά η στυτική δυσλειτουργία σήμερα.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, η σεξουαλική επιθυμία είναι η κινητήριος δύναμη, η οποία είναι κατά βάση βιολογική και εμφανίζεται στον άνθρωπο ως λειτουργία αναπαραγωγής.
Τρεις συνιστώσες συνθέτουν τη σεξουαλική επιθυμία:
– Η σεξουαλική ορμή
– Τα σεξουαλικά κίνητρα
– Οι προσδοκίες του άνδρα από μια σχέση
Οι συνιστώσες αυτές έχουν ξεκάθαρα ψυχοκοινωνική προέλευση. Η μετατροπή όμως της σεξουαλικής επιθυμίας σε ερωτική διάθεση και επαφή απαιτεί τη συμμετοχή βιολογικών παραγόντων και γι΄ αυτό υπόκειται στην επίδραση διαφόρων ασθενειών ή νοσημάτων.
Η επίτευξη της στύσης πραγματοποιείται όταν το πέος και πιο συγκεκριμένα τα σηραγγώδη σώματά του γεμίζουν με αίμα. Τα σηραγγώδη σώματα είναι ειδικά διαμορφωμένοι αγγειακοί χώροι που γεμίζουν με αίμα έπειτα από τα ερεθίσματα της σεξουαλικής επιθυμίας. Σε αυτό το γεγονός οφείλεται η διόγκωση και η σκλήρυνση του πέους, που διατηρούνται μέχρι το τέλος της σεξουαλικής επαφής.
Η αιτιολογία της στυτικής δυσλειτουργίας είναι πάντα πολυπαραγοντική και έχει σαφείς ψυχοκοινωνικές και βιολογικές παραμέτρους. Όλο και περισσότερο, οι ειδικοί επιστήμονες ταυτίζουν τα χρόνια νοσήματα με το κύριο αίτιο. Η αθηροσκλήρυνση, η καρδιαγγειακή νόσος, η υπέρταση, ο διαβήτης, καθώς και οι παρενέργειες των φαρμάκων που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπισή των παραπάνω νοσημάτων ενοχοποιούνται όλο και συχνότερα. Οι ψυχογενείς παράγοντες συμβάλλουν στις στυτικές δυσλειτουργίες στην πλειονότητα των περιπτώσεων, ακόμα και όταν δεν αποτελούν το κύριο αίτιο. Ένας ασθενής, για παράδειγμα, που έχει υποβληθεί σε επέμβαση bypass, μπορεί να φοβάται ότι η σεξουαλική δραστηριότητα ίσως του προκαλέσει έμφραγμα και συνεπώς να παρουσιάζει στυτική δυσλειτουργία.
Μέρος των συζητήσεων του συνεδρίου αφιερώθηκε και στο διάλογο για το viagra, το φάρμακο-θαύμα της εποχής μας. Η κυκλοφορία του προκάλεσε πάταγο, μιας και οι πρώτες μελέτες απέδειξαν ότι η χρήση του προσέφερε εντυπωσιακή βελτίωση στην ποιότητα ζωής των ασθενών που υπέφεραν από στυτική δυσλειτουργία οργανικής και ψυχολογικής αιτιολογίας. Επιπλέον, χειριζόταν με τον πιο άνετο τρόπο ένα πρόβλημα ευαίσθητο, για το οποίο δύσκολα ο ασθενής θα μπορούσε να ανατρέξει στον ειδικό επιστήμονα. Μέχρι τότε, η στυτική δυσλειτουργία αντιμετωπιζόταν με ψυχοθεραπεία και ειδικές ενέσεις που γίνονται απευθείας στο πέος, λύσεις όχι ιδιαίτερα δημοφιλείς.
Γρήγορα όμως, οι αναφορές θανάτων από τη χρήση και κατάχρηση του φαρμάκου σκίασαν την επιτυχία του. Σήμερα, η χορήγησή του αντενδείκνυται σε ασθενείς που πάσχουν από την καρδιά τους και λαμβάνουν νιτρώδη σκευάσματα ή σε ασθενείς που λόγω σοβαρών καρδιαγγειακών διαταραχών δεν επιτρέπεται να έχουν σεξουαλική δραστηριότητα. Επίσης, δεν πρέπει να χορηγείται σε ασθενείς που έχουν υποστεί πρόσφατα εγκεφαλικό επεισόδιο ή έμφραγμα, έχουν σοβαρές ηπατικές διαταραχές, υπόταση και εκφυλιστικές αμφιβληστροειδοπάθειες.
Οι επιστήμονες του συνεδρίου κατέληξαν ότι μεγάλη σημασία πρέπει να δοθεί στην αγωγή υγείας του πληθυσμού των ανδρών. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι τα προβλήματα της στυτικής δυσλειτουργίας είναι αντικείμενο τριών ειδικών επιστημόνων, του ψυχιάτρου, του ανδρολόγου και του ενδοκρινολόγου. Η αντιμετώπιση του προβλήματος από τον ασθενή χωρίς προκατάληψη και η έγκαιρη επίσκεψή του στον ειδικό, ώστε να συζητήσει το πρόβλημά του και να πάρει τις σωστές κατευθύνσεις, αποτελούν τον πιο ασφαλή τρόπο για την ανακούφισή του.
Ρεπορτάζ: Γιάννης Δεβετζόγλου, δημοσιογράφος
Επιμέλεια: Γιώργος Καραχάλιος, ιατρός