ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΓΟΥΡΟΣ, ΝΟΜΑΡΧΗΣ ΑΘΗΝΩΝ «Αν τα κλείσουμε δεν υπάρχει καμία λύση για τους ηλικιωμένους». Η εικόνα που αντικρίσαμε σε γηροκομείο του κέντρου μιλάει μόνη της: Υπερήλικες ξαπλωμένοι ανάσκελα σε ράτζα, ο ένας δίπλα στον άλλο. Εγκαταλειμμένοι από τους συγγενείς, οι περισσότεροι δεν σηκώνονται καν από το κρεβάτι, αφού δεν τους βοηθάει κανείς. Εμφανώς υποσιτισμένοι, δεν βρίσκουν ούτε τη δύναμη να μιλήσουν.
Στον ίδιο πλαστικό κεσέ με τα αποφάγια του χθες, τους έβαλαν λίγο (φρέσκο;) φαγητό.
Τα περισσότερα γηροκομεία που λειτουργούν σε συνθήκες αθλιότητας και χωρίς άδεια βρίσκονται στο κέντρο της Αθήνας (Πατήσια, πλατεία Βικτωρίας), εξασφαλίζοντας φθηνό ενοίκιο. Και ασφαλώς εδώ η ιατρική φροντίδα είναι ανύπαρκτη. Είναι φανερό πως όποιος γιατρός και να τους έβλεπε, θα τους έστελνε σε κάποιο νοσοκομείο.
Με εντολή του νομάρχη Αθηνών συνεχίζονται οι έλεγχοι στα γηροκομεία. Εκτός των υγειονομικών παραβάσεων, ορισμένες «μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων» είχαν ελεχθεί στο παρελθόν και εξακολουθούν να λειτουργούν παράνομα, ενώ τους έχουν επιβληθεί πρόστιμα και έχουν εκδοθεί αποφάσεις διακοπής της λειτουργίας τους.
Ο νομάρχης Γιάννης Σγουρός επισκέφθηκε τον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών κ. Παπαγγελόπουλο, καταθέτοντας το φάκελο με τα στοιχεία των ελέγχων που διηνεργήθηκαν στα γηροκομεία. Και σε δήλωσή του επισημαίνει: «Οι έλεγχοι θα συνεχισθούν, ιδιαιτέρα σε χώρους όπου ο ανθρώπινος πόνος αντί να συναντά την αξιοπρέπεια και το σεβασμό συναντά την εκμετάλλευση και την κακομεταχείριση».
«Κάποια από αυτά είναι επιχειρήσεις με σκοπό το κέρδος, δεν είναι φιλανθρωπικά ιδρύματα», εξηγεί γιατρός που εργάσθηκε σε ορισμένα από αυτά «από ανάγκη» στην αρχή της καριέρας του και δεν θέλησε να αναφερθεί το όνομά του.
Σ’ αυτά φιλοξενούνται άνθρωποι ηλικίας άνω των 60 ετών. Τα παιδιά τους κάποια στιγμή αποφασίζουν πως δεν τους θέλουν στο σπίτι, γιατί επιβαρύνουν την οικογένεια, και προτιμούν να τους στείλουν σε οίκο ευγηρίας πληρώνοντας τα έξοδα και επιπλέον τη σύνταξή τους. Υπάρχει και η κατηγορία των ασθενών που εγκαταλείπονται στη τύχη τους, αλλά και η προσωρινή φιλοξενία. Συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις αποφασίζουν τα παιδιά να πάνε διακοπές, τους στέλνουν στο γηροκομείο για ένα μήνα και στη συνέχεια κάνουν συμφωνία με το γηροκομείο. Τους κρατάνε για λίγες μέρες στο σπίτι και τις υπόλοιπες μένουν στο γηροκομείο.
Η ανθρωπιά που θα δείξει το προσωπικό είναι σε συνάρτηση με το φιλοδώρημα. Υπάρχουν νοσοκόμες που βγάζουν ένα δεύτερο μισθό από τους συγγενείς, με την υπόσχεση να διατηρούν καθαρό τον ηλικιωμένο και να του παρέχουν ένα ανθρώπινο πιάτο φαγητό».
Ανύπαρκτες δομές πρόνοιας
Οι επιστημονικές απόψεις πλέον βασίζονται σε μία αντίληψη: την ύπαρξη δομών πρόνοιας που θα βοηθούν τον ηλικιωμένο να παραμένει στο σπίτι και τη γειτονιά του (παρέχοντας έστω ένα πιάτο φαγητό, φάρμακα, στοιχειώδη καθαριότητα χώρου). Τη χώρα μας χαρακτηρίζει η ανυπαρξία αυτών των δομών πρόνοιας για τη στήριξη των ηλικιωμένων, ώστε να μπορούν να επιβιώσουν στη δική τους στέγη.
Ρωτώντας για την έλλειψη κρατικών δομών πρόνοιας, που να παρέχουν βοήθεια σε ανήμπορους ηλικιωμένους, η απάντηση του νομάρχη είναι ότι «το υπουργείο Υγείας καθορίζει την πολιτική σε ζητήματα ηλικιωμένων. Η νομαρχία δίνει την άδεια λειτουργίας εφόσον πληρούνται περίπου 15 προϋποθέσεις. Αλλά υπάρχουν και πολλά γηροκομεία που λειτουργούν χωρίς άδεια».
Διευκρινίζεται επίσης ότι ο νόμος δεν δίνει το δικαίωμα στις υπηρεσίες της Νομαρχίας να κλείσουν όσες στέγες ηλικιωμένων δεν πληρούν τις προϋποθέσεις υγιούς διαβίωσης. Μοναδικό μέτρο η δικαστική οδός για υγειονομικές παραβάσεις, δηλαδή ένα πρόστιμο.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση γηροκομείου στη Λυκόβρυση, στο οποίο όπως αναφέρουν οι αρμόδιοι υπάλληλοι που πήγαν για έλεγχο (το 2003), αντίκρισαν αποστεωμένους γέροντες και ζήτησαν την επείγουσα μεταφορά τους σε νοσοκομείο. Το αποτέλεσμα είναι το γηροκομείο να λειτουργεί ακόμη και σήμερα, ενώ η υπόθεση δεν εκδικάστηκε ακόμη (ύστερα από δύο αναβολές). Πρόκειται για υποθέσεις που εκδικάζονται σε Ειρηνοδικείο και προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος (εξαγοράσιμη). Το βασανιστικό ερώτημα που θέτουν οι ελεγκτές υγείας είναι πόσοι άνθρωποι θα έχουν χάσει τη ζωή τους κι ακόμη πόσες χιλιάδες ευρώ θα έχουν κερδίσει σ’ αυτό το χρονικό διάστημα διάφοροι κερδοσκόποι.
Ο νομάρχης θέτει κι ακόμη ένα βασανιστικό ερώτημα: Κι αν το κλείσεις, πού πας τους γέροντες μετά; Μια φράση που δίνει απάντηση στο γιατί ο νόμος στη χώρα μας είναι τόσο επιεικής με τα γηροκομεία. Αναγκαστικά σε αυτή την περίπτωση το Δημόσιο θα πρέπει να δημιουργήσει κρατικά ιδρύματα ή άλλες υποστηρικτικές δομές: «Στο γηροκομείο της Λυκόβρυσης συνατήσαμε την απόλυτη αθλιότητα, τα γερόντια είχαν φθάσει να ζυγίσουν 30 κιλά. Ο αντινομάρχης και οι ελεγκτές δέχθηκαν επίθεση από τους συγγενείς των ηλικιωμένων, που ήταν έτοιμοι να τους στείλουν στον Αγιο Πέτρο για να τους πάρουν την περιουσία…».
Επίσης, χαρακτηριστικά αναφέρουν και γηροκομείο στην παραλία της Γλυφάδας, το οποίο στέλνουν οι έλεγχοι στον εισαγγελέα από το 1989 και η κατάσταση παραμένει η ίδια. Εφόσον δεν υπάρχουν κρατικά γηροκομεία, ο νόμος δεν είναι αυστηρός. Αλλά για να αποφευχθεί η καθαρή εκμετάλλευση, επαναλαμβάνουν οι ελεγκτές-αυτόπτες μάρτυρες, πρέπει να ακολουθήσουμε τις σύγχρονες προνοιακές αντιλήψεις, οι οποίες προτείνουν την αποασυλοποίηση.
Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι από 16 οίκους ευγηρίας που ελέχθησαν στην ευρύτερη περιοχή της Νομαρχίας Αθηνών, μόνο οι δύο λειτουργούσαν χωρίς παραλείψεις, παρατυπίες και υγειονομικά προβλήματα. Ηδη εναντίον των εννέα από αυτούς κατατέθηκαν μηνυτήριες αναφορές στον εισαγγελέα Πρωτοδικών της Αθήνας.
Απογοητευτική χαρακτηρίζει η Νομαρχία την κατάσταση που επικρατεί στην πλειονότητα των γηροκομείων, όπως προκύπτει από τους δειγματοληπτικούς ελέγχους που πραγματοποιήθηκαν. Αλλά «το δράμα των ηλικιωμένων ξεκινάει στις 11 το βράδυ, όταν κλείνει η πόρτα των γηροκομείων και μένουν άνθρωποι κυριολεκτικά πεταμένοι και άλλοι άρρωστοι χωρίς να πάρουν τα φάρμακά τους. Μια γυναίκα μού τηλεφώνησε εξηγώντας πώς πέταξαν έξω κάποιον συγγενή της, έναν γέροντα ηλικιωμένο», εξηγεί ο κ. Σγουρός, προσθέτοντας ότι «απαιτείται η αλλαγή νομοθετικού πλαισίου διότι εμείς το πολύ να κάνουμε μια διακοπή, να μπει κάποιο πρόστιμο, ο ιδιοκτήτης θα προχωρήσει σε ασφαλιστικά μέτρα, η υπόθεση θα πάει στα δικαστήρια, που θα κρατήσουν τέσσερα χρόνια. Δηλαδή αυτά τα γηροκομεία θα λειτουργούν αυτά τα τέσσερα χρόνια. Το πρόστιμο που καθορίζεται μέχρι 65.000 ευρώ στη συνέχεια πέφτει στα 15.000. Και το χειρότερο είναι πως αν τα κλείσουμε, δεν υπάρχει καμία λύση για τους γέροντες».
Ποινικές διώξεις
Στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών εστάλη στις 9 Αυγούστου η πρώτη έκθεση των εποπτών Δημόσιας Υγείας, αναφέροντας ορισμένες περιπτώσεις γηροκομείων:
Κατά του Π. Βασιλάκου, ιδιοκτήτη οίκου ευγηρίας που βρίσκεται στην οδό Τενέδου στο κέντρο της Αθήνας, ζητώντας την ποινική δίωξή του «ως υπαιτίου δημιουργίας ανθυγιεινών καταστάσεων επικίνδυνων για τη δημόσια υγεία».
Συγκεκριμένα, στην έκθεση μηνύσεως αναφέρεται ότι δεν υπήρχαν ατομικά βιβλιάρια υγείας σε εργαζομένους, το ένα ψυγείο συντήρησης βρισκόταν σε υπαίθριο χώρο, σε άλλο ψυγείο συντήρησης τροφίμων είχαν τοποθετηθεί μαζί τρόφιμα και φάρμακα. Στην αποθήκη, που βρίσκεται στο βάθος του ακάλυπτου, ήταν αποθηκευμένα μαζί απορρυπαντικά και τρόφιμα, όλα ακουμπισμένα στο δάπεδο. Στον ίδιο χώρο βρίσκεται το πλυντήριο και η δεξαμενή πετρελαίου. Στους τοίχους της κουζίνας σπασμένα πλακάκια, μαγειρικά σκεύη φθαρμένα, με καμένες τροφές. Σεντόνια και κουβέρτες αποθηκευμένα μέσα σε τουαλέτα. Δίπλα σε άλλη τουαλέτα, η αποθήκη τροφίμων. Το περιεχόμενο των δοχείων στο ψυγείο ήταν αδύνατο να αναγνωρισθεί, ενώ σε κάποιο από αυτά υπήρχαν τρία κιλά βρασμένου κρέατος με μελανή απόχρωση και επιφανειακά χαλασμένο. Αποθηκευμένο ήταν και δοχείο με 17 κιλά λάδι με οξειδώσεις, διογκωμένο.
Στον οίκο ευγηρίας Κ. Τούμπα (Ζωσίμου 4), που λειτουργούσε χωρίς άδεια, στο ψυγείο βρέθηκαν 4 κιλά κρέας πουλερικών ρυπασμένο από μύγες και στην κατάψυξη άλλα 40 κιλά κρέατος το οποίο χαρακτηρίστηκε από τους ελεγκτές ακατάλληλο.
Στον οίκο ευγηρίας της Α. Χείλαρη (Αγ. Λαύρας Πατήσια), οι ελεγκτές μεταξύ άλλων διαπίστωσαν ότι η επιχείρηση λειτουργεί χωρίς άδεια, το κτίριο δεν είχε συντηρηθεί, η αυλή ήταν βρώμικη, υπήρχε υγρασία, οι προθήκες και τα ντουλάπια ήταν βρώμικα, σχεδόν κατεστραμμένα. Ακόμη και το ψωμί βρισκόταν στο… πάτωμα.
Στον οίκο ευγηρίας Δ. Σπανομανώλη (Σμύρνης 4), που επίσης λειτουργούσε χωρίς άδεια, οι τοίχοι ήταν γεμάτοι ρωγμές, το κτίριο είχε πολλά χρόνια να συντηρηθεί. Η αποθήκη τροφίμων και η παρασκευή του φαγητού γινόταν στο υπόγειο, τα τρόφιμα ήταν τοποθετημένα στο πάτωμα. Βρέθηκε μεγάλος αριθμός από κεσεδάκια γιαουρτιού με υπολείμματα φαγητού ρυπασμένα από έντομα. Τα χρησιμοποιούσαν βρώμικα ως σκεύη σερβιρίσματος φαγητού.
Στον οίκο ευγηρίας Ν. Γιαλούρη (Νικοπόλεως 4), που λειτουργούσε και αυτός χωρίς άδεια, υπήρχαν επίσης ρωγμές στους τοίχους, τα πατώματα είχαν επίσης φθαρεί, το κτίριο όπως και τα προηγούμενα δεν είχε συντηρηθεί και το υπόγειο είχε μετατραπεί σε αποθήκη τροφίμων με ανοιχτά τα παράθυρα. Τα μαγειρικά σκεύη βρέθηκαν στον εξωτερικό χώρο, στο δάπεδο και τα σκαλοπάτια. Οι προθήκες και τα ντουλάπια, βρώμικα και κατεστραμμένα από την υγρασία, οι δίσκοι σερβιρίσματος στο πάτωμα. Και στους 4 οίκους ευγηρίας οι ελεγκτές υγείας βρήκαν μόνο αλλοδαπούς υπαλλήλους, οι οποίοι δεν διέθεταν ατομικά βιβλιάρια υγείας.
Σύγχρονο φαινόμενο
Παλιά τους ηλικιωμένους τους είχαμε ανάγκη, τώρα η κοινωνία και η τεχνολογία τούς έθεσαν στο περιθώριο. Τους αντικατέστησε η τηλεόραση. Στη σύγχρονη κοινωνία μας το νέο είναι υγιές, το γέρικο η ασθένεια, εξηγεί ο γενικός γραμματέας του συλλόγου Ελλήνων Κοινωνιολόγων, Χρήστος Πατσός:
«Σε αντίθεση με τις παραδοσιακές κοινωνίες, οι σύγχρονες αντιμετωπίζουν τα μέλη τους σε προχωρημένη ηλικία ως “άχρηστους”. Με τη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας υπάρχει η αντίληψη ότι δεν χρησιμεύουν τόσο στην οικονομία όσο και στην κοινωνία, με αποτέλεσμα να τους “παροπλίζουν” και να τους “παρκάρουν” σε οίκους ευγηρίας και να τους εγκαταλείπουν τα παιδιά τους, αλλά και γενικότερα η κοινωνία.
»Αυτό είναι πρόσφατο φαινόμενο, εμφανίστηκε περίπου στη δεκαετία του ’80. Στις παραδοσιακές κοινωνίες εκτιμούσαν τη συσσωρευμένη γνώση και εμπειρία τους. Η λέξη Γερουσία ως νομοθετικό όργανο θυμίζει την αναγνώρισή τους. Σήμερα όμως, που τα πάντα ανατρέπονται και η τεχνολογία απαιτεί νέα άτομα, ψυχικά, σωματικά και νοητικά, που ν’ αντέχουν.
»Εκτός της οικονομίας, σε επίπεδο κοινωνίας, όταν υπήρχε συλλογική παραγωγή, η γνώση και εμπειρία των ηλικιωμένων ήταν αναγκαία για ν’ αντεπεξέλθουν στις δυσκολίες τα νέα μέλη. Στη σύγχρονη οικογένεια δεν υπάρχει θέση για τον παππού και τη γιαγιά. Υπάρχει το ημερήσιο σχολείο, ο δάσκαλος για το ιδιαίτερο μάθημα, ακόμη και το παραμύθι της γιαγιάς έχει αντικατασταθεί από την τηλεόραση και τα νεανικά περιοδικά.
»Ετσι το γήρας αντιμετωπίζεται ως ασθένεια που πρέπει να την κρύψουμε σε ιδρύματα, να την αποφύγουμε. Επιπλέον ο ηλικιωμένος μας θυμίζει ότι υπάρχει ένα τέλος και οι σύγχρονες κοινωνίες μας δεν θέλουν να το αποδεχθούν».
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ – 05/09/2005
Της ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΔΑΜΑ