Η θεραπεία των Masters και Johnson για τη σεξουαλική δυσλειτουργία χρησιμοποιώντας έμμισθους υποκαταστάτες είναι καιρό τώρα που έχει δυσφημιστεί από θεραπευτές. Τώρα η κλινική της Μελβούρνης σχεδιάζει να αναστήσει αυτή την αμφισβητούμενη θεραπεία. Από την Angie Fox και την Julie Szego.
Περισσότερο από 60 χρόνια πριν, οι ‘γκουρού’ της σύγχρονης σεξουαλικής θεραπείας, o Dr William H. Masters και η Virginia E. Johnson, ανέθεσαν στους ζευγαρωμένους ασθενείς τους σκληρή εργασία για το σπίτι. Σε αυτούς που πάσχιζαν να βρουν τη κλειτορίδα ή να κατανοήσουν τη «τεχνική της πίεσης» για να εμποδίσουν την πρόωρη εκσπερμάτωση, τους διαβάστηκε το εγχειρίδιο και τους είπανε να πάνε να «παίξουνε».
Για τους ασθενείς χωρίς συντρόφους, η τολμηρή λύση των Masters και Johnson ήταν η θεραπεία με «υποκαταστάτη»- παρείχανε προφορική συμβουλευτική σε έναν ασθενή, ο οποίος μετά έκανε τη συμβουλή πράξη με έναν υποκαταστάτη, εκπαιδευμένο να προκαλέσει μια σεξουαλική σχέση.
Παρά τα χαλαρά κριτήρια της εποχής, και το γεγονός ότι άνθισε στο St Louis την πόλη των θεραπευτών, σύμφωνα με τον ψυχολόγο Bob Montgomery του Πανεπιστημίου της Canberra η πρακτική θεωρείται ακόμη και σήμερα από την κοινή γνώμη, ως «ανήθικη, μη-επαγγελματική, παλιομοδίτικη και ριψοκίνδυνη».
Ο Ισραηλινός ψυχολόγος Ilan Biran και ο συνάδελφός του Brian Hickman στη Μελβούρνη- δύο εκκεντρικές προσωπικότητες σχεδιάζουν να ταρακουνήσουν το καθεστώς της σεξολογίας με το να ανοίξουν μια κλινική που προσφέρει θεραπεία με υποκαταστάτη.
Η ιδέα για τον Hickman, σεξολόγο-θεραπευτή με 15 χρόνια εμπειρία (και διάσημος, ανάμεσα σε άλλα, για το λανσάρισμα μιας «καλλυντικής» κρέμας για το αιδοίο που αυξάνει την ευχαρίστηση) είναι να θεραπεύσει ασθενείς που πάσχουν από σεξουαλικές δυσλειτουργίες στα δωμάτιά του στην Ανατολική Μελβούρνη υπό την επιτήρηση του Biran. Οι ασθενείς θα έχουν επίσης εβδομαδιαίες συνεδρίες με ένα υποκαταστάτη σε ένα διαμέρισμα της πόλης.
Ο Hickman έχει ξεκινήσει να βάζει αγγελίες ζητώντας άντρες και γυναίκες υποκαταστάτες. Ψάχνει ανθρώπους με εμπειρία στη νοσηλευτική, τη ψυχολογία, τη κοινωνική εργασία ή την εναλλακτική θεραπεία, που έχουν «ώριμη σεξουαλικότητα, μια καλά οργανωμένη προσωπικότητα και συναισθηματική σταθερότητα».
Οι δύο τους τονίζουν ότι η δουλειά της κλινικής είναι άκρως διαφορετική από την επιχείρηση των οίκων ανοχής. «Η σχέση με μια πόρνη είναι μια διαπραγμάτευση όπου ο ένας πληρώνει και η άλλη δανείζει το σώμα της», λέει ο Biran, ένας 58χρονος με μια υπνωτική φωνή και ένα μεγάλο μούσι, που συνήθως ντύνεται στα μαύρα.
«Εδώ οι ασθενείς μαθαίνουν να χτίζουν αμοιβαίες σχέσεις. Αυτό είναι που εννοείται ως θεραπεία για τους ανθρώπους που χρειάζονται το πειραματικό εργαστήριο διότι δεν μπορούν ακόμα να ανταποκριθούν στη πραγματική ζωή. Ανησυχώ όταν ο ασθενής δεν ερωτεύεται τον υποκαταστάτη γιατί αυτό σημαίνει ότι τίποτα δεν γίνεται στη θεραπευτική διαδικασία».
Φιλοσοφικά, η θεραπεία του υποκαταστάτη ήταν μια επέκταση της προσέγγισης «μπορώ και κάνω» των Masters και Johnson, που εφαρμόζει αρχές της σύγχρονης συμπεριφοριστικής ψυχολογίας στη σεξουαλική δυσλειτουργία. Η έμφαση στη «σεξουαλική λειτουργία και ευχαρίστηση» έριξε μια βόμβα στους παραδοσιακούς Φροϋδικούς αναλυτές, που εισχωρούσαν στο παρελθόν του ασθενή τους για να βρουν απαντήσεις.
Η εξάσκηση τελειοποιεί ήταν το μότο- και δεν ισχύει λιγότερο για αυτούς με προβλήματα να αντιμετωπίσουν αλλά χωρίς σύντροφο να βοηθήσει. Οι υποκαταστάτες δούλευαν στενά με τους θεραπευτές και τους ασθενείς σε μια «τριγωνική» σύσταση που εστίαζε πάνω σε συγκεκριμένους στόχους. Στις μεταγενέστερες δεκαετίες, αυτή η αποσύνδεση των κλινικών από το σεξ μεταξύ αγνώστων συνταίριαξε με την αλλαγή των εποχών.
«Ξεκίνησε από την περίοδο του ελεύθερου έρωτα της δεκαετίας του ’60, και συνεχίστηκε το ’70 με το κίνημα των γυναικών και τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων», λέει ο σεξολόγος θεραπευτής McCann, της Αυστραλέζικης Κοινωνίας των Εκπαιδευτών, Ερευνητών και Θεραπευτών του Σεξ (ASSERT). «Ήταν η κατάλληλη εποχή γι’ αυτό που κάναμε».
Ο McCann λέει ότι η θεραπεία κατάφερε να διακριθεί στο Σίδνεϊ τη δεκαετία του ’70, κυρίως χάρις τις προσπάθειες του χαρισματικού ιατρού και σεξολόγου θεραπευτή Derek Richardson, που εκπαίδευε υποκαταστάτες για να δουλέψουνε γι’ αυτόν.
Αλλά από τη δεκαετία του ’90, τα πράγματα άλλαξαν. Η επιδημία του AIDS εισήγαγε ρίσκα που λίγοι μπορούσαν να πάρουν, οι θεραπευτές άρχισαν να αμφιβάλλουν για την αποτελεσματικότητα μιας θεραπείας σχεδιασμένη με τέτοιο τρόπο και οι υποκαταστάτες άρχισαν να ανησυχούν.
Ο Montgomery λέει ότι οι υποκαταστάτες που χρησιμοποιούσαν οι Masters και Johnson είπαν ότι τους έβλαπτε να απαιτείται από αυτούς ως «εμπορικά συμβόλαια» να είναι σωματικά οικείοι με ανθρώπους που μπορεί να μην έβρισκαν ελκυστικούς. (Έχει ειπωθεί από τους Masters και Johnson ότι η θεραπεία εγκαταλείφθηκε έπειτα λόγω νομικής δίωξης εναντίον τους από μια θιγμένη σύζυγο ενός ασθενούς).
Το Ισραήλ παραμένει μια χώρα που είναι ευρέως δεκτική στην θεραπεία με υποκαταστάτη, κυρίως σαν θεραπεία αποκατάστασης για τους τραυματισμένους στρατιώτες. Αλλά η πρακτική δεν εγκαταλείφθηκε πλήρως στην Αυστραλία- μερικοί θεραπευτές από το Σίδνεϊ ακόμα χρησιμοποιούν υποκαταστάτες, αλλά μυστικά. Το καινούριο παράρτημα της ASSERT στην Βόρεια Ουαλία δεν καταδικάζει την θεραπεία, παρόλο που αυτή είναι απαγορευμένη από άλλες επαγγελματικές ενώσεις.
Η Rindy, 31, μια σύμβουλος που κάνει τη πτυχιακή της στη θεραπεία με υποκαταστάτη σύντροφο στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ, είναι η ίδια υποκαταστάτρια τους τελευταίους 18 μήνες. Βλέπει μέχρι και πέντε ασθενείς το μήνα, είτε στο σπίτι τους είτε σε ένα ενοικιαζόμενο διαμέρισμα, για οχτώ συνεδρίες το περισσότερο. Μερικοί θεραπευτές που παραπέμπουν ασθενείς σε αυτή τείνουν να επιμένουν στο να κρατάει μυστική την σύνδεσή τους, φοβούμενοι κριτική συναδέλφων.
Πολλοί από τους ασθενείς της έχουν σωματικές αναπηρίες, είτε εκ γενετής είτε ως αποτέλεσμα ατυχήματος. Αλλά οι άντρες με προβλήματα στους δεσμούς, για παράδειγμα εμμονή σε μια πρώην, εξαιρούνται από τη θεραπεία με βάση του ότι είναι πάρα πολύ συναισθηματικά ευάλωτοι. «Μπορεί να είναι κάποιος που έχει χάσει το χέρι του και σκέφτεται ‘πώς να βάλεις το πέος σου όταν είσαι από πάνω, ισορροπώντας σε ένα άκρο’», λέει η Rindy. «Η θεραπεία είναι για να τους φτάσεις στο σημείο να είναι άνετοι να ζητήσουν βοήθεια».
Η δουλειά της έχει πρόκληση και ανταμοιβή, παρόλο που ομολογεί πως είναι πίεση για τη δική της σχέση. «Όταν τελειώνουν οι συνεδρίες, μερικές φορές οι άνθρωποι νιώθουν μια αίσθηση απώλειας, μερικές φορές νιώθω κι εγώ μια αίσθηση απώλειας. Αλλά δεν θέλεις να γίνουν εξαρτημένοι, όχι όπως γίνονται με λειτουργούς του σεξ όταν συνεχίζουν και πηγαίνουν».
«Δεν είμαι εκεί για να είμαι η φαντασίωσή τους. Το όλο θέμα είναι για αυτούς να μάθουν δεξιότητες που χρειάζονται για τη ζωή για να τις κάνουν πράξη με τους πραγματικούς συντρόφους τους».
Οι θεραπευτές στη Μελβούρνη ήταν πάντα πιο συντηρητικοί, λέει η Rindy, παρόλο που μερικοί έχουν κάνει δοκιμαστικές επαφές μαζί της μέσω email.
Πιστεύεται ότι το παράρτημα της ASSERT στη Μελβούρνης διαχωρίστηκε από το αντίστοιχο στο Σίδνεϊ τη δεκαετία του ’70, σε διαμαρτυρία ενάντια στην αποδοχή της Ένωσης της στάσης του Richardson για την θεραπεία με υποκαταστάτη.
Ο Biran και ο Hickman θα μπορούσαν κάλλιστα να αντιμετωπίσουν μια σοβαρή σύγκρουση με το συμβούλιο ψυχολόγων της Victoria, που έχει τη δύναμη να εξακριβώνει υποτιθέμενες παραβιάσεις των ορίων επαγγελματισμού. Ο πρόεδρος David List είπε στο The Age ότι η επιτροπή θα ανταποκρινόταν εάν γινόταν ένα παράπονο.
« Η επιτροπή συνήθως βλέπει τα σωματικά όρια μεταξύ του ψυχολόγου και του πελάτη ως ιερά», λέει ο List. «Η υποχρέωση θα ήταν στον ψυχολόγο να δικαιολογήσει τη δική του/της χρήση μιας μορφής θεραπείας που θα συμπεριελάμβανε σωματική επαφή».
Υπάρχει επίσης το ερώτημα του εάν οι ψυχολόγοι χρειάζονται μια άδεια πορνείας για να εξασκήσουν το καινούριο είδος θεραπείας. Σύμφωνα με επίσημους του τμήματος Υποθέσεων Πελατών της Victoria, η κλινική μπορεί να χρειαστεί μια άδεια πορνείας εάν οι θεραπευτές διαχειρίζονται μια ομάδα υποκαταστών και παίρνουν προμήθεια για τις παραπέμψεις τους.
Ο Biran λέει ότι οι δικηγόροι του τον συμβούλεψαν ότι δεν χρειάζεται να κάνει αίτηση για άδεια.
Παρόλα αυτά, δεν είναι όλοι περιφρονητικοί, ακόμα και στη Victoria. Μερικοί ειδικοί, όπως η Marita McCabe καθηγήτρια ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο του Deakin, πιστεύουν ότι η θεραπεία μπορεί να είναι χρήσιμη στο να αντιμετωπίζει το σεξουαλικό άγχος, υπό τον όρο ότι υπάρχει μια ξεκάθαρη επαγγελματική διαχώριση μεταξύ του υποκαταστάτη και του πελάτη.
Αλλά πώς γνωρίζεις ότι αυτοί που είναι πρόθυμοι να κάνουν μια τέτοια λεπτή εργασία είναι σωστοί για τη δουλειά;
Αυτό είναι ένα από τα πολλά προβλήματα που έχει με τη θεραπεία η ψυχίατρος Lorraine Dennerstein από το Κέντρο για το Φύλο και την Υγεία στο Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης. Άλλες ανησυχίες περιλαμβάνουν την έλλειψη δεδομένων που να αποδεικνύουν την επιτυχία της θεραπείας και τη διαθεσιμότητα άλλων, γενικά αποτελεσματικών, θεραπευτικών εναλλακτικών- όπως το να ενθαρρύνουν άντρες με προβλήματα στύσης να αυνανίζονται σαν ένα τρόπο να χτίσουν αυτοπεποίθηση.
Θυμάται να ακούει κάποιους υποκαταστάτες (περισσότεροι από τους οποίους είναι γυναίκες που θεραπεύουν άντρες) να μιλούν σε μια συνάντηση με σεξολόγο κάποια χρόνια πριν. «Είχαν υποστεί κάποιο είδος βίας στο παρελθόν τους, που με έκανε να αναρωτηθώ πώς θα μπορούσαν να σχετιστούν με άντρες».
Η Rindy, που σχεδιάζει να παρακολουθήσει ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα από την Ένωση Επαγγελματιών Υποκαταστών στη Καλιφόρνια, συμφωνεί ότι πιο πολλοί έλεγχοι χρειάζονται. Η Ένωση, που ιδρύθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’70, προσλαμβάνει και εκπαιδεύει υποκαταστάτες σύμφωνα με ένα κώδικα ηθικής. Η ιστοσελίδα του IPSA φέρει μια προειδοποίηση σε ακατάλληλους αιτούντες: «Αυτό δεν είναι ένα επάγγελμα για ανθρώπους που είναι μπερδεμένοι με τον εαυτό τους ή ζητάνε απλά να περάσουν καλά».
Αλλά ακόμα και με δυνατούς και λογικούς υποκαταστάτες, θα μπορούσε οι θεραπευτές να κάνουν πιο πολύ κακό παρά καλό; Η λύση όντως βρίσκεται στην πηγή της δυσλειτουργίας; Κατά πόσο μπορεί να διορθωθεί τόσο εύκολα όσο το να ανάψεις έναν διακόπτη; Εάν δημιουργείται από κοινωνικούς παράγοντες που θα επιστρέψουν από τη στιγμή που τελειώσουν οι συνεδρίες;
Μια από τις προφανείς επιτυχημένες ιστορίες του Biran από την πρακτική του στο Tel Aviv είναι ο “Gadi”, ένας 29χρονος που καταναλωνόταν σε αυτό-προκαλούμενη απέχθεια λόγω ενός πέους που πίστευε πως ήταν παραμορφωμένο. Ο “Gadi” εμφανίστηκε με ανικανότητα, μια πρόσφατη αποτυχημένη σεξουαλική επαφή και μια εμμονή πως όλα θα ήταν καλά εάν το πέος του διορθωνότανε.
Η πεντάμηνη θεραπεία του συμπεριελάμβανε εβδομαδιαία θεραπεία με τον Biran, συν τακτικές συνεδρίες με έναν από τους 10 υποκαταστάτες του, σε αυτή τη περίπτωση την “Inbal”, μια 32χρονη απόφοιτο ψυχολογίας στο Tel Aviv που πληρωνόταν 100 δολάρια τη συνεδρία.
Ο Gadi λέει ότι η σταδιακή διαδικασία του να γνωρίσει την Inbal του επέτρεψε να δεχτεί τον εαυτό του ως σεξουαλικό ον. «Αρχικά γνωρίζεσαι με τον να αγγίζει και να κάνει μασάζ ο ένας τον άλλον, πρώτα με ρούχα και μετά χωρίς κάποια ρούχα μέχρι να προχωρήσεις στο να είσαι γυμνός», λέει. Η σεξουαλική επαφή έγινε μόνο στις τελικές συνεδρίες. «Δεν βρίσκεσαι μόνο για να κάνεις σεξ. Συνδεθήκαμε επίσης και σε προσωπικό επίπεδο».
Η μακροπρόθεσμη πρόγνωση του Gadi είναι δύσκολο να μετρηθεί- ο Biran δεν παρακολουθεί έπειτα τους ασθενείς του στηριζόμενος στη γνώμη ότι θα ήταν παρεμβολή.
Όπως πολλοί ειδικοί τονίζουν, η οικειότητα είναι ένα μυστήριο πράγμα. Οι αντιδράσεις σε αυτή είναι απρόβλεπτες. Ρίχνοντας τους ασθενείς στα βαθιά, λέει το επιχείρημα, αποκρούει την πιο ιερή εντολή: οι θεραπευτές δεν κάνουν κακό.
Η Chloe Lovelidge, που ηγείται τη κλινική σεξουαλικής συμβουλευτικής στο νοσοκομείο για γυναίκες (Royal Women’s Hospital), λέει: «Αυτή η μηχανική προσέγγιση, το να φτιάχνεις τέτοια συναισθηματική και εξαρτημένη σχέση με κάποιον που πληρώνεις…Εάν ο στόχος σου είναι να βοηθήσεις τους ανθρώπους να σχηματίσουν σεξουαλικές και συναισθηματικές σχέσεις που να είναι ικανοποιητικές τότε είναι αντιπαραγωγικό».
Ένα πράγμα είναι σίγουρο: εάν η κλινική του Biran και του Hickman καταφέρει να απογειωθεί, διαμάχες που πολλοί υποθέτουν πως έχουν εξαλειφθεί σίγουρα θα ξαναεμφανιστούν.
Μετάφραση Ελένη Στρατή, Κοινωνιολόγος.