Ο κόσμος της σωματικής αναπηρίας είναι ο κόσμος τον οποίο αποκαλύπτει στο τρίτο κατά σειρά βιβλίο της η Ελένη Γ. Ζαχαριάδου: ένας κόσμος με πολλαπλές διαψεύσεις και ακυρώσεις, που οδηγούν τον ασθενή στην απόγνωση, αλλά και με πολλές προοπτικές και δυνατότητες, οι οποίες μένουν, ατυχώς, ανεκμετάλλευτες, έχοντας ως αποτέλεσμα την τέλεια καταστροφή. Αν στα «Γλυκά του κουταλιού», μια συλλογή διηγημάτων που κυκλοφόρησε πριν από τέσσερα χρόνια, η συγγραφέας βάζει τους πρωταγωνιστές της να αφηγούνται τον τρόπο με τον οποίο υποχρεώθηκαν να σπαταλήσουν τα καλύτερά τους χρόνια, υπηρετώντας σκοπούς παντελώς ξένους προς τις επιθυμίες και την ιδιοσυγκαρσία τους, στο «Η μαμά δε λέει ψέματα ποτέ» (εκδόσεις «Το Ροδακιό»), ένα αφήγημα στα όρια της νουβέλας, από το οποίο, πάντως, δεν λείπει και μια μυθιστορηματική διάσταση, η ιστορία του κεντρικού ήρωα είναι η ιστορία ενός ανθρώπου αποφασισμένου να εγκαταλειφθεί στη μοίρα του χωρίς την παραμικρή αντίσταση.
Δίνοντας στη δράση της μιαν ελαφρώς αστυνομική υφή, με τον ήρωα να κρύβει επιμελώς τον θάνατο του πατέρα του από οποιονδήποτε προσπαθεί να έρθει σε επαφή μαζί του, η Ζαχαριάδου πλέκει προσεκτικά μιαν εξαιρετικά επώδυνη οικογενειακή πορεία, στο κέντρο της οποίας εγκαθίσταται μια τεράστια αποτυχία: η αδυναμία δύο φτωχών γονιών να κάνουν το ανάπηρο παιδί τους να εξασφαλίσει μια στοιχειωδώς αξιοπρεπή ζωή.
Ο αφηγηματικός χρόνος στο «Η μαμά δε λέει ψέματα ποτέ» κινείται σε δύο επίπεδα: στο παρόν, όπου οι γονείς είναι οριστικά απόντες (έχουν πεθάνει κακήν κακώς), και στο παρελθόν, στην παιδική, την εφηβική και τη νεανική ηλικία του ήρωα, όπου δοκιμάζουν επί ματαίω ό,τι περνά από το χέρι τους για να τον αποκαταστήσουν. Οι δύο χρονικές γραμμές συγχέονται εσκεμμένα, για να σχηματίσουν μιαν ενιαία δραματουργία των προσώπων, συμπλέκοντας τον διαλυτικό προστατευτισμό του πατέρα και της μάνας με την πλήρη απροθυμία του γιου να αναλάβει, στο πριν και στο τώρα, την οιαδήποτε ευθύνη.
Η απροθυμία για ανάληψη ευθύνης αποτελεί, νομίζω, το κομβικό σημείο του βιβλίου της Ζαχαριάδου, που μπαίνει στο ακανθώδες ζήτημα της αναπηρίας εξοπλισμένο ευθύς εξαρχής με την κατάλληλη απόσταση από τον συναισθηματικό και τον μελοδραματικό της πυρήνα, αναδεικνύοντας το δράμα του σώματος ως απουσία ηθικής και ψυχικής εγρήγορσης.
Από τον ΒΑΓΓΕΛΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
7 – 07/10/2007