ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ της μειωμένης και όχι υγιούς επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα τον τελευταίο καιρό έχει αναγνωρισθεί ως ένα από τα βασικότερα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας.
Καταβάλλονται συνεχείς προσπάθειες, με όλο και περισσότερα μέτρα για την άμεση προώθηση και ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, μέχρι και ειδικά νέα νομοσχέδια, παρόλα αυτά όμως στην πράξη δεν εμφανίζονται τα επιθυμητά αποτελέσματα.
Μπορεί κατά την περασμένη οικονομική περίοδο να παρατηρήθηκε βελτίωση της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα, όμως η ανάλυση και τα αποτελέσματα της Ετήσιας Έκθεσης του ΙΟΒΕ για την επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα που πραγματοποιείται ετησίως στα πλαίσια της διεθνούς έρευνας «Global Entrepreneurship Monitor» (GEM), έδειξαν ότι η εικόνα παραμένει αρνητική και σαφώς μη ικανοποιητική. Κύριο αίτιο του φαινομένου αυτού είναι το γεγονός ότι παρά την μείωσή της στο 28%, η επιχειρηματικότητα ανάγκης συνεχίζει να κρατάει τα πρωτεία στην χώρα μας, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα την επιχειρηματικότητα ευκαιρίας, τομέας που χαρακτηρίζεται από πολλά πλεονεκτήματα και ουσιαστικά οφέλη, στον οποίο όμως η Ελλάδα εντοπίζεται μόλις στην 23η θέση της σχετικής παγκόσμιας κατάταξης.
Γίνεται προφανές λοιπόν ότι η επιχειρηματική δραστηριότητα στη χώρα μας υστερεί κυρίως στον τομέα της ποιότητας.
Το πρόβλημα δεν εντοπίζεται σε λίγα και συγκεκριμένα σημεία, αλλά μάλλον προέρχεται από ένα σύνολο εμποδίων που χωρίς την οργανωμένη και μεθοδική αντιμετώπισή τους φαντάζουν αξεπέραστα. Οι διάφορες σπασμωδικές κινήσεις, όσες κι αν είναι αυτές, δεν μπορούν παρά να επικεντρώνονται σε μεμονωμένα φαινόμενα και να αποτυγχάνουν να φέρουν την αρχή για μία πραγματική και υγιή άνθηση της επιχειρηματικότητας που τόσο χρειάζεται η ελληνική οικονομία.
Bασικότατο εμπόδιο για το επιχειρείν στη χώρα μας ασφαλώς αποτελούν τα λειτουργικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι νέες και οι ήδη υφιστάμενες επιχειρήσεις. Οι γραφειοκρατικές διαδικασίες αποτελούν εντονότατο πρόβλημα για μία επιχείρηση που λειτουργεί στην Ελλάδα, ενώ από κοντά ακολουθούν και οι φορολογικές επιβαρύνσεις που μειώνουν την ανταγωνιστικότητα του εγχώριου επιχειρηματικού πεδίου. Είναι χαρακτηριστικό ότι από όλες τις μελέτες που έχουν γίνει, η Ελλάδα παρουσιάζει, μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το υψηλότερο κόστος για την ίδρυση των επιχειρήσεων, την πληρωμή αδικαιολόγητων φόρων και των αριθμό των διαδικασιών που απαιτούνται για την ίδρυση μιας επιχείρησης. Η απλοποίηση των διαδικασιών και η διευκόλυνση της χρηματοδότησης νέων εγχειρημάτων μπορεί να περιορίσει το βάρος του αρχικού κόστους εκκίνησης, το οποίο θεωρείται υψηλό για τα δεδομένα της Ελλάδας. Απαιτούνται συνεπώς μέτρα που θα ενθαρρύνουν την επέκταση, αναβάθμιση και καινοτομικότητα των επιχειρήσεων. Ένα τέτοιο μέτρο ήταν και η πρόσφατη ίδρυση του Ταμείου Εγγυοδοσίας Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων (ΤΕΜΠΕ) με στόχο την αντιμετώπιση του προβλήματος εγγύησης και πρόσβασης των μικρών επιχειρήσεων σε τραπεζικό δανεισμό, δίνοντας μία διέξοδο σε πολλά από τα προβλήματα των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων που αποτελούν άλλωστε την πλειοψηφία των επιχειρήσεων στην χώρα μας και ταυτόχρονα την ραχοκοκαλιά του ελληνικού επιχειρηματικού κόσμου. Θα ήταν λάθος να παραλειφθεί και το πρόβλημα των υποδομών της νέας τεχνολογίας και της εφαρμογής νέων μορφών οργάνωσης που παρατηρείται ευρέως στις ελληνικές επιχειρήσεις, κυρίως λόγω της έλλειψης της εφαρμογής σχετικής εκπαίδευσης, και αποτελεί εμπόδιο στην ομαλή και άρτια ανάπτυξή τους.
Oσον αφορά την επιχειρηματικότητα των νέων, σίγουρα τα οικονομοτεχνικά κίνητρα και οι εγγυήσεις αποτελούν το έναυσμα για την αύξουσα και συνάμα ευεργετική είσοδο των νέων στις επιχειρηματικές κινήσεις που καταγράφονται. Οι νέοι είναι η κατηγορία του πληθυσμού που εμφανίζεται πιο δραστήρια και πιο ευνοϊκά διακείμενη προς την επιχειρηματικότητα. Ωστόσο, το κοινωνικό και εκπαιδευτικό περιβάλλον μάλλον αποθαρρύνει τέτοιες προσπάθειες. Η αίσθηση της κοινωνικής απόρριψης μετά από μία αποτυχημένη επιχειρηματική κίνηση σκιάζει ακόμα την ελληνική πραγματικότητα, ενώ η τριτοβάθμια εκπαίδευση δείχνει να οπλίζει τους νέους με θεωρητικά εφόδια, όχι όμως και να τους εντάσσει στις συνθήκες που επικρατούν στον ανοικτό επαγγελματικό στίβο, αφήνοντας τους ουσιαστικά αβοήθητους. Κρίνονται απαραίτητες λοιπόν αλλαγές στο εκπαιδευτικό σύστημα, όμοιες με τις μεμονωμένες προσπάθειες που ήδη γίνονται, όπως αυτή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών που προσφέρει σε πολλά τμήματά του την επιχειρηματικότητα ως ξεχωριστό μάθημα. Εξίσου υψηλή προτεραιότητα πρέπει να έχει η στήριξη της γυναικείας επιχειρηματικότητας, η οποία μπορεί να έχει απτά και ουσιώδη αποτελέσματα, παρόλα αυτά όμως φαίνεται να παραμελείται συστηματικά.
Περαιτέρω, δεν πρέπει να αγνοούνται και οι διεθνείς εξελίξεις που συνεχώς αλλάζουν τα δεδομένα και προσφέρουν νέες ευκαιρίες. Η κατάσταση που επικρατεί στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και δη των Βαλκανίων δίνει τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης επιχειρηματικών κινήσεων ελληνικών συμφερόντων. Φυσικά, μεγάλο μερίδιο αυτών ανήκει και στην ελληνική περιφέρεια, στην οποία ανοίγονται νέες προοπτικές.
Στοχευμένες κινήσεις και στρατηγικός σχεδιασμός
Σίγουρα δεν επαρκεί η διαπίστωση των προβλημάτων για την επίλυσή τους. Οφείλουν να γίνουν σημαντικά βήματα προόδου στα ζητήματα που προαναφέρθηκαν, αλλά και να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην βελτίωση της ποιότητας της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα. Αρμόζει να εφαρμοσθεί μία πολιτική με στρατηγική προτεραιότητα την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας που έχει στόχο την εκμετάλλευση ευκαιρίας, η οποία θα προσανατολίζεται προς όλους τους τομείς της οικονομίας. Η πιο εύστοχη και πρακτική παιδεία στα αυριανά επιχειρηματικά στελέχη, ο άρτιος μακροπρόθεσμος σχεδιασμός για τη συνολικότερη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος στην Ελλάδα θα επιφέρει και την τόνωση της επιχειρηματικότητας, η οποία με τα ευεργετικά της αποτελέσματα μπορεί να μετατραπεί σε βασικό πυλώνα της οικονομικής άνθησης και ανάπτυξης της χώρας.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
konstantinos.athanasiou@gmail.com
* Ο Κωνσταντίνος Αθανασίου είναι φοιτητής στο Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Παρασκευη, 28 Απριλιου 2006 07:00